Την περασμένη Πέμπτη η κυβέρνηση αποφάσισε την αύξηση του κατώτατου μισθού στα 830 ευρώ, ωθώντας ανοδικά δεκάδες επιδόματα αλλά και τις αποδοχές 800.000 εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα μέσω των τριετιών.
Από το 2019 που βρίσκεται στα ηνία της χώρας ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο βασικός έχει αυξηθεί κατά 25%. Ο Τσίπρας παρέδωσε τον κατώτατο στα 630 ευρώ και τώρα βρίσκεται στα 830, ενώ στα 4,5 χρόνια της κυβέρνησης Ν.Δ. η ανεργία έχει μειωθεί από το 17% κάτω από το 10%.
Οι εξελίξεις αυτές δεν είναι αυτονόητες, ούτε προέκυψαν με «αυτόματο πιλότο». Για παράδειγμα, επί ΣΥΡΙΖΑ, στην αγορά εργασίας κυριαρχούσαν οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης των 300 και 400 ευρώ, ενώ η υποτιθέμενη δέσμευση του Τσίπρα για κατώτατο 751 ευρώ «με έναν νόμο και ένα άρθρο» πετάχθηκε στον κάδο των απορριμμάτων από τους δανειστές, που υπαγόρευσαν στην κυβέρνηση της «πρώτης φοράς Αριστεράς» το βαρύ τρίτο Μνημόνιο.
Η οικονομία επί Μητσοτάκη αναπτύσσεται με διπλάσιους ρυθμούς σε σχέση με την υπόλοιπη ευρωζώνη. Η οικονομία επί Τσίπρα έτρεχε με τη μισή ταχύτητα της υπόλοιπης Ευρώπης. Αυτή είναι η μεγάλη διαφορά μεταξύ Ν.Δ. και ΣΥΡΙΖΑ. Η Ελλάδα τώρα κερδίζει έδαφος στην ευρωπαϊκή κούρσα της σύγκλισης όταν την περίοδο 2015-2019 βρισκόταν στη θέση του ουραγού και έχανε διαρκώς ευκαιρίες.
Ομως τίποτα δεν είναι δεδομένο, το είδαμε στο πρόσφατο παρελθόν όταν μισθοί και συντάξεις κατέρρευσαν υπό το βάρος της χρεοκοπίας. Η ανάπτυξη έχει ως βασική προϋπόθεση την πολιτική σταθερότητα, ενώ ο ρυθμός της εξαρτάται από τις πολιτικές που εφαρμόζονται. Ο Κασσελάκης παρουσίασε ένα πρόγραμμα ακάλυπτων υποσχέσεων ύψους 40 δισεκατομμυρίων ευρώ. Εταξε τα πάντα στους πάντες γιατί αφενός γνωρίζει ότι δεν πρόκειται ποτέ να κληθεί να εφαρμόσει τις υποσχέσεις του και αφετέρου προσπαθεί να πουλήσει «χάντρες» στους ψηφοφόρους προκειμένου να μη βρεθεί τη βραδιά των ευρωεκλογών στην τρίτη θέση χάνοντας την καρέκλα του.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Για αυτό και το διακύβευμα της κάλπης είναι ισχυρό. Η ψήφος δεν θα είναι χαλαρή, ούτε υπάρχουν περιθώρια για «βόλτες στην παραλία» όταν στις 9 Ιουνίου θα κριθεί η πολιτική και οικονομία σταθερότητα της χώρας.
Ο Μητσοτάκης προχθές στο Μοσχάτο το είπε καθαρά. Η κάλπη θα έχει εθνικό αποτύπωμα και από το αποτέλεσμά της θα εξαρτηθεί εάν η Ελλάδα θα μείνει σε τροχιά προόδου ή θα υπάρξει οπισθοδρόμηση.
Η αντιπολίτευση συνολικά με την εργαλειοποίηση της τραγωδίας των Τεμπών, αλλά και ειδικότερα η διολίσθηση του ΠΑΣΟΚ και του ΣΥΡΙΖΑ στην ατζέντα του Βελόπουλου προσέφεραν ένα σημαντικό όπλο στην κυβέρνηση. Να συσπειρώσει το 41% που ψήφισε πέρυσι Νέα Δημοκρατία για να συνεχισθούν οι μεταρρυθμίσεις και κυρίως να προχωρήσει η Ελλάδα μπροστά σε συνθήκες σταθερότητας και κοινωνικής ηρεμίας.
Ο Κασσελάκης είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσει τις φαιδρότητες ζητώντας εκλογές με διεθνείς παρατηρητές, ενώ ο Ανδρουλάκης, που μίλησε για «αγέλη εξουσίας», γνωρίζει και αυτός ότι θα έχει εσωκομματικό πρόβλημα εάν καταφέρει να χάσει από τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ. Μέχρι τις κάλπες είναι βέβαιο ότι θα φτάσουν στα άκρα τις δημαγωγίες και τον «αδιαμεσολάβητο λαϊκισμό», όμως με αυτόν τον τρόπο θα καταστήσουν ακόμα πιο σαφές το δίλημμα της κάλπης, που αίφνης απέκτησε χαρακτηριστικά κρίσιμης αναμέτρησης.
Στις 9 Ιουνίου θα ψηφίσουμε για σταθερότητα ή αστάθεια, για ανάπτυξη ή περιπέτειες.