Γράφει η Δέσποινα Κονταράκη*
Ενώ, αντιθέτως, γνωρίσαμε τις μεγαλύτερες, ακόμη και εθνικές, καταστροφές όταν διχαστήκαμε. Ας σχεδιάσουμε, λοιπόν, με λογισμό, όραμα και ομόνοια τα μελλοντικά μας βήματα μέσα στο ευρωπαϊκό και ευρύτερο διεθνές περιβάλλον της πολιτικής, της οικονομίας και του πολιτισμού. Και τότε είναι σίγουρο ότι θα πετύχουμε». Αυτά είπε, μεταξύ άλλων, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος κατά την ανακήρυξή του σε επίτιμο δημότη Γορτυνίας και φυσικά όλοι χειροκρότησαν. Αν λοιπόν ο πρώτος πολίτης της χώρας έχει δίκιο, που έχει, τότε είναι σίγουρο ότι θα αποτύχουμε.
Ντόναλντ Τραμπ και Δαλάι Λάμα
Ας πάρουμε παράδειγμα το Σκοπιανό. Αν δεν μας αρέσει επειδή είναι πολύ εθνικό, ας πάρουμε τα Μνημόνια. Αν πάλι αυτό είναι πολύ οικονομικό, ας σκεφτούμε κάποιο άλλο παράδειγμα. Την Παιδεία ίσως, αλλά κάποιοι μπορεί να το θεωρήσουν λίγο «εξειδικευμένο». Τότε ας συζητήσουμε για την Υγεία. Φοβάμαι πως ούτε εκεί θα τα καταφέρουμε. Η πικρή εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών και κυρίως των τελευταίων μνημονιακών χρόνων μας έχει διδάξει πως κυβέρνηση και αντιπολίτευση σε αυτό τον τόπο ποτέ δεν στάθηκε ενωμένη απέναντι στον κίνδυνο. Ποτέ δεν συζήτησε με «λογισμό, όραμα και ομόνοια». Αν έπρεπε μάλιστα να μετρήσουμε μερίδια ευθύνης, τότε αντικειμενικά στις κυβερνήσεις αναλογεί το μεγαλύτερο.
Οι κυβερνήσεις είναι αυτές που έχουν λάβει την εντολή του λαού, που εξ ονόματός του οφείλουν να αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες, να αναζητούν τη συναίνεση και τη σύμπνοια και να υπερβαίνουν τα κόμματα με τα οποία εξελέγησαν, στα οποία άλλωστε χρωστούν μόνο το όχημα που τους μετέφερε στην εξουσία, όχι όμως και το εισιτήριο επιβίβασης. Διότι κανένα κόμμα δεν κέρδισε τις εκλογές μόνο από τις δικές του ψήφους. Πάντα το τελικό αποτέλεσμα έκριναν οι λεγόμενοι αναποφάσιστοι, δηλαδή εκείνοι που μετακινούνται ανάμεσα σε κόμματα, βάζοντας κάθε φορά στη ζυγαριά της κρίσης τους τα πρόσωπα, τις καταστάσεις και το διακύβευμα της εποχής.
Ο ΣΥΡΙΖΑ που κυβερνά δεν είναι ο ΣΥΡΙΖΑ του 4%. Οφειλε λοιπόν στην υπόθεση των διαπραγματεύσεων με την ΠΓΔΜ να ενημερώσει καλή τη πίστει τους αρχηγούς των κομμάτων και όχι να τους αιφνιδιάσει με σκοπό να «εμβολίσει» το χώρο τους. Από την άλλη, βέβαια, ούτε όταν ήταν αντιπολίτευση είχε επιδείξει ανάλογα σημεία πολιτικής ωριμότητας ή διάθεσης συνεννόησης για τα μείζονα. Οπως ήταν η εφαρμογή των οικονομικών προγραμμάτων και μεταρρυθμίσεων, τα οποία τορπίλιζε όταν βρίσκονταν απέναντι, αλλά τώρα που βρίσκεται καβάλα στο άρμα της εξουσίας εφαρμόζει -όπως λέει και ο Βίζερ- καλύτερα από όλους.
Η Δέσποινα Κονταράκη είναι αρχισυντάκτρια του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]