Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Σύμφωνα με την ιστοσελίδα του ΜΙΤ, η υποβολή υποψηφιοτήτων ξεκίνησε την προηγούμενη Δευτέρα και θα ολοκληρωθεί την Πρωτομαγιά. Στη συνέχεια μια επιτροπή, υπό το διευθυντή του Media Lab του ΜΙΤ, Τζόι Ιτο (διαδόχου του ομογενή μας, Τζον Νεγκροπόντε), θα επιλέξει στις 21 Ιουλίου τον (ή τους) πιο ανυπάκουο (ανυπάκουους) της χρονιάς – μπορεί να είναι και μια οργάνωση) που «πήγαν κόντρα στους κανόνες βοηθώντας την κοινωνία να προοδεύσει».
Το βιντεοκλίπ της καμπάνιας αναφέρεται σε ένα από τα γνωστότερα τσιτάτα του δολοφονημένου από το αμερικανικό βαθύ κράτος το 1963, μαύρου ακτιβιστή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ: «Ο κάθε άνθρωπος έχει την ηθική υποχρέωση να μην υπακούει σε άδικους νόμους». Ο Κινγκ αναφερόταν, κυρίως, στη ρατσιστική νομοθεσία των ΗΠΑ, ενώ πρέπει να θυμηθούμε πως ο πρωτοπόρος της «πολιτικής ανυπακοής», Χένρι Ντέιβιντ Θόρο, είχε αρνηθεί να πληρώσει φόρους για τον κατακτητικό πόλεμο των ΗΠΑ στο Μεξικό το 1845.
2014 και 2024, ομοιότητες και διαφορές
Οι εμπνευστές του Βραβείου Ανυπακοής δεν έκρυψαν ότι έχουν στο μυαλό τους τις κινηματικές διαμαρτυρίες κατά των ανελεύθερων μέτρων του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά και τους ακτιβιστές του Black Lives Matter, που ξεκίνησαν να καταγγέλλουν επί Ομπάμα την αστυνομική βία κατά των Αφροαμερικανών. Φιλοτεχνώντας το προφίλ των «ιδανικών υποψηφίων» το ΜΙΤ αναφέρθηκε ακόμη στις οργανώσεις υπέρ των προσφύγων, στη νεαρή Πακιστανή ακτιβίστρια Μαλάλα Γιουσαφζάι και τη Νάντια Τολοκονίκοβα των Pussy Riots, των κοριτσιών που προκαλούν τον Πούτιν. «Κοινά στοιχεία των υποψηφίων», τόνισαν «πρέπει να είναι η μη βία, η δημιουργικότητα, το θάρρος και η υπευθυνότητα».
Σύμφωνα με τον Τζόι Ιτο, το να αμφισβητείς την εξουσία και να σκέφτεσαι ελεύθερα αποτελεί ένα από τα ουσιώδη συστατικά της επιστήμης, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της κοινωνικής προόδου. Αν, μάλιστα, η παρθενική πρωτοβουλία συναντήσει απήχηση, το ΜΙΤ ίσως μετατρέψει το «Επαθλο Πολιτικής Ανυπακοής» σε θεσμό.
Πλανάται όμως ένα ερώτημα: Πόσο επικίνδυνη για την εξουσία είναι μια πράξη ανυπακοής που βραβεύεται από ένα αποδεδειγμένα «καθωσπρέπει» ίδρυμα, όπως το ΜΙΤ; Από την άποψη αυτή, τα όρια και το πλαίσιο της «αποδεκτής» ανυπακοής δείχνουν σαφώς καθορισμένα. Θα τολμούσε, για παράδειγμα, το ΜΙΤ να βραβεύσει τους συνδικαλιστές των ταχυφαγάδικων της Αμερικής, που μάχονται εδώ και χρόνια για ωρομίσθιο 15 δολαρίων; Ή τους εργαζομένους της αλυσίδας σούπερ μάρκετ Wal-Mart, που διεκδικούν ανθρώπινα ωράρια και μεροκάματα απέναντι στην εργοδοτική τρομοκρατία; Ή τον ακτιβιστή και πρόεδρο των Αφροαμερικανών Φωτορεπόρτερ, Μουμία Αμπού Τζαμάλ, που καταδικάστηκε σε θάνατο το 1981 για ένα φόνο που αποδεδειγμένα δεν έκανε, αλλά το αμερικανικό κράτος επιμένει να κρατά φυλακισμένο για τις πολιτικές του απόψεις – φορτώνοντάς του, μάλιστα, μια θανατική καταδίκη που δεν εκτελείται ποτέ;
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου