Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του οικονομικού επιτελείου, εντός του 2022 η Ελλάδα θα έχει βγει από το καθεστώς ενισχυμένης εποπτείας στο οποίο βρίσκεται από το καλοκαίρι του 2018, το τραπεζικό σύστημα θα έχει αναπνεύσει από τον βραχνά των κόκκινων δανείων που τότε θα έχουν πέσει σε μονοψήφια επίπεδα και η χώρα θα μπορεί ξανά να δημιουργεί πρωτογενή πλεονάσματα.
Με βάση αυτές τις παραδοχές, ο κ. Σταϊκούρας εκτιμά ότι στο πρώτο εξάμηνο του 2023 τα ελληνικά ομόλογα θα βρίσκονται σε επενδυτική βαθμίδα, που σημαίνει ότι το Δημόσιο θα μπορεί να δανείζεται απρόσκοπτα με χαμηλό κόστος.
Και εάν αυτά τα στοιχεία δεν συγκινούν την κοινή γνώμη, η πρόβλεψη του Σταϊκούρα ότι την περίοδο 2021-2023 η χώρα θα έχει πετύχει σωρευτική ανάπτυξη κοντά στο 15% με εκτίναξη των επενδύσεων και των εξαγωγών, ενώ η ανεργία θα έχει προσγειωθεί στο 11,7%, δείχνει ότι η κυβέρνηση έχει ένα μεσοπρόθεσμο σχέδιο για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, που συμβαδίζει και με τον εκλογικό κύκλο.
Το ζητούμενο είναι να επιτευχθούν οι στόχοι, έχουμε δει πολλές φορές στο παρελθόν σχεδιασμοί να ανατρέπονται από την πραγματικότητα. Αυτή τη φορά όμως υπάρχουν δύο εργαλεία τα οποία δημιουργούν αισιοδοξία ότι η χώρα μπορεί να γυρίσει σελίδα.
Το πρώτο είναι οι μόνιμες μειώσεις φόρων που εξαγγέλθηκαν από τον πρωθυπουργό για τις επιχειρήσεις και τη μεσαία τάξη.
Πρόκειται για μία δομική αλλαγή στη λειτουργία της οικονομίας, η Ελλάδα γίνεται και φορολογικά ελκυστική, όταν τα προηγούμενα χρόνια μετανάστευαν επιχειρήσεις και επαγγελματίες σε Βουλγαρία και Κύπρο λόγω της υπερφορολόγησης της περιόδου ΣΥΡΙΖΑ. Κανείς δεν ξεχνά, και κυρίως η μεσαία τάξη, τα φορολογικά και ασφαλιστικά βάρη που είχαν αποφασισθεί επί Τσακαλώτου και Κατρούγκαλου.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ είχε γίνει μνημονιακότερη των Μνημονίων ,«παράγοντας» υπερπλεονάσματα σε βάρος της πραγματικής οικονομίας και με μοχλό την υπερφορολόγηση. Τώρα η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική.
Ο κ. Μητσοτάκης πιστεύει ότι η οικονομία θα τρέξει με λιγότερους φόρους και εισφορές, τα δημόσια έσοδα θα αναπληρώσουν το κενό μέσα από την ανάπτυξη, ενώ ο γενικός συντελεστής 22% για τις εταιρίες ήδη προσελκύει μεγάλες εταιρίες για να επενδύσουν στη χώρα μας.
Το δεύτερο «εργαλείο» είναι οι επιχορηγήσεις του Ταμείου Ανάκαμψης, που για φέτος υπολογίζονται σε 5,5 δισεκατομμύρια και συνολικά θα ανέλθουν σε 18 δισ. Το «δωρεάν χρήμα» από την Ευρώπη, αν αξιοποιηθεί σωστά κινητοποιώντας επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα και χρηματοδοτώντας έργα υψηλής προστιθέμενης αξίας, θα φέρει νέα εισοδήματα και θα δημιουργήσει ποιοτικές θέσεις εργασίας.
Εάν δεν υπάρξει κάποια υγειονομική επιπλοκή με τον κορονοϊό, η Ελλάδα θα αλλάξει πρόσωπο το επόμενο διάστημα. Οσοι συνομιλούν με παράγοντες των τραπεζών πληροφορούνται ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον για τη χώρα μας είναι τεράστιο, το διεθνές κεφάλαιο ψάχνει ευκαιρίες και η ρευστότητα είναι τεράστια.
Στην πολιτική, όπως και στη ζωή, τίποτα δεν είναι δεδομένο, όμως τώρα η ελληνική οικονομία έχει μία ευκαιρία να μπει σε ρυθμούς βιώσιμης ανάπτυξης με χαρακτηριστικά που δεν θα βασίζονται τόσο στη συγκυρία όσο στη δομή της παραγωγικής βάσης.
*Ο Πάνος Αμυράς είναι διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr