Οι αγοραστές ελβετικών όπλων απαγορεύεται να τα επανεξαγάγουν, γεγονός που δυσαρεστεί τα μάλα τους εκπροσώπους της πολεμικής βιομηχανίας. Στο μεταξύ, οι πιέσεις των Ευρωπαίων γειτόνων στους Ελβετούς να δώσουν όπλα στην Ουκρανία έχουν αρχίσει να αποδίδουν καρπούς, καθώς οι κοινοβουλευτικές επιτροπές άμυνας και ασφάλειας πρότειναν χαλάρωση των κανόνων και το νομοθετικό σώμα έχει διχαστεί. Για να συμβεί όμως αυτό, θα πρέπει να παραβιαστεί το Σύνταγμα του 1815 και η Συνθήκη του 1907, που απαγορεύει ακόμη και την έμμεση αποστολή όπλων σε εμπόλεμο κράτος.
«Θέλουμε να είμαστε ουδέτεροι, αλλά αποτελούμε και τμήμα του δυτικού κόσμου», συνόψισε το δίλημμα ο βουλευτής του φιλελεύθερου FDP, Τιερί Μπουκάρ, που κατέθεσε υπόμνημα υπέρ της έμμεσης εξαγωγής όπλων σε χώρες «με παρόμοιες δημοκρατικές αξίες, όπως η Ελβετία». Παρόμοια σκέφτεται ολοένα μεγαλύτερος αριθμός πολιτών. Σε έρευνα της εταιρίας Sotomo, που δημοσιεύτηκε την Κυριακή, το 55% συμφωνεί με την επανεξαγωγή ελβετικών όπλων στην Ουκρανία από τρίτες χώρες. «Πριν από τον πόλεμο το αντίστοιχο ποσοστό θα ήταν κάτω από 25%, αλλά τα πράγματα έχουν αλλάξει. Παλαιότερα η συζήτηση για εγκατάλειψη της ουδετερότητας ήταν ταμπού», σημείωσε ο επικεφαλής της εταιρίας δημοσκοπήσεων GFS-Bern, Λούκας Γκόλντερ.
Ως τώρα η κυβέρνηση έχει απορρίψει τα αιτήματα Γερμανίας και Δανίας να εξάγουν ελβετικό οπλισμό στην Ουκρανία, αλλά πλέον το σκέφτεται. Ακόμη και οι Σοσιαλδημοκράτες με τους Φιλελεύθερους Πράσινους τάσσονται υπέρ της «χαλαρής ουδετερότητας» και μόνο οι Πράσινοι υπερασπίζονται άκαμπτα το δόγμα. Η απόφαση πάντως δεν είναι εύκολη, καθώς ακόμη και το κυρίαρχο στην πολιτική ζωή ακροδεξιό ελβετικό Λαϊκό Κόμμα έχει χωριστεί στα δύο.