Γράφει ο Μάνος Μανουσέλης*
Η Εθνική Ομάδα μπάσκετ έχει ξεχωριστή θέση στην καρδιά του Ελληνα. Όχι του Ελληνα φιλάθλου. Του Ελληνα. Γιατί σε καιρούς χαλεπούς, τριάντα χρόνια πριν, έδωσε σάρκα και οστά στο παραμύθι του Δαυίδ και του Γολιάθ! Μας έκανε να πιστέψουμε ότι μπορούμε, πως με ομαδική δουλειά, πειθαρχία και καρδιά όλα είναι δυνατά. Και γιατί στα χρόνια που ακολούθησαν απέδειξε στην πράξη πως το 1987 δεν ήταν μια περιστασιακή επιτυχία. Υπήρξε συνέχεια, βγήκαν διάδοχοι, η πορτοκαλί μπάλα έκανε και άλλες φορές τους Ελληνες να πανηγυρίζουν στους δρόμους, ήρθε και άλλο ευρωπαϊκό, η νίκη επί των ΗΠΑ που θα μνημονεύεται για πολύ ακόμη.
Η μαγεία της εθνικής ομάδας ήταν και παρέμεινε ευθέως ανάλογη με τη νοοτροπία, την συμπεριφορά και τον χαρακτήρα των πρωταγωνιστών της. Οι παίκτες και οι προπονητές ήταν πάντα ξεχωριστοί. Εφερναν σε πέρας αποστολές που έμοιαζαν αδύνατες γιατί είχαν χαρακτηριστικά που θα έπρεπε να τα έχουν οι πάντες σε κάθε έκφανση της ζωής τους, όχι μόνο στον αθλητισμό. Πίστευαν στη νίκη όποιος και αν ήταν ο αντίπαλος και έκαναν όλα όσα έπρεπε για να νικήσουν, τόσο στην διάρκεια της προετοιμασίας, όσο και στους αγώνες.
Προφανώς καμία ομάδα σε κανένα σπορ δεν μπορεί να κάνει συμβόλαιο με τη νίκη. Και τα τελευταία χρόνια, όσο έφευγαν σιγά – σιγά οι μεγάλοι παίκτες που έφεραν μετάλλια και κύπελλα, όχι μόνο δεν έχουμε πλέον αποτελέσματα, αλλά η συνταγή της επιτυχίας αλλοιώθηκε και ξεχάστηκαν οι βασικές αρχές που έκαναν την εθνική ομάδα αγαπημένη όλων των Ελλήνων.
Κλιμάκωση χωρίς κέρδος
Προσοχή. Ακόμη και σήμερα η εθνική ομάδα μπορεί να πάρει τρία αποτελέσματα και να μπει στους οκτώ και τα χιαστί. Μετά όλα γίνονται. Η, μήπως όχι; Μετά από τόσα χρόνια ο Ελληνας είναι πια σε θέση να καταλάβει όταν βλέπει ένα παιχνίδι στην τηλεόραση, περισσότερα πράγματα από όσα δείχνει ο φωτεινός πίνακας, ή, εκείνα που λένε και γράφουν όσοι αναλύουν τον αγώνα.
Το γεγονός και μόνο ότι ο Θανάσης Αντετοκούμπο είναι ανάμεσα στους δύο – τρεις καλύτερους παίκτες αυτής της εθνικής ομάδας δείχνει πιο είναι το πρόβλημα. Οι παραστάσεις που έχει ο συγκεκριμένος αθλητής από το υψηλότερο επίπεδο του μπάσκετ είναι ίσως οι λιγότερες από κάθε άλλο μέλος της δωδεκάδας. Από την στιγμή, όμως, που μπαίνει στο γήπεδο νοιάζεται μόνο για το πως θα κυνηγήσει κάθε φάση, κάθε μπάλα, κάθε διεκδίκηση. Δεν γκρινιάζει για τον χρόνο που παίζει, για το πόσες προσπάθειες παίρνει, για το αν τον προβάλλουν ή, τον προσβάλλουν τα μίντια. Τα δίνει όλα και δείχνει έμπρακτα το πόσο εκτιμάει το γεγονός ότι φοράει τα γαλανόλευκα.
Το μπάσκετ έχει θεούς και κανόνες. Οποιος δεν τους σέβεται θα πληρώσει το τίμημα αργά ή, γρήγορα. Η ομάδα είναι πάνω από τα άτομα. Ο προπονητής είναι εκείνος που βάζει τους κανόνες, φροντίζει να τηρούνται και παίρνει τις αποφάσεις. Οποιος νομίζει ότι ο κόουτς, από την ΕΣΚΑ ως το ΝΒΑ είναι αναγκαίο κακό, απλά αναγάγει την σοφιστεία σε επιστήμη. Και οι παίκτες πρέπει πρώτα να σέβονται τον εαυτό τους και μετά όλους όσους είναι μέλη της ομάδας. Όχι με τα λόγια, αλλά εμπράκτως. Αν κάποιος θέλει να κάνει το κομμάτι του, να βγάλει τα απωθημένα του, να αποδείξει το πόσο σπουδαίος είναι, ή, να παίξει χαλαρά γιατί έτσι του αρέσει, προφανώς δεν μπορεί να το κάνει φορώντας την φανέλα της εθνικής ομάδας.
Τελικά οι ομάδες έχουν την ταυτότητα που έχουν οι κορυφαίοι τους παίκτες. Είναι ταλαντούχες και σκληρές αν έχουν Γκάλη, Γιαννάκη, Φάνη, είναι έξυπνες και ικανές για κάθε ανατροπή αν έχουν Διαμαντίδη, Παπαλουκά, Σπανούλη. Η φετινή έκδοση της εθνικής Ελλάδας, με όσα έχουν γίνει από την αρχή της προετοιμασίας ως τώρα, δυστυχώς δεν διεκδικεί τέτοια κοσμητικά επίθετα.
Προφανώς, όπως είπε και ο Κώστας Μίσσας, όταν τελειώσουν οι αγώνες, θα μπορεί να πει και ο ίδιος και όποιος παρακολουθεί την εθνική ομάδα, να πει περισσότερα. Ως τότε, όμως, καλό θα είναι κάθε μέλος της ελληνικής αποστολής να συνειδητοποιήσει ότι όλη η χώρα έχει στραμμένη την προσοχή της στο Ελσίνκι. Και το να μην μπαίνουν τα τρίποντα δεν αποτελεί πρόβλημα. Το να γίνονται, όμως, οι σκηνές από τα τάϊμ άουτ ευκαιρία, για να λοιδορήσει την Ελλάδα και το μπάσκετ ο κάθε πικραμένος, είναι εγκληματική ανευθυνότητα.
*Ο Μάνος Μανουσέλης είναι προπονητής μπάσκετ και δημοσιογράφος