Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Σε μία, ακόμα και σήμερα, πατριαρχική κοινωνία ο πατέρας εξακολουθεί να είναι η βαριά σκιά που ακολουθεί το παιδί, από την οποία δεν μπορεί -όσο κι αν προσπαθεί- να ξεφύγει. Αυτή τον ακολουθεί μεγεθυσμένη… Κάτι που άλλοτε είναι προτέρημα και άλλοτε μειονέκτημα, αναλόγως των συνθηκών και του γενεαλογικού δέντρου. Στην πολιτική, για παράδειγμα, οι λίστες με τους υποψηφίους αβγατίζουν εύκολα επειδή ο ένας είναι γιος ή κόρη κάποιου και ο άλλος περήφανος εγγονός. Ομως, το ίδιο εύκολα οι λίστες ορφανεύουν, αν προκύψει ατύχημα. Στην περίπτωση της Μυρσίνης Λοΐζου το ατύχημα ήταν παρατεταμένο και πενταετές: Εξακολουθούσε να λαμβάνει τη σύνταξη της μητέρας της που δεν εδικαιούτο. Πλέον δεν είναι υποψήφια, τα ερωτήματα όμως σχετικά με τα κριτήρια επιλογής των κομμάτων παραμένουν.
Δρόμος χωρίς γυρισμό…
ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ του ΣΥΡΙΖΑ και της Μυρσίνης Λοΐζου μήπως, άραγε, το κριτήριο ήταν το πολιτικό της έργο; Οχι, αφού δεν υπήρξε ποτέ οργανωμένο μέλος ή στέλεχος κάποιου κόμματος ούτε είχε αναλάβει κάποια δημόσια θέση, ώστε να αποδείξει τις ικανότητές της. Σύμφωνα, μάλιστα, με την ίδια, η πρώτη φορά που ήρθε σε επαφή με συλλογικότητες ήταν στα χρόνια των Αγανακτισμένων, ενώ με την υπόθεση ΑΕΠΙ άρχισε να ασχολείται πριν κάνα δυο χρόνια. Μήπως, λοιπόν, επιλέχθηκε για τις δημόσιες τοποθετήσεις της; Μα και αυτές, όπως τουλάχιστον έγιναν ευρέως γνωστές εκ των υστέρων, ήταν τουλάχιστον προβληματικές. Ακόμα και το γεγονός ότι ανακάλεσε, «γράφαμε και καμιά κοτσάνα», δεν αναιρεί το δεδομένο ότι υπήρξε στιγμή που πίστευε πραγματικά ότι τα θύματα του Ξηρού θα έπρεπε να ζητήσουν συγγνώμη ή ότι η δολοφονική απόπειρα κατά του Λουκά Παπαδήμου σήκωνε αστεία. Μήπως, λοιπόν, επιλέχθηκε επειδή ο ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να καπηλευθεί το όνομα του Μάνου Λοΐζου; Μπίνγκο!
Η ΠΡΩΤΗ φουρνιά του ευρωψηφοδελτίου του ΣΥΡΙΖΑ είχε τρεις υποψηφίους με όνομα βαρύ σαν ιστορία. Λοΐζου, Πλουμπίδης, Τσάτσου. Τρεις διαφορετικές περιπτώσεις, προφανώς, αφού ο καθένας, εκτός από το επώνυμο, κουβαλά και το επαγγελματικό βιογραφικό του και θα ήταν άδικο να τους βάλουμε όλους στο ίδιο σακί… Αλλωστε, οικογενειακή ευθύνη δεν υπάρχει, αλλά ούτε και οικογενειακά… πασπαρτού να ξεκλειδώνουν πόρτες ερμητικά κλειστές. Αυτό όμως δεν αλλάζει την πραγματική στόχευση του κόμματος, η οποία αποδεικνύεται από τα ονόματα που ακολούθησαν και στη δεύτερη φουρνιά. Πρόσωπα λαμπερά και ανακατεμένα: Από τις παρυφές του lifestyle μέχρι τους λοφίσκους των πασοκογενών και από τα πάντα εύφορα τοπία της δημοσιογραφίας μέχρι τα απόνερα της συριζαίικης Αριστεράς. Χωρίς ιδεολογική σύγκλιση, χωρίς συνοχή και κοινά πατήματα. Σαν τις ιστοσελίδες του Διαδικτύου, που κάτω από την είδηση του Ερντογάν έχουν θέμα πώς να ανοίγεις τη μουστάρδα… Αν δεν πάρει κλικ το ένα, θα πάρει σίγουρα το άλλο.
Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ του Πέτρου Κόκκαλη, πάντως, γιου του Σωκράτη και εγγονού του Πέτρου, είναι μια λίστα από μόνη της. Οχι για αυτό καθαυτό το πρόσωπο, αφού και επαγγελματικό έργο έχει να επιδείξει και κοινωνικό, αλλά για τον συμβολισμό που εκπροσωπεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα που αναρριχήθηκε στην εξουσία ποινικοποιώντας την επιχειρηματικότητα και στοχοποιώντας τους επιχειρηματίες, ανακάλυψε όψιμα πως δεν είναι όλα διαπλοκή. Ούτε καν εκείνα που έως χθες φωτογράφιζε ως «καρτέλ» και «εθνικούς προμηθευτές». Βέβαια, εκείνος ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως έχει πει ο Αλέξης Τσίπρας από τη ΔΕΘ, δεν υπάρχει πια. Ο νεοΣΥΡΙΖΑ μπορεί να είναι και με τον Τραμπ και με τον Μαδούρο, να είναι και ολιγαρκής και άφθονος. Και είπαμε, ποντάρει, κυρίως, σε εκείνους που δεν ξέρουν πώς να ανοίξουν μια μουστάρδα…
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής