Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
Τα πράγματα μπορεί να είναι πολύ δύσκολα, αλλά είναι και απλά. Η κυβέρνηση με τους χειρισμούς της δυσκολεύει την κατάσταση και το μόνο που θα καταφέρει στο τέλος θα είναι να παρατείνει τη λιτότητα τουλάχιστον για μια πενταετία. Ας εξηγηθούμε…
ΤΙ ακριβώς βρίσκεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης του Χίλτον αυτή τη στιγμή; Οι δανειστές ζητούν δραστική μείωση του αφορολόγητου ορίου και ουσιαστική κατάργηση της προσωπικής διαφοράς των παλαιών συνταξιούχων. Η κυβέρνηση δεν διαφωνεί ως προς τη λήψη αυτών των επώδυνων μέτρων, αλλά θέλει να γίνουν με χρονοκαθυστέρηση και να εφαρμοστούν σταδιακά από το 2019 έως το 2023, ουσιαστικά όταν πλέον δεν θα βρίσκεται στην εξουσία. Παράλληλα, προτείνει κάποια αντίμετρα φοροελαφρύνσεων.
ΜΙΑ ρηξικέλευθη αντιμετώπιση του προβλήματος θα ήταν να εφαρμοστούν όλα τα μέτρα μονομιάς από φέτος. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αυτό είναι παράλογο και πως με αυτό τον τρόπο η κυβέρνηση θα γίνει τροϊκανικότερη της τρόικας. Υπάρχει, όμως, και μια σημαντική παράμετρος που θα άλλαζε μια για πάντα το κλίμα στην οικονομία. Αν τα σκληρά και άδικα αυτά μέτρα -τα οποία έτσι κι αλλιώς δεν μπορούν να αποφευχθούν εδώ που τα έφτασε ο ΣΥΡΙΖΑ- λαμβάνονταν σήμερα, η χώρα θα έμπαινε σε έναν κύκλο ηρεμίας, σταθερότητας και θα έδιωχνε κάθε φόβο για τέταρτο Μνημόνιο ή Grexit.
Στόχος του Μασκ: Τα εργασιακά δικαιώματα
OΛΟΙ πλέον θα γνώριζαν ξεκάθαρα το λογαριασμό που, δυστυχώς, θα πληρώσουν. Ολοι θα γνώριζαν ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν για τα επόμενα χρόνια. Ολοι θα γνώριζαν πως δεν θα χρειαστούν ξανά νέα πρόσθετα μέτρα λιτότητας. Μπορεί το σοκ να ήταν μεγάλο για το 2017, αλλά το φως στο τούνελ επιτέλους θα φαινόταν από το 2018. Οι πολίτες θα γνώριζαν πλέον την πραγματικότητα. Και στη συνέχεια με το τέλος του Μνημονίου, από το 2019, θα μπορούσε να εφαρμοστεί μια σειρά στοχευμένων ελαφρύνσεων όπως: δραστικές μειώσεις σε φόρο επιχειρήσεων, εισφορές, συντελεστές ΦΠΑ και ΕΝΦΙΑ.
ΜΕ ΑΥΤΗ τη λογική όλοι θα γνώριζαν πως από το 2019 και μετά θα υπάρχουν μόνο ελαφρύνσεις. Αυτό θα το δέχονταν οι δανειστές χωρίς αντίρρηση, γιατί θα τελείωναν οι ατέρμονες διαπραγματεύσεις μιας ολόκληρης επταετίας. Αν μάλιστα τα παραπάνω συνδυάζονταν με τρέξιμο των αποκρατικοποιήσεων και ριζική αναδιάρθρωση του δημόσιου τομέα, τότε θα ήταν οριστική η έξοδος από τα Μνημόνια. Τα επιτόκια δανεισμού θα έπεφταν με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς και η χώρα θα έβγαινε με επιτυχία στις αγορές το 2018. Οι επενδυτές, εγχώριοι και ξένοι, πλέον δεν θα φοβόντουσαν να ρίξουν χρήμα, η πραγματική οικονομία θα ξεκολλαγε από τον πάτο και η αγορά εργασίας θα ζωντάνευε.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ όλα αυτά θα παραμείνουν ουτοπικά. Η κυβέρνηση δεν έχει αποφασίσει στην πραγματικότητα αν θέλει να κλείσει την αξιολόγηση. Μοναδικός στόχος είναι να μετακυλίσει τα μέτρα στους επόμενους και όχι να ανατάξει την οικονομία. Ετσι η χώρα θα συνεχίσει να σέρνεται και δεν θα αποφύγει στο επόμενο δωδεκάμηνο το φριχτό δίλημμα: τέταρτο Μνημόνιο ή Grexit!
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου