ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΕΙ παράλληλα και τον κυβερνητικό σχεδιασμό για τη διεξαγωγή των εθνικών εκλογών, που δεν μπορούν να γίνουν μέσα στις εξετάσεις και για να μη προκληθεί αναστάτωση στους μαθητές και τις οικογένειές τους, αλλά και γιατί ως γνωστόν τα σχολεία χρησιμοποιούνται και ως εκλογικά τμήματα. Με δεδομένο λοιπόν ότι τα μαθήματα λήγουν στις 19 Μαΐου για τα Λύκεια, στις 30 Μαΐου για τα Γυμνάσια και στις 15 Ιουνίου για τα Δημοτικά και οι πανελλαδικές εξετάσεις θα πραγματοποιηθούν από 1 έως 16 Ιουνίου, είναι σαφές ότι οι κάλπες θα πρέπει να στηθούν το αργότερο έως τα μέσα Μαΐου.
ΚΙ ΑΥΤΟ, καθώς είναι βέβαιο ότι θα ακολουθήσουν και δεύτερες εκλογές περίπου ένα – ενάμιση μήνα μετά με το νέο σύστημα που ψήφισε η κυβέρνηση Μητσοτάκη και δίνει μπόνους 40 εδρών στο πρώτο κόμμα. Η απλή αναλογική που θέσπισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προκειμένου να εμποδίσει τον σχηματισμό κυβέρνησης από τη Νέα Δημοκρατία και θα ισχύσει στις προσεχείς εκλογές, δεν μπορεί να δώσει ούτε κυβέρνηση συνεργασίας, παρά μόνο αν αυτή έχει «οικουμενικό» χαρακτήρα. Εάν δηλαδή συμμετέχουν σε αυτή τουλάχιστον τα τρία πρώτα κόμματα (Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ). Τώρα, το κατά πόσο αυτό το ενδεχόμενο απλώς ανάγεται στη σφαίρα της επιστημονικής φαντασίας ή μπορεί να καταστεί εφικτό, είναι μια άλλη ιστορία.
ΚΑΤΑ ΣΥΝΕΠΕΙΑ, οι εκλογές μπορεί να γίνουν είτε στις αρχές Μαΐου οι πρώτες και προς το τέλος Ιουνίου οι δεύτερες ή αρκετά νωρίτερα, στις αρχές Απριλίου οι πρώτες και έως τα μέσα Μαΐου οι δεύτερες και ενώ το Αγιο Πάσχα του 2023 θα εορτασθεί στις 16 Απριλίου. Υπενθυμίζεται ότι οι τελευταίες «διπλές» εκλογές το 2012 είχαν διεξαχθεί στις 6 Μαΐου και στις 17 Ιουνίου.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ όμως από το πρακτικό θέμα των ημερομηνιών, αυτό που θα πρέπει να μας απασχολεί περισσότερο είναι η ουσία που αφορά στη λεγόμενη κυβερνησιμότητα ή αλλιώς την πολιτική σταθερότητα. Και αυτή συνοψίζεται στο απλό ερώτημα: Θα είναι δυνατός ο σχηματισμός αυτοδύναμης κυβέρνησης με το σύστημα ενισχυμένης αναλογικής που θα ισχύσει στις δεύτερες κάλπες; Με άλλα λόγια, θα είναι αρκετό το «μπόνους» των 40 εδρών προκειμένου να υπάρχει η απαιτούμενη κοινοβουλευτική πλειοψηφία, δηλαδή η δεδηλωμένη, ώστε να έχουμε κυβέρνηση, χωρίς να εξαρτάται κανείς από τα τερτίπια του Ανδρουλάκη, που έχει άλλωστε ξεκαθαρίσει ότι με τον Μητσοτάκη δεν συνεργάζεται; Ή θα χρειαστεί να στηθούν και τρίτες κάλπες με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ταλαιπωρία των πολιτών, την επιβάρυνση του κρατικού κορβανά και την ουσιαστική αναστολή της λειτουργίας του κράτους για ένα διάστημα τριών και πλέον μηνών; Η μόνη λύση για να αποτραπεί αυτή η περιπέτεια είναι η εκ νέου αλλαγή του εκλογικού νόμου και η αύξηση σε 50 έδρες του «μπόνους» του πρώτου κόμματος και μάλιστα ανεξαρτήτως ποσοστού.