Γράφει ο Νικόλαος Κουτσογιάννης*
Ταυτόχρονα, θετικό σημείο αποτελεί η αξιοσημείωτη αύξηση της χρήσης καρτών ως μέσα πληρωμών (535 χιλιάδες νέες κάρτες στο α’ εξάμηνο του 2018), γεγονός το οποίο αναμένεται να συμβάλει στον περιορισμό της φοροδιαφυγής, στην αύξηση των δημόσιων εσόδων και συνακόλουθα θα επιτρέψει την αύξηση της αξίας των υπηρεσιών που το κράτος μπορεί να επιστρέψει στους πολίτες του.
Στοίχημα για το 2019 είναι η εμπέδωση της πεποίθησης ότι τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη της ελληνικής οικονομίας έχουν σταθεροποιηθεί, γεγονός το οποίο θα επιτρέψει την εισροή άμεσων ξένων επενδύσεων, τροφοδοτώντας έτσι έναν ενάρετο κύκλο οικονομικής μεγέθυνσης, ο οποίος, μεταξύ των άλλων, θα δημιουργήσει νέες και διατηρήσιμες θέσεις εργασίας.
Επιπρόσθετα, η συνέχιση των σημαντικών μεταρρυθμίσεων που έχουν ήδη συντελεστεί θα πρέπει να συνδυάζεται και από το πλαίσιο εκείνο το οποίο θα διασφαλίζει ότι δεν θα υπάρχουν περιθώρια επιστροφής σε δημοσιονομικές συνήθειες του παρελθόντος. Το τελευταίο αυτό σημείο είναι ίσως το πλέον κρίσιμο για την εμπέδωση της εμπιστοσύνης πολιτών και επενδυτών στη θετική προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Αναφορικά με το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και με βάση τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία, οι τράπεζες κινήθηκαν σε αρνητικούς ρυθμούς καθαρής πιστωτικής επέκτασης, η οποία συνέβαλε στη βελτίωση του προφίλ ρευστότητας σε συνδυασμό και με τη μείωση ή και εξάλειψη σε ορισμένες περιπτώσεις της εξάρτησής τους από το μηχανισμό παροχής έκτακτης ενίσχυσης ρευστότητας («Emergency Liquidity Assistance – ELA»).
Παρ’ όλα αυτά, όμως, τα δομικά προβλήματα του κλάδου παραμένουν και αφορούν τόσο στο δυσθεώρητο ύψος των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (47,8%2 επί του συνόλου των πιστώσεων των τραπεζικών ιδρυμάτων) όσο και στο σημαντικό ύψος των Αναβαλλόμενων Φορολογικών Απαιτήσεων ως ποσοστό των εποπτικών κεφαλαίων των ελληνικών τραπεζών (57%2).
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις και προτάσεις για την αντιμετώπιση των ζητημάτων αυτών (συνδυαστικά ή και μεμονωμένα) αποτελούν καλή ένδειξη ότι το 2019 μπορεί να είναι το έτος αντιμετώπισης των θεμάτων αυτών, γεγονός το οποίο θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να εξυγιάνουν τους ισολογισμούς τους με αξιόπιστο και μόνιμο τρόπο.
Μένει ώσπου να φύγει…
Σε μια τέτοια περίπτωση, ο τραπεζικός κλάδος στην Ελλάδα ενδέχεται να διέλθει φάση αναδιάρθρωσης, η οποία όμως μπορεί να αποτελέσει και καλή ευκαιρία προσέλκυσης νέων επενδυτών και κεφαλαίων.
Εν τούτοις, το σημαντικότερο ίσως θέμα, που θα απασχολεί τις διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών εφεξής και με την προϋπόθεση ότι τα δύο προηγούμενα θέματα θα έχουν αντιμετωπιστεί επιτυχώς, αφορά στην ανεύρεση του επιχειρηματικού μοντέλου, το οποίο θα παράγει διατηρήσιμη κερδοφορία για τις τράπεζες. Σε σχέση με το θέμα αυτό, ζητούμενο είναι μεταξύ των άλλων και ο ρόλος της ψηφιοποίησης και ο βαθμός μετασχηματισμού των τραπεζών προς την κατεύθυνση αυτή.
Οι τάσεις της τραπεζικής αγοράς παγκοσμίως επιβεβαιώνουν ότι αυτή είναι η κατεύθυνση προς την οποία το επιχειρηματικό μοντέλο πρέπει να στραφεί, χωρίς όμως να είναι ακόμη σαφές το σημείο όπου η αναλογία ανάμεσα στα παραδοσιακά κανάλια πώλησης και το ψηφιακό μοντέλο αριστοποιείται.
Επιπλέον, το «ψηφιακό ταξίδι» των τραπεζών επηρεάζεται και από τυχόν αλλαγές στο νομοκανονιστικό περιβάλλον, αλλά και την ανθρώπινη αντίδραση έναντι τεχνολογικών καινοτομιών (ενδεικτικά, διαχείριση τραπεζικής πελατείας με τη χρήση εργαλείων τεχνητής νοημοσύνης), γεγονός το οποίο δυσκολεύει ακόμη περισσότερο την επίλυση της όλης εξίσωσης. Είναι, πάντως, σαφές ότι μικρότερα τραπεζικά σχήματα με ευέλικτη βάση κόστους θα έχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στον τομέα αυτό.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, η απάντηση στον προβληματισμό αυτό ίσως να έγκειται στον ίδιο το λόγο ύπαρξης των τραπεζών. Αυτός δεν είναι άλλος από την παροχή ενός κοινωνικού αγαθού: της πίστης.
Ο σχεδιασμός του επιχειρηματικού μοντέλου γύρω από αυτόν τον άξονα θα επιτρέψει στις ελληνικές τράπεζες να «ξανασυστηθούν» στην ελληνική κοινωνία παρέχοντας υψηλής ποιότητας υπηρεσίες, σωστά τιμολογημένες και αποτελώντας έτσι το θεμέλιο λίθο στον οποίο θα χτιστεί το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Ο Νικόλαος Κουτσογιάννης είναι Chief Financial Officer, Attica Bank
Από το ειδικό ένθετο Οικονομία που κυκλοφορεί με τον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]