Γράφει ο Γιάννης Τσαπρούνης*
ΠΡΟΣ τι, όμως, όλη αυτή η φασαρία; Τόσο δύσκολο είναι κάποιος να πληρώνει με τη χρεωστική του κάρτα ή μέσω τραπεζικού Ίντερνετ ένα στα τρία ευρώ που δαπανά κάθε χρόνο; Μόνο τους λογαριασμούς ρεύματος, τηλεπικοινωνιών, λοιπών ΔΕΚΟ, τις αγορές καταναλωτικών αγαθών, το σούπερ μάρκετ και κάποιο ταβερνάκι να πληρώνει κανείς με πλαστικό χρήμα είναι βέβαιο ότι συμπληρώνει όχι μόνο το 30% του εισοδήματός του, αλλά πιθανότατα θα φτάνει και πάνω από το 50%.
ΚΑΙ βέβαια δεν υπάρχει κάποια τεχνική δυσκολία, καθώς από το μέτρο εξαιρούνται πολίτες άνω των 70 ετών, όπως και αρκετές άλλες ειδικές κατηγορίες φορολογουμένων.
ΜΗΠΩΣ κάποιοι θέλουν να νιώθουν φουσκωμένη την τσέπη τους για να κάνουν το «κομμάτι» τους στην παρέα; Μήπως φοβούνται ότι θα ξεχάσουν το pin και θα εκτεθούν την ώρα της πληρωμής; Καμία από αυτές τις αστείες δικαιολογίες δεν στέκει.
ΤΟ πρόβλημα είναι άλλο. Και είναι μεγαλύτερο. Το πρόβλημα είναι το μαύρο χρήμα. Με εξαίρεση τη συντριπτική πλειονότητα μισθωτών και συνταξιούχων, οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους φορολογουμένους δηλώνουν πολύ χαμηλότερα εισοδήματα από τα πραγματικά.
Η υποχρέωση πληρωμής του 30% των ετήσιων δαπανών μέσω πλαστικού/ηλεκτρονικού χρήματος είναι ένα μέτρο κατά της φοροδιαφυγής, ένα μέτρο διεύρυνσης της φορολογικής βάσης.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
ΤΟ μαύρο χρήμα ζει και βασιλεύει. Με μαύρες συναλλαγές ένα μεγάλο κομμάτι των επαγγελματιών αποφεύγει να κόψει αποδείξεις και συγχρόνως χάνεται ένα τεράστιο μέρος των εσόδων ΦΠΑ που θα μπορούσε να έχει το κράτος.
ΒΕΒΑΙΑ δεν αρκούν οι ηλεκτρονικές συναλλαγές για να χτυπηθεί η φοροδιαφυγή. Ούτε καν οι έλεγχοι από τις υπηρεσίες της ΑΑΔΕ. Το υπουργείο Οικονομικών πρέπει να θεσμοθετήσει κίνητρα. Και, μάλιστα, κίνητρα που να έχουν σημαντικό θετικό αντίκτυπο στις τσέπες.
ΤΟ παράδειγμα είναι απλό και καθημερινό. Ο λογαριασμός στην ταβέρνα αντί για 50 ευρώ με απόδειξη… γίνεται 40 ευρώ χωρίς απόδειξη. Ο γιατρός προσφέρει τις υπηρεσίες του με 90 ευρώ αν κοπεί απόδειξη και με 60 ευρώ χωρίς. Το κέρδος είναι άμεσο. Ο πολίτης επιλέγει δίχως δεύτερη σκέψη την… έκπτωση. Αρα, δουλειά του υπουργείου Οικονομικών είναι να δώσει κίνητρο μεγαλύτερο από την έκπτωση που δίνει ο επαγγελματίας αν δεν κόψει απόδειξη.
ΓΙΑΤΙ στο τέλος της φορολογικής χρονιάς, όταν έρχεται η ώρα του εκκαθαριστικού, συμβαίνει πάντοτε το ίδιο. Οι συνήθεις ύποπτοι πληρώνουν το μεγαλύτερο μερίδιο στο φόρο εισοδήματος. Και αρκετοί επαγγελματίες με εισόδημα πολλών δεκάδων χιλιάδων ευρώ δηλώνουν κάτω από το αφορολόγητο, ενώ ορισμένες φορές λαμβάνουν ακόμα και επιδόματα αλληλεγγύης.
ΑΣ σταματήσει, λοιπόν, αυτή η «τεχνητή» γκρίνια για τις ηλεκτρονικές δαπάνες. Και ας προχωρήσει το υπουργείο Οικονομικών και σε άλλα αντίστοιχα μέτρα, που θα αποκαλύπτουν ένα μεγάλο κομμάτι της μαύρης οικονομίας που κινείται γύρω μας καθημερινά. Γιατί, πέρα από το άβατο των Εξαρχείων, έχει έρθει ο καιρός να χτυπηθεί και το άβατο της φοροδιαφυγής.
Από την έντυπη έκδοση
*Ο Γιάννης Τσαπρούνης είναι διευθυντής σύνταξης του Ελεύθερου Τύπου