Μόνο που με αυτό τον τρόπο χάνει χρόνο και μάλιστα χωρίς αποτέλεσμα.
Ο κ. Τσίπρας επιχείρησε να διασπάσει τη Νέα Δημοκρατία με το Σκοπιανό αλλά το μόνο που κατάφερε ήταν να μπορέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να απευθυνθεί σε ένα ευρύτερο ακροατήριο, που δεν συμφωνούσε με τους χειρισμούς του πρωθυπουργού.
Λίγες ώρες μετά το συλλαλητήριο της Αθήνας, η κυβέρνηση έριξε στην πολιτική αρένα την υπόθεση της Novartis με προφανή σκοπό να πλήξει τη Ν.Δ.
Για τον λόγο αυτό υπουργοί ενεπλάκησαν με δικαστικούς λειτουργούς, όπως καταγγέλλουν επωνύμως στελέχη της Νέας Δημοκρατίας, ενώ επιστρατεύθηκαν τρεις «προστατευόμενοι μάρτυρες» οι οποίοι προχώρησαν σε βαρύτατες καταγγελίες κατά 10 πολιτικών χωρίς να διαθέτουν άλλα στοιχεία, όπως προκύπτει από τις καταθέσεις τους.
Είναι σαφές ότι το τελευταίο όπλο του πρωθυπουργού είναι η ακραία πόλωση και η σπίλωση της Νέας Δημοκρατίας. Η κυβέρνηση θέλει να στήσει μία πολιτική λασπομαχία γνωρίζοντας ότι η προανακριτική επιτροπή της Βουλής δεν μπορεί να προχωρήσει, λόγω παραγραφής αδικημάτων, σε ουσιαστική διερεύνηση της υπόθεσης.
Ο φάκελος της Novartis θα επιστρέψει στη Δικαιοσύνη και οι 10 κατονομαζόμενοι πολιτικοί θα περιμένουν επί χρόνια το αποτέλεσμα των ερευνών. Ομως έως τότε η ζημιά θα έχει γίνει.
Ο κ. Τσίπρας θέλει να έχει σε καθεστώς ομηρείας τη Νέα Δημοκρατία βλέποντας ότι το κυβερνητικό αφήγημα περί βελτίωσης της οικονομίας και εξόδου από τα μνημόνια δεν περνάει στους πολίτες, όταν μάλιστα από τον Δεκέμβριο του 2018 η λιτότητα θα ενταθεί μέσω της μείωσης των συντάξεων.
Η πόλωση όμως λειτουργεί σε βάρος όχι μόνο του πολιτικού κόσμου στο σύνολό του αλλά και της οικονομίας. Το άσχημο πολιτικό κλίμα δεν ευνοεί επενδυτικές πρωτοβουλίες, αλλά αυτό δεν απασχολεί ιδιαίτερα την παρέα του Μαξίμου, όπως είχε φανεί και με την υπόθεση του δημοψηφίσματος.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου