Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Σε σύγκριση με την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο, που βγήκαν τα προηγούμενα χρόνια από τα Μνημόνια, η χώρα μας ολοκληρώνει το πρόγραμμα έχοντας δύο βασικά μειονεκτήματα.
Το πρώτο είναι ότι δεν έχει εξασφαλίσει φθηνή χρηματοδότηση. Οι υπόλοιπες πρώην μνημονιακές χώρες είτε εντάχθηκαν στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ εξασφαλίζοντας επιτόκια κάτω του 2% είτε απευθύνθηκαν στις αγορές λαμβάνοντας δάνεια με παραπλήσιο κόστος. Αντιθέτως, η Ελλάδα ολοκληρώνει το πρόγραμμα στις 20 Αυγούστου, όμως τα επιτόκια για τα δεκαετή ομόλογα, που αποτελούν το σημείο αναφοράς για τον μακροχρόνιο δανεισμό, παραμένουν σε απαγορευτικά επίπεδα, κοντά στο 4,5%. Η ελληνική οικονομία δεν έχει πείσει τις αγορές για τις προοπτικές της όσο διατηρείται το καθεστώς υπερφορολόγησης που πιέζει προς τα κάτω τους ρυθμούς ανάπτυξης.
Το δεύτερο μειονέκτημα της ελληνικής περίπτωσης είναι ότι κυβέρνηση και δανειστές συμφώνησαν σε ένα πρόγραμμα που δεν ήταν εμπροσθοβαρές αλλά μετέθετε για αργότερα τα επώδυνα μέτρα. Οι υπόλοιπες μνημονιακές χώρες βγήκαν από τα προγράμματά τους έχοντας δεχθεί καθεστώς τυπικής εποπτείας (σε ό,τι αφορά την πορεία των δημόσιων οικονομικών τους) αλλά χωρίς να έχουν δεσμεύσει τις οικονομίες τους για μελλοντικά μέτρα. Προστάτευσαν το φορολογικό τους σύστημα και τους χαμηλούς συντελεστές τους ενώ δεν προσυπέγραψαν για παράταση της λιτότητας.
Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. έχει υπογράψει την εφαρμογή μέτρων που αντιστοιχούν στο 2% του ΑΕΠ για τη διετία 2019-2020 και τα οποία θα προκαλέσουν ένα νέο γύρο εσωτερικής υποτίμησης. Από 1ης Ιανουαρίου μειώνονται οι συντάξεις έως και 18%, από 1ης.1.2020 θα μειωθεί το αφορολόγητο αυξάνοντας τη φορολογία κατά 650 ευρώ ακόμη και για τους χαμηλόμισθους των 600 ευρώ μηνιαίως. Επιπλέον, το οικονομικό επιτελείο έχει δεσμευθεί για κλιμάκωση των πλειστηριασμών από το δεύτερο εξάμηνο του έτους, διαδικασία που θα κορυφωθεί την περίοδο 2019-2020.
Σύγχυση ταυτοτήτων, απώλεια ισορροπίας
Ολα αυτά δείχνουν ότι οι δυσκολίες είναι μπροστά μας ενώ το κυβερνητικό αφήγημα για καθαρή έξοδο δεν εξασφαλίζει ούτε φθηνό δανεισμό για το Δημόσιο ούτε λιγότερη λιτότητα για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Αντιθέτως, και ακριβή θα είναι η έξοδος στις αγορές και μειώσεις εισοδημάτων θα υποστούν μισθωτοί και συνταξιούχοι. Εάν δεν υπάρξει αλλαγή οικονομικής πολιτικής με μειώσεις φόρων και περιστολή της κρατικής δαπάνης η κατάσταση διαρκώς θα επιδεινώνεται, όσο κι αν το Μαξίμου επιχειρεί να στήσει «φιέστα» για το τέλος των Μνημονίων, που ουσιαστικά δεν θα επέλθει στις 20 Αυγούστου…
Φεύγει το ΔΝΤ τώρα συζητάμε για το χρέος
Το ΔΝΤ δεν έχει ξεκαθαρίσει ακόμη εάν θα παραμείνει στο ελληνικό πρόγραμμα ως τεχνικός σύμβουλος ή θα αποχωρήσει.
Κάποιοι εντός Οργανισμού πιστεύουν ότι το Ταμείο έχει τώρα νέο πεδίο «δράσης» στην Αργεντινή και ως εκ τούτου πρέπει να αποχωρήσει από την Ευρώπη. Αυτό που είναι βέβαιο για την Ελλάδα είναι ότι το ΔΝΤ θα μπορούσε να εντείνει τις πιέσεις του προς την ευρωζώνη για την επίτευξη βιώσιμης λύσης για το χρέος.
Θυμίζουμε ότι το ΔΝΤ επέβαλε όλα τα σκληρά μέτρα που είχε προτείνει ο κ. Τόμσεν από τον Δεκέμβριο του 2016 για συντάξεις και αφορολόγητο και τώρα που φουντώνουν οι συζητήσεις για το χρέος είναι έτοιμο προς αποχώρηση. Αυτή η εξέλιξη δεν είναι θετική και για έναν ακόμη λόγο. Η ελληνική οικονομία χρειάζεται την «πιστοποίηση» από το ΔΝΤ ότι το χρέος μπορεί να καταστεί βιώσιμο ώστε να υπάρξει αποκλιμάκωση των επιτοκίων στα ομόλογα.
Η κυβέρνηση δέχθηκε όλα τα μέτρα του ΔΝΤ αλλά, όπως φαίνεται, δεν θα έχει σύμμαχο το Ταμείο στις συζητήσεις με τους Ευρωπαίους δανειστές. Αλλη μία μεγάλη διαπραγματευτική επιτυχία…
*O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]