Ο Οδυσσέας Ελύτης κρατώντας μια στοίβα βιβλία και ο Νίκος Γκάτσος με τα χέρια στις τσέπες περπατούν μια καλοκαιρινή ημέρα του 1951 στην Πανεπιστημίου χωρίς να αντιληφθούν τον φωτογραφικό φακό. Ο Γιώργος Σεφέρης, το 1949, κοντοστέκεται έξω από το ξενοδοχείο Park της Κωνσταντινούπολης, λίγο πριν μπει στο αυτοκίνητο που τον περιμένει. Ο Οδυσσέας Ελύτης στη Ρώμη, με παπιγιόν και ελαφρύ μειδίαμα, ποζάρει στο φακό. Ολοι τους φωτογραφημένοι από τον Μάριο Βίττι, στις τέσσερις πόλεις που έθρεψαν με διαφορετική ένταση αλλά με την ίδια δυναμική τον ίδιο τον Βίττι. Κωνσταντινούπολη, Ρώμη, Υδρα, Αθήνα.
Ο Ιταλός νεοελληνιστής, εκτός από κορυφαίος μελετητής της ελληνικής γλώσσας, ήταν και ένας ερασιτέχνης μεν, δεινός δε, φωτογράφος. «Ποτέ δεν έλειπε η κατάλληλη στιγμή για μία πόζα ή για αιφνιδιασμούς με το φακό, χωρίς ωστόσο να κόβονται η ορμή και η έξαψη της συζήτησης», έγραφε ο Μάριο Βίττι στον κατάλογο της έκθεσης «Γραφείο με θέα. Φωτογραφίες 1948-1981», που είχε παρουσιαστεί πριν χρόνια στην Υδρα (πηγή: Μορφωτικό Ιδρυμα Εθνικής Τραπέζης). Ισως αυτές οι φωτογραφίες που άφησε πίσω του να είναι εξίσου σημαντική κληρονομιά με το υπόλοιπο έργο του, τουλάχιστον για μια μεγάλη μερίδα του κόσμου που δεν ήρθε ποτέ σε επαφή με το πολυμεταφρασμένο έργο του «Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας».
Στενός φίλος του Οδυσσέα Ελύτη και του Μίκη Θεοδωράκη, έζησε και συναναστράφηκε την αφρόκρεμα της ελληνικής και ευρωπαϊκής διανόησης. Τζόρτζιο ντε Κίρικο, Σεφέρης, Ελύτης, Ουνγκαρέτι, Αναγνωστάκης, Τσίρκας, Μόραλης, Μυριβήλης, Πολίτης και πόσοι άλλοι δεν βρέθηκαν στο «σύμπαν» του Βίττι. Ή μήπως βρέθηκε εκείνος στο δικό τους;
«Οταν πρωτοβρέθηκα στην Αθήνα, το 1947 ή το ’48, με τους Ελληνες να σφάζονται στον Εμφύλιο, μπήκα σε πολλούς κύκλους με πρωταγωνιστές ανθρώπους διαφορετικών γενεών. Λόγου χάρη, ο Τάκης Παπατσώνης, ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, ο Κλέων Παράσχος, μα ακόμη και ο Σεφέρης, όλοι τους ήταν της γενεάς του Καρυωτάκη. Ταυτόχρονα, έκανα παρέα με τον Ελύτη, τον Α. Μάτσα, τον Δικταίο, τον Σαχτούρη, τον Ν. Βαλαωρίτη. Ανάμεσα στους πεζογράφους συναντούσα τον Μυριβήλη (γ. 1892), τον Κοσμά Πολίτη (γ. 1888). Ολοι τους ήταν ακμαίοι, δραστήριοι, μέσα στα πράγματα. Η σαφώς μεταπολεμική γενιά ήταν ακόμη άφαντη, θα ερχόμουν σε επαφή μαζί της αργότερα», έλεγε ο ίδιος σε συνέντευξή του στον Γιάννη Ν. Μπασκόζο (Ο Αναγνώστης).
Ο Μάριο Βίττι έφυγε πλήρης ημερών και έργου.