Γράφει ο Πάνος Αμυράς*
Κατ’ αρχάς είναι θετικό το γεγονός ότι ο κ. Τσίπρας απευθύνει πρόσκληση στους επενδυτές να τοποθετήσουν τα κεφάλαιά τους, όταν πριν από ακριβώς τρία χρόνια τους προειδοποιούσε ότι εάν ελάμβαναν μέρος στις προγραμματισμένες από την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ιδιωτικοποιήσεις θα είχαν να αντιμετωπίσουν τη Δικαιοσύνη για συμμετοχή στο ξεπούλημα του δημόσιου πλούτου.
Ενα δεύτερο θετικό στοιχείο είναι ότι ο πρωθυπουργός αναγνώρισε τη σημασία του κέρδους για την υλοποίηση των επενδυτικών πρωτοβουλιών. Ο ίδιος μάλιστα μίλησε για «υψηλά επικερδείς επενδύσεις», θυμίζοντας την παλιά διαφήμιση με το «αφεντικό που τρελάθηκε» και χαρίζει την πραμάτειά του.
Εκεί που τα χαλάει ο κ. Τσίπρας είναι στην έννοια της ευκαιρίας. Κάθε υποψήφιος επενδυτής όταν σκέπτεται να βάλει λεφτά στην Ελλάδα ενδιαφέρεται για τρία βασικά πράγματα: τι φόρους θα πληρώσει, πόσος χρόνος χρειάζεται για να υλοποιήσει το επιχειρηματικό του σχέδιο και πότε θα αποσβέσει τα κεφάλαια που θα τοποθετήσει.
Ινάσιο Λούλα, ο «πρεσβευτής» του Καλού
Πώς απαντά σε αυτά τα ερωτήματα η κυβέρνηση; Οι φόροι στην Ελλάδα είναι οι υψηλότεροι της ευρύτερης περιοχής της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, ενώ σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Κομισιόν στη χώρα μας το 2016 σημειώθηκε η μεγαλύτερη ετήσια αύξηση φορολογικών επιβαρύνσεων.
Ο χρόνος υλοποίησης μιας επένδυσης είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία. Και μόνο ότι το μεγαλύτερο επιχειρηματικό σχέδιο όλων των εποχών, η αξιοποίηση του Ελληνικού, παραμένει ακόμη στα χαρτιά, επειδή η απόφαση βρίσκεται μεταξύ υπουργικών συρταριών και Δασαρχείου.
Οσο για το χρόνο απόσβεσης της επένδυσης, εξαρτάται καίρια από το βαθμό μεγέθυνσης της οικονομίας. Το 2014 επενδύθηκαν πάνω από 10 δισεκατομμύρια στις ελληνικές τράπεζες, επειδή τα διεθνή κεφάλαια πίστευαν ότι το κεφάλαιο της ελληνικής κρίσης έχει τελειώσει και η οικονομία θα πήγαινε μόνο μπροστά. Δεν είχαν υπολογίσει τον «τυφώνα Τσίπρα», που διέλυσε όλα τα επιτεύγματα της οικονομίας, ρίχνοντάς την ξανά στην ύφεση και βέβαια έχασαν τα λεφτά τους.
Οσο η ελληνική οικονομία παραμένει στους ρυθμούς ΣΥΡΙΖΑ, οι επενδυτές θα σφυρίζουν αδιάφορα περιμένοντας μια κυβέρνηση που θα μπορεί να μειώσει τους φόρους και να δώσει αναπτυξιακή πνοή στην αγορά. Αυτό έδειξαν και τα πρόσφατα στοιχεία της Στατιστικής Αρχής, σύμφωνα με τα οποία οι επενδύσεις παγίων στο τρίτο τρίμηνο του έτους μειώθηκαν κατά 6% σε σχέση με το αντίστοιχο διάστημα του 2016. Μέχρι να υπάρξουν πειστικές απαντήσεις στα τρία ερωτήματα των επενδυτών, η Ελλάδα θα παραμένει η γη των χαμένων ευκαιριών.
«Κατά φαντασίαν» εξοικονόμηση
Ο πρωθυπουργός ενημέρωσε τους πολίτες μέσω του twitter ότι επί των ημερών του η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ επαναδιαπραγματεύθηκε με τους εργολάβους τις συμβάσεις των εθνικών οδών και το Δημόσιο εξοικονόμησε ένα ποσό άνω των 700 εκατομμυρίων ευρώ. Πρόκειται για «υπολογισμούς» που προκύπτουν μόνο στο Μέγαρο Μαξίμου. Εάν υπήρχε πραγματική εξοικονόμηση πόρων από την αλλαγή των συμβάσεων, αυτή θα έπρεπε να είχε αποτυπωθεί στη μείωση των διοδίων. Ομως, οι οδηγοί εξακολουθούν να πληρώσουν τις ίδιες τιμές στα διόδια, ενώ διαρκώς αυξάνεται ο αριθμός των σταθμών. Οι εργολάβοι εξακολούθησαν και επί ΣΥΡΙΖΑ (για να είμαστε δίκαιοι η τακτική αυτή είχε αρχίσει από τις προηγούμενες κυβερνήσεις) να εισπράττουν πριμ επιτάχυνσης έργων και σε καμία περίπτωση δεν έχασαν 700 εκατομμύρια, όπως υποστήριξε ο κ. Τσίπρας. Επί τη ευκαιρία, τι συμβαίνει με τις συμβάσεις του αυτοκινητοδρόμου Πατρών-Πύργου που από το 2015 είχαν καταλήξει σε εταιρίες του Καλογρίτσα; Υπεγράφησαν οι συμβάσεις ή παραμένουν στα χαρτιά και γιατί; Εχει απαντήσεις το αρμόδιο υπουργείο και γιατί καθυστερούν οι υπογραφές;
O Πάνος Αμυράς είναι ο διευθυντής του Ελεύθερου Τύπου
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου