Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη
Κάποια από αυτά ίσως κάποτε μπορέσει να τα ξεπληρώσει και να τα πάρει πίσω. Τα περισσότερα, όμως, θα τα χάσει για πάντα. Το ξεπούλημα δεν αφορά μόνο τα ακίνητα, για τα οποία θα μπορούσε να ισχύει ως ένα βαθμό η εκποίηση έναντι ευτελούς τιμήματος, αλλά από την άλλη θα μπορούσε να ισχύει και το αντίστροφο. Η επωφελής δηλαδή αξιοποίηση, ώστε να παραχθεί πλούτος για την οικονομία. Εξαρτάται βέβαια ποιοι κάνουν το παζάρι. Ποιος διαπραγματεύεται από θέση ισχύος και ποιος παρακαλάει. Ομως υπάρχει και ένα άλλο ξεπούλημα, μια (έκ)πτωση κοινωνικής τιμής που οδήγησε χιλιάδες πολίτες στα χέρια των χρυσοδάκτυλων.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Τα ενεχυροδανειστήρια έρχονται για δεύτερη φορά μέσα σε λίγα χρόνια στην επικαιρότητα, με άκρως αρνητικό τρόπο. Η πρώτη ήταν λίγο μετά το ξέσπασμα της κρίσης, όταν το ’11, το ’12 και το ’13 ξετρύπωναν σαν τα σαλιγκάρια μετά τη βροχή. Εκλειναν εμπορικά καταστήματα, καφενεία, γραφεία και άνοιγαν «όλα τα αγοράζω σε τιμή ευκαιρίας». Η συγκεκριμένη οικονομική συναλλαγή λειτουργεί αντίστροφα από τον γνωστό νόμο της αγοράς. Δηλαδή η διάθεση δεν ξεκινά από τον έμπορο (προσφορά) για να καταλήξει στον πελάτη (ζήτηση), αλλά από τον πελάτη (προσφέρει προς πώληση) για να καταλήξει στον έμπορο (αγοράζει). Κάπου εδώ σταματά η αναζήτηση οποιουδήποτε λογικού κανόνα που θα μπορούσε να διέπει τη συγκεκριμένη υπηρεσία και αρχίζει ο συναισθηματικός εκβιασμός, αφού αυτός που πουλάει βρίσκεται σε ανάγκη. Είναι απελπισμένος, το πιθανότερο άνεργος, έχει βουλιάξει στα χρέη ή έχει ανάγκη τα απολύτως απαραίτητα. Αυτή η ιδιάζουσα συνθήκη του προσφέροντα αποκλείει κάθε πιθανότητα μιας win win συναλλαγής. Είναι χαμένος από τη στιγμή που αποφασίζει να περάσει την πόρτα.
Φυσικά υπάρχουν και επιχειρήσεις που λειτουργούν με κάθε νομιμότητα. Που τηρούν παραστατικά, πληρώνουν φόρους και διατηρούν ένα μίνιμουμ επιχειρηματικής ηθικής. Ομως αυτές οι επιχειρήσεις λειτουργούσαν και πριν από την κρίση. Οπως υπήρχαν πάντα, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Ωστόσο η αδυναμία του κράτους να προστατέψει τους πολίτες από την οικονομική εξαθλίωση και κυρίως η αδυναμία του ελεγκτικού μηχανισμού να βρει και να ξεριζώσει τους μαυραγορίτες οδήγησε στις μαφίες του χρυσού που πλούτισαν από τα βαφτιστικά σταυρουδάκια και τις καδένες της γιαγιάς.
*Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]