Κι έξω από την Goldman Sachs να έχει περάσει κάποιος γνωρίζει ότι αν πεις σε έναν ιδιώτη επενδυτή που έχει συμφωνήσει με το Δημόσιο μέσω του ΤΧΣ να αλλάξει τη συμφωνία, ο επενδυτής θα τινάξει τη συμφωνία στον αέρα και το Δημόσιο θα πληρώσει και τη ρήτρα.
Χαμένοι στο πρωτόκολλο
Ολη η αγορά και οι σοβαροί αναλυτές λένε ότι ο πέμπτος πυλώνας που θα προκύψει με δύο τράπεζες που θα έχουν εξυγιανθεί θα δημιουργήσει μεγαλύτερο ανταγωνισμό στο «κλειστό σύστημα» των 4 συστημικών τραπεζών. Οι οποίες και γι’ αυτό αντιδρούν και δεν συμμετέχουν στην αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Παγκρήτιας και της Attica. Ο μεγαλύτερος ανταγωνισμός λειτουργεί εξ αντικειμένου υπέρ του καταναλωτή, αλλά και των επιχειρήσεων. Η χορήγηση δανείων με λογικούς όρους ή μια πρωτοβουλία που να σπάει την απαράδεκτη διαφορά επιτοκίων δανεισμού και καταθέσεων εύκολα μπορεί να καταλάβει κανείς πόσο μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα. Και ας μην έχει «δουλέψει» στην Goldman Sachs.
Η άγνοια του επιτυχημένου επιχειρηματία είναι μια εξήγηση για την εμμονή του. Υπάρχουν, όμως, και δύο άλλες ενδεχόμενες εξηγήσεις, οι οποίες δεν είναι και τόσο διαυγείς. Π.χ., με δεδομένη την αντίδραση των 4 συστημικών τραπεζών, είναι πιθανόν -εκών άκων- να τις στηρίζει ο πρόεδρος του «δικού του» ΣΥΡΙΖΑ; Χοντροκομμένο για να είναι αληθινό, αν και ο «ειδήμων περί τα οικονομικά», μέσα σε λίγες μέρες, έκανε πάνω από 10 αναρτήσεις για να ναυαγήσει ο πέμπτος πυλώνας…
Και υπάρχει και μια πιο «σατανική» εκδοχή. Ο Στ. Κασσελάκης προφανώς έχει μάθει ότι Τράπεζα Αττικής ήταν η «ΣΥΡΙΖΑ Bank» επί Τσίπρα, Δραγασάκη, Παππά και Πολάκη. Και όπως λέγεται, υπάρχουν πολλοί σκελετοί στα ντουλάπια της. Μεταξύ αυτών και του Καλογρίτσα. Αλλά και κάποιων «θαλασσοδανείων» σε ημετέρους. Αν ο Στ. Κασσελάκης δεν επιμένει για κάποιους από τους ανωτέρω λόγους, τότε ισχύει αυτό που είπε χθες ο Α. Πατέλης: «Ο Κασσελάκης θέλει να θυμηθούν όλοι τι έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με την Attica Bank, τον Καλογρίτσα και τα βοσκοτόπια».
Αν ισχύει αυτό όμως, δεν αφορά ουσιαστικά το νέο τραπεζικό τοπίο που διαμορφώνεται. Αφορά μόνο τους μεγάλους και άλυτους λογαριασμούς που έχει με τον Α. Τσίπρα και την «παρέα» τότε που κυβερνούσαν. Και σε κάθε περίπτωση, ας κάνουν ό,τι θέλουν με τα δικά τους. Ας τα βρουν, ας σφαχτούν, ας ενωθούν ή ας διασπαστούν. Ο,τι και να γίνει όμως, δεν νοείται να γίνει σε βάρος της οικονομίας, της αγοράς και των καταναλωτών.