Ο Κυριάκος Μητσοτάκης όχι μόνο παρουσίασε τον οδικό χάρτη στην οικονομία και την άμυνα για την επόμενη διετία, αλλά προχώρησε σε δραστικές αποφάσεις – απαντήσεις σε όσα ζητούν οι πολίτες. Ο πρωθυπουργός προτείνει τη συνταγματική αναθεώρηση τεσσάρων σημαντικών άρθρων: νέο τρόπο διορισμού της ηγεσίας στη Δικαιοσύνη, την αλλαγή της ποινικής ευθύνης υπουργών, την αξιολόγηση στο Δημόσιο και την ίδρυση ιδιωτικών ΑΕΙ. Οι δύο πρώτες μεταρρυθμίσεις ικανοποιούν το αίτημα τόσο των πολιτών όσο και των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Και γι’ αυτό προκαλεί εντύπωση πως ο Νίκος Ανδρουλάκης, ενώ δηλώνει θετικός, προσπαθεί να δημιουργήσει αναχώματα, όπως με το άρθρο 16 για τα ιδιωτικά ΑΕΙ. Αυτό αναδεικνύει, για μία ακόμα φορά, την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να σταθεί επάξια στον θεσμικό ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
ΒΕΒΑΙΑ, δεν είναι η πρώτη φορά. Ο Νίκος Ανδρουλάκης, με τις κινήσεις του και την τακτική του, επιβεβαιώνει πως δεν μπορεί να δημιουργήσει έναν δεύτερο ισχυρό πόλο στο πολιτικό σκηνικό. Αντίθετα, σέρνεται σε μία μηδενιστική αντιπολίτευση, που εκτοξεύει μίσος και δηλητήριο κάνοντας συμμαχίες με τους «νυν και πρώην» Συριζαίους, ενώ υιοθετεί τη στρατηγική Βελόπουλου.
ΑΠΟ εκεί και πέρα, τι άλλο να πει κανείς για την αντιπολίτευση; Για τον Σωκράτη Φάμελλο, που εκτός από το να μιλάει για «κυβέρνηση δολοφόνων» δεν έχει να πει κάτι άλλο και γι’ αυτό ο ΣΥΡΙΖΑ βυθίζεται στην έκτη θέση των δημοσκοπήσεων με ποσοστά γύρω στο 6%; Για τον Αλέξη Χαρίτση και τους συντρόφους του, που έχουν μείνει κολλημένοι σε αριστερίστικους ακτιβισμούς και πετάνε τρικάκια μέσα στη Βουλή, για να… πέσει η κυβέρνηση; Για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, που έκανε το πρωτοφανές να μη δεχθεί τη συγγνώμη του πρωθυπουργού για την απρέπεια του βουλευτή Κυριαζίδη;
ΠΡΟΦΑΝΩΣ και υπάρχει φθορά για την κυβέρνηση ύστερα από έξι χρόνια στην εξουσία. Προφανώς και έχουν γίνει λάθη στη διαχείριση της υπόθεσης της τραγωδίας των Τεμπών. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, άλλωστε, δήλωσε πως «είναι δύσκολο να πείσουμε την κοινωνία πως δεν έγινε συγκάλυψη, αλλά αυτή είναι η αλήθεια». Η Ν.Δ., όμως, παραμένει η μοναδική πρόταση διακυβέρνησης που μπορεί να πάει τη χώρα μπροστά και να λύσει προβλήματα και να γκρεμίσει παθογένειες δεκαετιών, αναβαθμίζοντας παράλληλα το βιοτικό επίπεδο των πολιτών. Και για όλα αυτά θα κριθεί από τους πολίτες στις κάλπες που θα στηθούν την άνοιξη του 2027.