Στο πολιτικό φάσμα που εκτείνεται από την Κεντροαριστερά μέχρι την Κεντροδεξιά, ο πρωθυπουργός έχει την απόλυτη κυριαρχία. Το 49% των πολιτών που τοποθετούνται σε αυτό το εύρος θεωρεί τον Μητσοτάκη ως τον καταλληλότερο πρωθυπουργό, ενώ από 11% λαμβάνουν ο Ανδρουλάκης και ο Κασσελάκης.
Αντιθέτως, στα άκρα του πολιτικού σκηνικού, δηλαδή σε Δεξιά-Ακροδεξιά και Αριστερά-Ακρα Αριστερά, το προβάδισμα του πρωθυπουργού είναι ισχνό. Το 21% θεωρεί τον Μητσοτάκη ως καταλληλότερο για τα καθήκοντα του πρωθυπουργού έναντι 17% του Κασσελάκη και 10% του Κουτσούμπα. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτή την κατηγορία ψηφοφόρων ο Ανδρουλάκης λαμβάνει μόλις 4%.
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στοχεύει πλέον σε ένα κοινό που βρίσκεται στα άκρα, γνωρίζει ότι δεν μπορεί να πείσει τους κεντρογενείς ψηφοφόρους, που έχουν απαιτήσεις και προτάσσουν μεταρρυθμιστική ατζέντα. Γι’ αυτό και ο πολιτικός λόγος του Κασσελάκη χαρακτηρίζεται από διαρκείς καταγγελίες, προσωπικές επιθέσεις και ακραία ρητορική, που παραπέμπει ευθέως στον πολακισμό. Δεν υπάρχει ιδεολογική ταυτότητα, παρά μόνο μια συνεχής τηλεοπτική προβολή.
«Σύντροφοι» που σήμερα βρίσκονται εκτός κόμματος έχουν καταγγείλει την ακραία στροφή του ΣΥΡΙΖΑ, όπως ο γιατρός Γεροτζιάφας, που είχε χαρακτηρίσει φασιστική την επιχειρηματολογία του Πολάκη για τα εμβόλια κατά του κορονοϊού, ενώ ο υποψήφιος ευρωβουλευτής της Νέας Αριστεράς Γαβριήλ Σακελλαρίδης, μιλώντας στη «LiFO», χαρακτήρισε τον Κασσελάκη ως επικίνδυνη περίπτωση για την πολιτική και την Αριστερά. Αυτά, όμως, δεν απασχολούν τον Κασσελάκη, ο οποίος, προκειμένου να κρατηθεί στην ηγεσία του κόμματος, δεν διστάζει να χρησιμοποιεί φρασεολογία που θυμίζει τον ακραίο λόγο μορφωμάτων.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Ταυτόχρονα, όμως, το βασικό αίτημα του ΣΥΡΙΖΑ για «τιμωρία» της κυβέρνησης δεν φαίνεται να συγκινεί το κοινό. Σύμφωνα με την έρευνα που είχε δημοσιοποιηθεί στις 15 Μαΐου με σχετικό ερώτημα, μόλις το 13% των πολιτών απάντησε ότι θα ψηφίσει με κριτήριο «να τιμωρήσει ή να στείλει μήνυμα». Ενας στους δύο ερωτηθέντες δηλώνει ότι θα προσέλθει στην κάλπη για να ψηφίσει το ίδιο κόμμα που είχε επιλέξει στις εθνικές εκλογές, ενώ το 27% θα αποφασίσει βάσει των προτάσεων των κομμάτων και της προσωπικότητας των υποψηφίων.
Οι ευρωεκλογές δεν έχουν πάρει τιμωρητικό χαρακτήρα για την κυβέρνηση, όταν μάλιστα πριν από έναν χρόνο η Ν.Δ. έλαβε 41% και σαφή εντολή τετραετίας.
Βασικός παράγοντας για το αποτέλεσμα της κάλπης θα είναι η συμμετοχή. Ολοι οι δημοσκόποι εκτιμούν ότι η αποχή θα σπάσει όλα τα ρεκόρ. Ομως, από την ίδια έρευνα, μπορούν να εξαχθούν κάποια συμπεράσματα ως προς το ποιοι θα προσέλθουν στις κάλπες της Κυριακής και ποιοι θα πάνε εκδρομή στη θάλασσα. Η αποχή θα είναι μεγαλύτερη στις μικρές ηλικίες έως 29 ετών, όπου ένας στους τρεις απαντά ότι είναι λίγες οι πιθανότητες συμμετοχής στις κάλπες. Αντιθέτως, στις ηλικίες άνω των 60 το 96% δηλώνει ότι θα ψηφίσει με πολύ υψηλό βαθμό βεβαιότητας, ενώ στην κατηγορία 45 έως 59 ετών το αντίστοιχο ποσοστό πλησιάζει το 89%.
Γνωρίζουμε τη δυναμική της Ν.Δ. στις μεγαλύτερες ηλικίες, ενώ και το ΠΑΣΟΚ έχει πιστούς ψηφοφόρους σε αυτές τις κατηγορίες. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που είναι ισχυρότερος στις μικρότερες ηλικίες, μπορεί να βρεθεί απέναντι σε κύματα αποχής. Ολα αυτά θα φανούν την Κυριακή, όμως ένας γενικός κανόνας που έχει καθολική εφαρμογή στο πολιτικό σκηνικό είναι ότι όποιος κατέχει το Κέντρο διαθέτει και το μεγάλο πλεονέκτημα.