Η φράση που ξεκλειδώνει ένα μεγάλο μέρος μιας Διεθνούς Ημέρας που πέρασε, την περασμένη Τετάρτη, σχεδόν απαρατήρητη, όπως περνούν όλες αυτές οι επετειακές συμβάσεις. Μόνο που αυτή δεν ήταν χωρίς νόημα όπως οι περισσότερες. Η 21η Αυγούστου έχει καθιερωθεί από τα Ηνωμένα Εθνη ως Παγκόσμια Ημέρα Μνήμης και Τιμής στα Θύματα της Τρομοκρατίας.
Στην Ελλάδα πέρασε σαν να μην υπήρχε, ελάχιστοι ήταν οι εκπρόσωποι της πολιτικής ζωής που τη θυμήθηκαν, ακόμα πιο λίγοι οι πολίτες αυτής της χώρας και όσοι είχαν τον πιο σοβαρό λόγο για να πουν κάτι ή να στείλουν ένα μήνυμα- οι συγγενείς των θυμάτων της τρομοκρατίας στη χώρα μας- έμειναν για μία ακόμα φορά στη σκιά του ισόβιου πόνου τους. Η φαντασιακή σχέση μεγάλου μέρους της ελληνικής κοινωνίας με το φαινόμενο που ορίζεται ως «ελληνική τρομοκρατία» συντηρεί ακόμα και τώρα – μισό αιώνα από την επαναφορά της Δημοκρατίας στη χώρα και άλλα 22 από την εξάρθρωση της 17Ν – μια ισχυρή διαχωριστική γραμμή.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
Μια διαχωριστική γραμμή με δεκάδες μεταλλάξεις, ιδίως στο διαδικτυακό περιβάλλον, που έχουν ξαναζωντανέψει με άλλους όρους το πολιτικό και ιδεολογικό περιβάλλον στο οποίο λειτούργησε η ένοπλη πολιτική βία στην Ελλάδα. Και αν η Ελλάδα είχε την τύχη να περάσει αναίμακτα τη φάση του συνολικού εκδημοκρατισμού της, τα σύνδρομα επανάληψης των εμπειριών του Εμφυλίου και άλλων μαύρων σελίδων της Ιστορίας της με τα οποία πορεύτηκαν και λειτούργησαν πολιτικά κόμματα -μηδενός εξαιρουμένου- δεν κατόρθωσαν να οικοδομήσουν μια στέρεη και αδιαπραγμάτευτη στάση απέναντι στη Δημοκρατία. Πάνω σε αυτήν τη διαρκή ατολμία, τη χρόνια πολιτική και ανθρωπιστική ανωριμότητα, στηρίχτηκε η ελληνική τρομοκρατία.
Πάνω σε αυτά τα σαθρά θεμέλια χτίστηκαν οι γνωστές αγκυλώσεις και οι αμήχανες σχέσεις μεγάλου μέρους της ελληνικής Αριστεράς με τη βία. Μια τεράστια συζήτηση που σε μια άλλη χώρα που θα είχε την τύχη να ζήσει την οικοδόμηση μιας κανονικής, δημιουργικής σχέσης με τη Δημοκρατία, δεν θα είχε λόγο ύπαρξης. Δεν είναι τυχαίο που η Ελλάδα είναι η τελευταία ευρωπαϊκή χώρα που η καταδίκη της ένοπλης βίας και της τρομοκρατίας δεν είναι καθολική, υπερκομματική και αυτονόητη. Και αν συμβαίνει να προβάλλεται με αυτά τα χαρακτηριστικά για διάφορους λόγους, είναι διάστικτη από διάφορα «ναι μεν, αλλά…».
Πολλά μπορεί να πει κανείς και ακόμα περισσότερα να γράψει. Το δυστύχημα με την ελληνική τρομοκρατία είναι ότι η καταδίκη της δεν θεωρείται αυτονόητη. Μέχρι τότε, αν συμβεί αυτό κάποτε στην Ελλάδα, σε κάθε τέτοια επέτειο αφιερωμένη στα θύματά της καλό είναι να γράφονται και πέντε γραμμές. Ετσι για υπενθύμιση…