Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Προσωπικά δεν μας έκανε καμία εντύπωση η απόφασή του να πολιτευθεί και του χρόνου στην περιφέρεια του Οφενμπουργκ, την οποία εκπροσωπεί επαξίως από το 1972, για λογαριασμό της Χριστιανοδημοκρατικής Ενωσης (CDU).
«Δεν ήταν εύκολη απόφαση, λόγω και της ηλικίας μου. Ομως πιστεύω ότι μπορώ να συμβάλω σταθεροποιητικά με την εμπειρία μου σε αυτούς τους καιρούς των ποικίλων αναταράξεων», τόνισε ο στριφνός Γερμανός που… αγαπήσαμε να μισούμε από το 2010.
Μπορεί εμάς να μας άφησε στην ησυχία μας, μεταπηδώντας από το υπουργείο Οικονομικών στην προεδρία της Ομοσπονδιακής Βουλής (Μπούντεσταγκ), όμως τον διάδοχο της Μέρκελ -στο κόμμα και την Καγκελαρία- δεν θα τον αφήσει σε χλωρό κλαρί.
Ο 77χρονος Βόλφγκανγκ Σόιμπλε (συνομήλικος του Τζο Μπάιντεν , αλλά πολύ πιο αγέλαστος από τον Αμερικανό…) έχει άποψη για όλους και για όλα κι επιμένει πεισματικά να την επιβάλλει διά της εγωιστικής αυθεντίας του.
Η καγκελάριος δεν τον άφησε να πετάξει την Ελλάδα έξω από το ευρώ (μπλόφα; Το εννοούσε; Δεν θα το μάθουμε ποτέ). Ομως εκείνος τη στήριξε στη δύσκολη καμπή του μεταναστευτικού.
1.000 μέρες βαρβαρότητας
Μη φανταστείτε ότι επειδή έγινε πρόεδρος της Βουλής ο Σόιμπλε μεταμορφώθηκε σε έναν μετριοπαθή, συμβιβαστικό Νέστορα. Αυτός ο ρόλος είναι ξένος στον χαρακτήρα του. Ακόμη και τώρα θέλει να ανακατώνεται παντού: Τόνισε πως το συνέδριο του CDU πρέπει να γίνει οπωσδήποτε τον Δεκέμβριο παρά τον κορονοϊό.
Τα έβαλε με τους αρχηγούς των δύο μεγάλων κομμάτων (Καρενμπάουερ-Μπόργιανς) επειδή άλλαξαν τον εκλογικό νόμο χωρίς να είναι βουλευτές. Και βέβαια κάλεσε την κυβέρνηση «να μην ξοδέψει πολλά για την κρίση του κορονοϊού κι ανεβάσει το χρέος». Πρώτα βγαίνει η ψυχή και μετά το χούι.
Από την έντυπη έκδοση