Γράφει ο Γιώργος Κουμπαράκης*
Για να μάθουμε όμως τι πραγματικά συμβαίνει πρέπει να δούμε το δείκτη της απασχόλησης. Και, πράγματι, οι απασχολούμενοι διατηρούν μια αυξητική δυναμική από το 2013 και μετά. Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 74.500 θέσεις το 2015, κατά 63.000 το 2016 και κατά περίπου 80.000 το 2017. Συνολικά, την τελευταία τετραετία δημιουργήθηκαν περίπου 240.000 θέσεις εργασίας.
Ομως απασχόληση από απασχόληση διαφέρει. Αλλο θέση μόνιμης απασχόλησης που χάνεται και άλλο θέση μερικής απασχόλησης που δημιουργείται. Κάθε άλλο παρά χαρούμενους πρέπει να μας κάνει το γεγονός αυτό! Το παρηγορητικό μύθευμα της αύξησης της απασχόλησης στηρίζεται σε μια πλάνη: στο ότι ναι μεν η απασχόληση μπορεί να αυξήθηκε, αλλά με θέσεις εργασίας οι οποίες κάθε άλλο παρά βιώσιμες και ποιοτικές είναι. Και για να καταλαβαινόμαστε, περισσότερες θέσεις εργασίας με αμοιβές που αγγίζουν το ναδίρ και συνθήκες απόλυτης εξαθλίωσης.
Το σημαντικότερο, δε, είναι ότι οι θέσεις αυτές δεν είναι αποτέλεσμα κάποιας αναπτυξιακής πολιτικής που εφάρμοσε η σημερινή κυβέρνηση, ούτε όμως προέκυψαν από την ανοδική πορεία της οικονομίας της χώρας. Οι θέσεις αυτές είναι προϊόν της ανακύκλωσης της ανεργίας και μόνο! Και μπορεί η ανακύκλωση αυτή να ξεγελά τους αριθμούς και να «βαφτίζεται» αντιμετώπιση και μείωση της ανεργίας, όμως τους ανθρώπους που βρίσκονται πίσω από τους αριθμούς δεν τους ξεγελά. Και αυτό γιατί οι ίδιοι γνωρίζουν πολύ καλά πως όταν κάθε φορά κάποιος παράγοντας της σημερινής κυβέρνησης τους μιλάει για μείωση της ανεργίας, αυτό που πραγματικά εννοεί είναι αναδιανομή της φτώχειας!
Την ίδια στιγμή που η είδηση της «μείωσης» της ανεργίας έρχεται να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, η πραγματική ελληνική οικονομία -ούσα αναιμική προσπαθεί- να επιβιώσει σε ένα εξαιρετικά απειλητικό και εχθρικό περιβάλλον για την ίδια.
Η Δώρα, η Γαρυφαλλιά και αύριο;
Αν πράγματι θέλουμε βιώσιμες και ποιοτικές θέσεις εργασίας, χρειάζονται διαρθρωτικές αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Μεταρρυθμίσεις και αλλαγές που θα φέρουν οικονομική μεγέθυνση και κατ’ επέκταση ανάπτυξη.
Δυστυχώς όμως, όσο ο δημόσιος διάλογος αναλώνεται σε vintage ρητορείες του τύπου «φταίνε οι προηγούμενοι» και όσο οι κυβερνητικές πολιτικές περιορίζονται σε θεωρητικές αναλύσεις, οι οποίες στην πράξη δεν οδηγούν πουθενά, τόσο η πιθανότητα διεξαγωγής μιας συζήτησης ικανής για την αλλαγή θα παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες.
Και όσο συμβαίνει αυτό τόσο τα νέα μυαλά θα επιλέγουν το δρόμο της μεγάλης φυγής και την εκτός χώρας λύση. Και όσο η μετανάστευση των νέων θα μεγαλώνει τόσο οι δείκτες της ανεργίας θα μικραίνουν και το όνειρο της δήθεν αντιμετώπισης της ανεργίας θα συνεχίζεται, με όλους εμάς να ξεχνάμε πως στο τέλος κάθε ονείρου βρίσκεται ο εφιάλτης!
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
*Ο Γιώργος Κουμπαράκης είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ ΕΜΠ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]