Γράφει ο Θέμης Χειμάρας*
Το 2019 κλείνει με θετικό πρόσημο, αφού το 2ο εξάμηνο 2019 η ελληνική οικονομία πέτυχε ρυθμό μεγέθυνσης 1,6%, υπερβαίνοντας τη μέση επίδοση της Ευρωπαϊκής Ενωσης 1,2%. Το ίδιο διάστημα, αύξηση σημειώνουν οι επενδύσεις κατά 8,4%, η ιδιωτική κατανάλωση κατά 1,2% και οι εξαγωγές κατά 5%.
Ωστόσο, στις αρχές του 2020 η πανδημία Covid-19 οδήγησε σε απότομες, όσο και αναγκαίες για την προστασία της δημόσιας υγείας, μεταβολές στην κοινωνική και οικονομική ζωή των πολιτών.
Ιδιαίτερα δραματικές είναι οι αλλαγές των συνθηκών αγοράς, εντός των οποίων θεμελιώνονται και αναπτύσσονται οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ).
Ανταποκρινόμενη στις πρωτόγνωρες ανάγκες που δημιούργησε η επέλαση του κορονοϊού, η κυβέρνηση θεσμοθέτησε γρήγορα σειρά χρηματοδοτικών εργαλείων για την προστασία του επιχειρηματικού κόσμου.
Αποζημιώσεις ειδικού σκοπού, επιστρεπτέες προκαταβολές, αναστολές πληρωμών φορολογικών και ασφαλιστικών εισφορών, παρατάσεις στη λήξη επιταγών, μείωση επαγγελματικών ενοικίων, Ταμείο Εγγυοδοσίας, επιδότηση των επιτοκίων, ΤΕΠΙΧ ΙΙ, πρόγραμμα SURE, ΕΣΠΑ κ.λπ., συγκροτούν το δίχτυ προστασίας που η κυβέρνηση άπλωσε για τη διασφάλιση της βιωσιμότητας των επιχειρήσεων.
Μέσα σε 6 μόλις μήνες έχουν διοχετευθεί (στοιχεία ΥΠΟΙΚ & ΥΠΑΝΕΠ):
– 3,1 δισ. € μέσω των τριών κύκλων της επιστρεπτέας προκαταβολής,
– 3,1 δισ. € μέσω του Ταμείου Εγγυοδοσίας και
– 1,7 δισ. € μέσω του ΤΕΠΙΧ ΙΙ,
ενώ εκτιμάται ότι μέχρι το τέλος τους έτους η συνολική ένεση ρευστότητας θα ξεπεράσει τα 14 δισ. €.
Αξίζει να σημειωθεί πως από τον Απρίλιο έως σήμερα έχουν επέλθει αρκετές βελτιώσεις στο τρόπο υλοποίησης και χρήσης των μέτρων αυτών, όπως για παράδειγμα η επιδότηση του 50% της 4ης και 5ης επιστρεπτέας προκαταβολής. Αρκεί όμως αυτό;
Εδώ αρχίζουν τα δύσκολα.
Αδιαμφισβήτητα, οι επιδράσεις των πολιτικών αυτών είναι ευεργετικές και στηρίζουν μεσοπρόθεσμα την επιχειρηματική κοινότητα.
Aπελάσεις αυθημερόν στην Ιρλανδία
Δεδομένου όμως ότι η κοινή πηγή αυτής της ρευστότητας είναι ο δανεισμός, διασφαλίζουν μακροπρόθεσμα την οικονομική επιβίωση;
Ως ιδιοκτήτης μιας μικρής επιχείρησης ο ίδιος, μπορώ να πω με βεβαιότητα πως όχι.
Ο δανεισμός, ακόμα και με ευνοϊκούς όρους, όπως αυτούς που εξασφάλισε ορθά η κυβέρνηση, δεν παύει να διαιωνίζει το πρόβλημα του ιδιωτικού χρέους και να κρατά δέσμιες τις επιχειρήσεις στα τραπεζικά ιδρύματα.
Οπως πρόσφατα αναφέρθηκε στο Thessaloniki Summit, η υγειονομική κρίση προσθέτει 6 έως 8 δισ. στην «τρύπα» των 17 δισ. € που παρουσιάζουν οι ΜμΕ και αντιστοιχεί στο 10% του συνολικού ΑΕΠ της χώρας.
Μπορεί όμως να αναχαιτιστεί αυτός ο διηνεκής κύκλος δανεισμού και επιχειρηματικού φόβου που διακατέχει τις ΜμΕ;
Ναι, αρκεί η Ευρώπη να διαχειριστεί ανάλογα τους ζωτικούς πόρους του Recovery Fund.
Το διακύβευμα εμπεριέχεται στη λέξη «επιχορήγηση».
Μέσω του Recovery Fund, στη δημιουργία του οποίου πρωτοστάτησε και συντέλεσε καταλυτικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δύναται να αντληθούν οι αναγκαίοι πόροι.
Γιατί είναι σίγουρο πως το σχέδιο για την ευρωπαϊκή ανάκαμψη σίγουρα θα χρειαστεί μαζικές δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε πως η αποκατάσταση των άμεσων ζημιών που προκάλεσε η πανδημία Covid-19 στις ΜμΕ που ήδη λειτουργούν είναι η πλέον ισχυρή συνθήκη επιβίωσής τους.
Τα 3,1 δισ. € της επιστρεπτέας προκαταβολής Ι, ΙΙ, και ΙΙΙ, τα οποία κατευθύνθηκαν κυρίως σε ΜμΕ, είναι εξαιρετικά κρίσιμο να καλυφθούν εξ ολοκλήρου από το Ταμείο Ανάκαμψης, όπως και το υπόλοιπο 50% που θα προκύψει από τον 4ο και 5ο γύρο του συγκεκριμένου εργαλείου.
*O Θέμης Χειμάρας είναι βουλευτής Ν.Δ. Φθιώτιδας, επιχειρηματίας
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου