Γράφει η Δρ. Άννα Κωνσταντινίδου*
Είναι γεγονός, ότι αρχής γενομένης το 2015, αλλά κυριότατα με αποκορύφωμα το πραξικόπημα της 15 Ιουλίου 2016, ο Τούρκος Πρόεδρος άρχισε σταδιακά να τίθεται σε «διπλωματικό παροπλισμό» από τους συμμάχους και φίλους Δυτικούς. Ο ίδιος, πρεσβεύοντας ιδεολογίες με ακραίο θρησκευτικό περιεχόμενο και άρα εύπεπτες για το ευρύ πλήθος, επιδίωκε στην επαναδιοργάνωση ενός ιδεολογικού μουσουλμανικού παραδοσιακού τόξου με τη συμμετοχή ομολόγων του από την ευρύτερη περιοχή.
Με τον τρόπο αυτό, ο Ερντογάν ήθελε να διαμηνύσει στη Δύση δύο πράγματα. Πρώτον, ότι το κράτος του δεν θα ήταν ουραγός των εξελίξεων της ΝΑ Μεσογείου ως απλός εταίρος του ΝΑΤΟ (αλλά ως εν δυνάμει περιφερειακή υπερδύναμη). Και δεύτερον, το πολιτικό, στρατιωτικό και διπλωματικό σκηνικό της Ανατολίας και Μέσης Ανατολής, θυμίζοντας σε πολλά το αντίστοιχο τής δεκαετίας του 1950, έδωσε το έναυσμα στον Ερντογάν να γίνει ένας δεύτερος Νάσερ στην ευρύτερη περιφέρεια, ενώνοντας κάτω από μία ενιαία ιδεολογία (ωστόσο αυτή τη φορά με θρησκευτικό περιεχόμενο) όλους τους μουσουλμανικούς λαούς της περιοχής κάτω από την τουρκική «ασπίδα».
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Όμως, ο Τούρκος Πρόεδρος λογάριαζε «χωρίς τον ξενοδόχο», καθώς η Δύση δεν θα μπορούσε σε καμία περίπτωση να τον αντιμετωπίσει με τον ίδιο τρόπο, όπως δεκαετίες νωρίτερα είχε αντιμετωπίσει τον Αιγύπτιο άνδρα. Η Τουρκία αναρριχήθηκε στο διπλωματικό προσκήνιο και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο, επειδή το θέλησαν οι Δυτικοί, οι οποίοι εκ των πραγμάτων θα είχαν και τα μέσα να την «παροπλίσουν» όποτε αυτοί θα το έκριναν. Το «κύκνειο άσμα» του Ερντογάν ήρθε ουσιαστικά με τον (κατά πολλούς ύποπτος;) θάνατο τού Μόρσι πριν μία εβδομάδα στις αιγυπτιακές φυλακές, αποδεικνύοντας δύο πράγματα: ότι η πολιτική στο συγκεκριμένο γεωγραφικό περιβάλλον έχει έναν μόνο εντολοδόχο που ονομάζεται Δύση και το δεύτερο ήταν, ότι ο Ερντογάν συμμάχησε με ομολόγους του που δεν ήταν αρεστοί στους Δυτικούς.
Μετά τη νίκη Ιμάμογλου, δεν είναι καθόλου παράταιρο να ειπωθεί, ότι η Δύση θα βρει στο πρόσωπο τού νέου πολιτικού άνδρα, ενδεχομένως έναν νέο Τσίπρα. Ένα δηλαδή μετριοπαθές πρόσωπο που με το λαϊκιστικό πρόσωπο που έχει, μπορεί να επιβάλλει οποιαδήποτε δυτικότροπη πολιτική στο εσωτερικό περιβάλλον του, έχοντας ταυτόχρονα ευχαριστημένους τουρκικό λαό και Δύση. Δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να πιστέψω, ότι ο νέος δήμαρχος της Πόλης, ο οποίος μιλάει ποντιακά (και άρα καταλαβαίνει τα ελληνικά) και χορεύει ποντιακούς χορούς, την κρίσιμη ώρα, και στην περίπτωση που επαληθευτούν οι διεθνείς αναλυτές, ότι δηλαδή θα είναι ο νέος Πρόεδρος του τουρκικού κράτους, θα επανακαθορίσει σε νέες βάσεις τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, σεβόμενος τις Διεθνείς Συμβάσεις και το Διεθνές Δίκαιο.
Ωστόσο, αυτήν την στιγμή έχει έναν ευλογο χρόνο, για να δείξει τις προθέσεις του απέναντι στο ελληνικό κράτος. Ο Ερντογάν ήταν και είναι ένας πολύ προβλέψιμος αντίπαλος για την Ελλάδα. Ο Ιμάμογλου είναι ένα πρόσωπο, το οποίο θα είναι αυτό που θα καθορίσει τα ελληνοτουρκικά ζητήματα και κυρίως, το Κυπριακό, κρίνοντας από τις εξελίξεις στον ενεργειακό τομέα στην Αν. Μεσόγειο και ευχόμαστε οι Κασσάνδρες να μην επαληθευτούν μία ακόμα φορά σχετικά με την περιθωριοποίηση των ελληνικών δικαίων.
*Ιστορικός – Διεθνολόγός