Οι συνταγματάρχες ήταν μεν άξεστοι επαρχιώτες, υπερσυντηρητικοί στις κοινωνικές τους απόψεις και γαλουχημένοι με το βούρδουλα του Εμφυλίου. Διέθεταν όμως αρκετή κουτοπονηριά ώστε να εργαλειοποιήσουν τους «ακούρευτους γιεγιέδες» που κατέκλυζαν τα νησιά ως τουριστικούς πρεσβευτές στη δημοκρατική Δύση, προκειμένου να νομιμοποιήσουν το καθεστώς τους. Ας μην ξεχνάμε ότι το 1969 η χώρα μας κυβερνιόταν από μια δικτατορία βασανιστών και είχε αποβληθεί από το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Η πρώτη «γνωριμία» του καθεστώτος με τα μουσικά ρεύματα της αμερικανο-ευρωπαϊκής νεολαίας είχε την αναμενόμενη κατάληξη. Τέσσερις μέρες πριν από το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου 1967, η Αστυνομία ξυλοφόρτωσε τον κόσμο στην ιστορική συναυλία των Rolling Stones στη Λεωφόρο. Ο Μικ Τζάγκερ πετούσε στο κοινό κόκκινα γαρίφαλα και οι αστυνομικοί άκουγαν «θα τη σφάξω» αντί για «Satisfaction», βλέποντας στη φαντασία τους κονσερβοκούτια.
Τρεις μήνες αργότερα, οι «μεγάλοι τους ανταγωνιστές», οι Beatles, διέπραξαν τη μεγαλύτερη αφέλεια της ζωής τους. Δεν περιορίστηκαν να επισκεφθούν τους Δελφούς σαν να μη συμβαίνει τίποτα στη χώρα που γέννησε τη Δημοκρατία, αλλά δήλωσαν στον -δαιμόνιο από τότε- Λάμπη Τσιριγωτάκη ότι «η Ελλάδα είναι μια υπέροχη χώρα, όπου σκέφτονται να αγοράσουν ένα νησί». Μπίνγκο! – όπως θα έλεγε ένας image maker της χούντας.
Την αφέλεια του Τζον Λένον και των άλλων «σκαθαριών», που εκείνη την εποχή «μάλλον βρίσκονταν υπό παρατεταμένη επήρεια… LSD», επεσήμανε στον «Guardian» η δρ Χόλι Τέσλερ, συντάκτρια της «Επιθεώρησης Μελετών για τους Μπιτλς» στο Πανεπιστήμιο του Λίβερπουλ. Ο συνάδελφός της Τζόναθαν Nοτ κυκλοφόρησε αυτές τις μέρες μία διατριβή με τίτλο: «Χρησιμοποιημένοι για προπαγάνδα: Τα σχέδια των Μπιτλς για ένα ελληνικό νησί και η διεθνής πολιτική».