Και απάντησε. Ναι, το Χάρβαρντ δεν είναι κρατικό πανεπιστήμιο, αλλά όχι, δεν συμφωνώ με τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Ναι, στο Χάρβαρντ υπάρχει Αστυνομία, αλλά όχι, δεν συμφωνώ με την Πανεπιστημιακή Αστυνομία στην Ελλάδα. Δεν χρειάζεται να προχωρήσουμε στα υπόλοιπα, όπως είναι η κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής. Απλώς να θυμίσουμε ότι στα ελληνικά πανεπιστήμια εισάγονται κάθε χρόνο σχεδόν 7 στους 10 που δίνουν πανελλαδικές εξετάσεις, ενώ στο Χάρβαρντ γίνονται αποδεκτοί μόλις οι 5 στους 100.
Θα πείτε, δεν τα ξέρει αυτά ο κ. Ηλιόπουλος; Ασφαλώς και τα γνωρίζει. Ομως, ας κρατήσουμε μια επιφύλαξη για το πόσο καλά γνωρίζει ποια ακριβώς είναι η πρόταση για την αναθεώρηση του άρθρου 16 ή τι προβλέπει ο νόμος για την αξιολόγηση. Διότι κόντρα στην παραφιλολογία, ο στόχος είναι η δυνατότητα ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων και όχι μίας ακόμα φουρνιάς ιδιωτικών κολεγίων. Και ότι όσοι αξιολογούνται, δεν απολύονται αλλά κατευθύνονται στην επιμόρφωση.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Πάντως, ο κ. Ηλιόπουλος δεν είναι ο πρώτος από τον ΣΥΡΙΖΑ που εκφράζει μια τέτοια αντίφαση μεταξύ προσωπικής επαγγελματικής πορείας και πολιτικής φιλοσοφίας. Ούτε είναι ο πρώτος που καλείται να εξηγήσει πώς γίνεται να εκπροσωπείς την αριστεία και να συμπορεύεσαι με ένα κόμμα που τη θεωρεί σχεδόν ρετσινιά. Πώς γίνεται να έχεις τελειώσει τη Βαρβάκειο και να συμφωνείς με ένα κόμμα που απαξιώνει τα πρότυπα. Πώς γίνεται να είσαι ευγενής και να παραβλέπεις ότι το ίδιο κόμμα εναγκαλίζεται με κάποιον που χαρακτηρίζει «κωλόπαιδα» τα παιδιά που πάνε σε ιδιωτικά σχολεία.
Μέχρι στιγμής, πάντως, ο επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας του ΣΥΡΙΖΑ δεν χάνει την αυτοπεποίθησή του. Ισως επειδή πληροί τα προσόντα που περιέγραψε πρόσφατα ο Ευκλείδης Τσακαλώτος για τον εαυτό του. «Οταν έχεις πάει σε ένα σχολείο που ιδρύθηκε το 1500, σε ένα κολέγιο της Οξφόρδης (Queen’s College Oxford) που ιδρύθηκε τo 1341, δεν έχεις ανασφάλεια. Εχεις μια αστική αυτοπεποίθηση. Δεν το λέω με υπεροψία. Το αντίθετο. Η Αριστερά θα ήθελε όλοι οι άνθρωποι να έχουν αυτοπεποίθηση και τα εφόδια για να την αποκτήσουν». Φανταστείτε, λοιπόν, την αυτοπεποίθηση του κ. Ηλιόπουλου που διδάσκει σε ένα πανεπιστήμιο που ιδρύθηκε το 1636 και μαζί με το Γέιλ και το Πρίνστον αποτελούν τα «μεγάλα τρία πανεπιστήμια της Αμερικής». Στα οποία πανεπιστήμια, βέβαια, ούτε βιβλιοθήκες γκρεμίζουν ούτε καθηγητές προγράφουν ως καταζητουμένους ούτε πρυτάνεις χτίζουν στα γραφεία τους.
Στο σημείο αυτό να εξηγηθούμε για να μην παρεξηγηθούμε. Τα ελληνικά πανεπιστήμια κάνουν σπουδαία δουλειά, κερδίζουν διεθνείς διακρίσεις, προάγουν υψηλό ερευνητικό έργο και οι φοιτητές μας είναι νέοι άνθρωποι που θέλουν να μορφωθούν και να πετάξουν με τα φτερά τους σε όλο τον κόσμο. Οι μπαχαλάκηδες που κρεμάνε ταμπέλες στον λαιμό των δασκάλων τους είναι μια ισχνή μειοψηφία. Οι καταληψίες που μπουκάρουν απειλητικά σε αμφιθέατρα είναι μια θλιβερή παραφωνία, όχι ο κανόνας. Γιατί, λοιπόν, πρέπει η ελληνική κοινωνία να υποτάσσεται στην εξαίρεση; Δεν υπάρχει απάντηση. Ή, όπως θα έλεγε η θεία από το Σικάγο, για να ξεφύγει από τη δύσκολη θέση: «Πώς το λέτε εσείς εδώ; Γιατί έχω ξεχάσει πώς το λέμε εμείς εκεί»…