Δεκάδες χιλιάδες ξένοι επισκέπτες βρίσκονται «εγκλωβισμένοι» σε ελληνικά ξενοδοχεία και ήδη η Βρετανική Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας οργανώνει τον επαναπατρισμό τους με πτήσεις τσάρτερ.
Η ζημία για τους ξενοδόχους και συνολικά για τον κλάδο ανέρχεται, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, καθώς ο πτωχευμένος πλέον όμιλος εξοφλούσε τις υποχρεώσεις του στις τουριστικές μονάδες με αρκετούς μήνες καθυστέρησης.
Η κυβέρνηση, μέσω του υπουργείου Τουρισμού, επεξεργάζεται σχέδιο αντιμετώπισης των συνεπειών από το κραχ της Thomas Cook. Ενα από τα μέτρα που εξετάζεται για τους ξενοδόχους είναι να μην καταβληθεί ο ΦΠΑ για τιμολόγια που έχουν εκδοθεί για λογαριασμό του πτωχευμένου ομίλου και δεν έχουν εξοφληθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Ελεύθερου Τύπου, το 80% των ξενοδοχείων της Κρήτης συνεργάζονταν με τον βρετανικό «τουρ οπερέιτορ» που ιδρύθηκε το 1841, επιβίωσε σε δύσκολες καιρούς, ξεπέρασε δύο Παγκόσμιους Πολέμους, αλλά δεν κατάφερε να προσαρμοσθεί στην εποχή του Διαδικτύου.
Είναι σαφές ότι, εκτός από τα άμεσα μέτρα στήριξης των ξενοδόχων που υπέστησαν οικονομική ζημία από το «κανόνι» της Thomas Cook, η κυβέρνηση πρέπει να επεξεργασθεί ένα συνολικό σχέδιο για τη θωράκιση του ελληνικού τουρισμού.
Οι χρεοκοπίες δεν μπορούν να αποτραπούν, όμως ο τουρισμός θα ενισχυθεί εάν προσελκύσουμε επισκέπτες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου και ταυτόχρονα υπάρξει σύνδεση του τουριστικού προϊόντος με την αγροτική παραγωγή και τον πολιτισμό ώστε η Ελλάδα να γίνει συνολικά ένα δυνατό «εξαγώγιμο» σήμα.
Η πτώχευση της Thomas Cook δείχνει πόσο ευμετάβλητη είναι η κατάσταση στην τουριστική αγορά. Η Ελλάδα από το 2013 καταγράφει σημαντική άνοδο σε αφίξεις και εισοδήματα λόγω και της διεθνούς συγκυρίας, καθώς υπήρχαν σοβαρά προβλήματα σε ανταγωνιστικούς προορισμούς της Μεσογείου. Ομως κανείς δεν εγγυάται τη διαρκή άνοδο, χρειάζεται δουλειά σε όλα τα επίπεδα. Στις υποδομές, στις υπηρεσίες και συνολικά στη βελτίωση του «τουριστικού προϊόντος».
Από την έντυπη έκδοση