Γράφει ο Γιάννης Παπαδάτος
Μάλλον όχι, αν κρίνουμε από τα πρόσωπα, το τάιμινγκ και τα προγράμματα του καθενός. Ο Ερντογάν και ο Μητσοτάκης θα μείνουν, αλλά η καγκελάριος θα αποχαιρετήσει οριστικά σε ένα χρόνο την πολιτική.
Το να ισχυριστεί κάποιος ότι σε αυτό το μικρό διάστημα φιλοδοξεί στ’ αλήθεια να επαναλάβει το μοντέλο των Πρεσπών στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, προφανώς δεν αντέχει σε σοβαρή κριτική. Το τανγκό άλλωστε θέλει δύο κι αυτή την εποχή ο Τούρκος ηγέτης στροβιλίζεται σε έναν δερβίσικο χορό μεγαλείου, που συνήθως είναι προάγγελος μεγάλων συμφορών (όχι μόνο για τον ίδιο, αλλά και για όσους άτυχους συναντήσει στο δρόμο του).
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Μόνο οι τυφλοί τα ώτα, τον νου και τα όμματα δεν το καταλαβαίνουν: Η Τουρκία θα δεχτεί να κάτσει σοβαρά σε ένα τραπέζι συνομιλιών με την Ελλάδα μόνο αφού πάρει αυτά που θέλει και θεωρήσει ότι τα έχει κλειδώσει διεθνώς. Αυτό έκανε στην Κύπρο το ’74, το ίδιο έκανε στη Μαδρίτη το ’97, μετά τα Ιμια.
Για τους Τούρκους η Λωζάννη είναι νεκρή και τυπικά, το φωνάζουν σε κάθε ευκαιρία. Εμείς δεν έχει νόημα να γατζωνόμαστε στο φάντασμά της, γιατί από μόνο του δεν πρόκειται να μας σώσει. Επίσης δεν πρέπει να περιμένουμε απολύτως τίποτα από τη σπουδή των Γερμανών να οργανώνουν ελληνοτουρκικές επαφές (από τη μια το τηλεφώνημα Μητσοτάκη-Ερντογάν κι από την άλλη η διπλωματική τριμερής στο περιθώριο της ευρωπαϊκής συνόδου).
Τουρκία και Γερμανία είναι ισοϋψείς δυνάμεις που συνεννοούνται απευθείας, αλλά η Ελλάδα ιστορικά αποτελεί γι’ αυτές κοινό έπαθλο. Αν μπορούσαν θα αποφάσιζαν και ερήμην της. Ευτυχώς, αυτό δεν γίνεται μετά το 1821. Ας ελπίσουμε και μετά το 2021…
Από την έντυπη έκδοση