«Οι απώλειες αυτές θα είχαν περιοριστεί εάν παράλληλα “έτρεχε” και μία ιδιωτική σύνταξη», σημειώνουν, από την πλευρά τους, παράγοντες της ασφαλιστικής αγοράς. Πόσο εύκολη είναι, όμως, η επιλογή ενός ιδιωτικού συνταξιοδοτικού πακέτου; Πόσα χρήματα και για πόσο διάστημα πρέπει να δεσμευθούν για να προκύψει εν τέλει μία αξιοπρεπής σύνταξη; Ποια τα πλεονεκτήματα σε σχέση, για παράδειγμα, με έναν τραπεζικό λογαριασμό; Το «Ασφάλιση & Συντάξεις» απευθύνθηκε στον ασφαλιστικό σύμβουλο, κ. Χαράλαμπο Ματωνάκη, εξειδικευμένο στις ασφαλίσεις Ζωής και Υγείας και δημιουργό, μεταξύ άλλων, των σελίδων asfalisi-ygeias.gr και asfalisi.com, προκειμένου να απαντήσει σε μία σειρά από κρίσιμα ερωτήματα γύρω από τα ιδιωτικά συνταξιοδοτικά προγράμματα.
1. Ποιος μπορεί να αγοράσει ένα ιδιωτικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα; Αφορά μόνο σε ενήλικες ή και σε παιδιά και τι ρόλο παίζει η ηλικία;
Πρακτικά το ίδιο πρόγραμμα μπορεί να αποκτήσει και ένας ενήλικος και ένα παιδί. Για τα παιδιά, ωστόσο, συνήθως χρησιμοποιείται μία ηλικία λήξης κοντά στην ενηλικίωση και τις σπουδές για τη χρηματοδότησή τους. Η ηλικία εδώ δεν παίζει ρόλο στα ασφάλιστρα ή τις αποδόσεις. Οσο πιο νέος, όμως, ξεκινήσει κάποιος ένα πρόγραμμα αποταμίευσης-σύνταξης τόσο περισσότερα χρόνια υπάρχουν για να συγκεντρωθεί ένα μεγαλύτερο και ουσιαστικότερο κεφάλαιο.
2. Ποιος ο ρόλος τους σε σχέση με τη δημόσια σύνταξη;
Οπως βλέπουμε και στο νέο ασφαλιστικό νόμο, το μέλλον είναι να υπάρχει σύνδεση μεταξύ των ατομικών εισφορών και της μελλοντικής σύνταξης (κεφαλαιοποιητικό σύστημα). Ετσι και στην περίπτωση της ιδιωτικής ασφάλισης, ο οποιοσδήποτε μπορεί να έχει και ένα ατομικό συνταξιοδοτικό πρόγραμμα για να συμπληρώσει τη μελλοντική του σύνταξη στην ηλικία που θέλει.
3. Τράπεζες VS ασφαλιστικές εταιρίες. Ποιες οι διαφορές στα συνταξιοδοτικά πακέτα;
Στην πράξη τα προγράμματα δεν διαφέρουν. Εξάλλου, συνταξιοδοτικά προγράμματα μπορούν να δίνουν μόνο ασφαλιστικές εταιρίες. Απλά οι τράπεζες προωθούν προγράμματα συνεργαζόμενων εταιριών έναντι της προβλεπόμενης αμοιβής. Ενδεχομένως, οι εμπορικές ονομασίες των προγραμμάτων, που βρίσκει κάποιος σε εταιρία και σε τράπεζα να διαφέρουν, ίσως, και μερικά χαρακτηριστικά τους, η λογική και οι μέγιστες εγγυημένες αποδόσεις, ωστόσο, είναι ίδιες.
4. Τι θα συμβεί εάν κλείσει η εταιρία;
Μην ξεχνάμε ποτέ ότι σε οτιδήποτε υπάρχει ο χαρακτήρας της επένδυσης και του κέρδους θα υπάρχει και ένα ποσοστό κινδύνου, με διάφορες μορφές. Δυστυχώς, το παράδειγμα της ΑΣΠΙΣ ΠΡΟΝΟΙΑ είναι και θα είναι η βασική πηγή ανησυχίας των ενδιαφερομένων. Από εκείνη την περίοδο, ωστόσο, έχει ξεκινήσει η λειτουργία του Εγγυητικού Κεφαλαίου Ζωής. Ενα μεγάλο ταμείο, στο οποίο πηγαίνει ένα μικρό μέρος των ασφαλίστρων όλων των ασφαλισμένων, με ρόλο να αποζημιώνει ασφαλισμένους των οποίων η ασφαλιστική εταιρία δεν μπορεί να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις της. Η πιθανότητα, λοιπόν, να υπάρξει ζημιά στον ασφαλισμένο από ενδεχόμενο κλείσιμο εταιρίας έχει πλέον εκμηδενιστεί.
5. Πόσα χρήματα πρέπει να βάζω, για πόσο χρόνο και τι ποσό θα λάβω μετά τη λήξη του συμβολαίου;
Συνήθως υπάρχει μία ελάχιστη ετήσια καταβολή, ανάλογα με την εταιρία. Ας πούμε περίπου 400 ευρώ – 600 ευρώ ανά έτος. Η διάρκεια ενός προγράμματος εξαρτάται από τους στόχους κάθε ασφαλισμένου. Για παράδειγμα, μία απλή αποταμίευση μπορεί να γίνει και για 10 – 15 χρόνια. Ενα μακροχρόνιο πλάνο για συνταξιοδότηση μπορεί να διαρκέσει και 30 – 35 – 40 έτη. Ανάλογα τώρα με την εταιρία και το πρόγραμμα είναι και η ελάχιστη εγγυημένη απόδοση. Αυτή μπορεί να κυμαίνεται από απλή εγγύηση κεφαλαίου έως και 2% – 2,5% ετήσια απόδοση. Για παράδειγμα: Εάν κάποιος 30 ετών αποταμιεύει 2.000 ευρώ/έτος (166 ευρώ/μήνα) σταθερά, σε 20 έτη μπορεί να έχει μία ελάχιστη εγγυημένη εξαγορά από 41.000 έως 46.000 ευρώ, για 30 έτη από 66.000 ευρώ έως 81.000 ευρώ και για 35 έτη από 80.000 ευρώ έως 103.000 ευρώ.
6. Πώς υπολογίζεται η σύνταξη;
Η σύνταξη, ουσιαστικά, αποτελεί μία διαίρεση του κεφαλαίου, που συγκεντρώθηκε, διά των ετών, που αναμένεται ο ασφαλισμένος να ζήσει μετά τη λήξη του προγράμματος. Αυτά με βάση τα στατιστικά δεδομένα της περιόδου για το προσδόκιμο ζωής. Το ίδιο κεφάλαιο, έστω 100.000 ευρώ, θα δώσει μικρότερη σύνταξη σε κάποιον 60 ετών και αρκετά μεγαλύτερη σε κάποιον 75 ετών. Αυτά πάντα για την ισόβια σύνταξη, καθώς υπάρχουν και διαφορετικές μορφές συγκεκριμένης διάρκειας.
7. Καλύτερα σταθερά ή αυξανόμενα ασφάλιστρα;
Η γνώμη μου είναι ότι τα σταθερά ασφάλιστρα κάνουν ευκολότερο τον προγραμματισμό. Μία ετήσια – υποχρεωτική αύξηση, π.χ. 3%, θα οδηγήσει σε ένα ασφάλιστρο αρκετά διαφορετικό – μεγαλύτερο σε 15 με 20 έτη. Και τότε μπορεί ο ασφαλισμένος να δυσκολευτεί να ανταποκριθεί. Καλύτερα, λοιπόν, σταθερή αποταμίευση και, εάν υπάρχει δυνατότητα, στο μέλλον ένα συμπληρωματικό πρόγραμμα για καλύτερο αποτέλεσμα.
Σύνταξη - Όρια ηλικίας: Αυτοί μπορούν να αποχωρήσουν από τα 58,5 έτη [πίνακες]
8. Γιατί να δεσμευτώ τόσα χρόνια και να μην τα βάλω απλά σε έναν αποταμιευτικό λογαριασμό;
Αρχικά, η δέσμευση δεν είναι τόσο μεγάλη όσο φαντάζεται κάποιος. Στα περισσότερα προγράμματα προβλέπεται δικαίωμα εξαγοράς μετά τα 2 – 3 – 4 πρώτα έτη. Επιπλέον, δεν ισχύει ότι ένα συνταξιοδοτικό πρόγραμμα είναι ανταγωνιστικό της τραπεζικής κατάθεσης. Κάθε μορφή τοποθέτησης έχει τη δική της χρησιμότητα. Ενα ιδιωτικό αποταμιευτικό πρόγραμμα χρησιμεύει στον ασφαλισμένο, καθώς «υπενθυμίζει» μεθοδικά ένα μακροπρόθεσμο στόχο, που πολύ δύσκολα επιτυγχάνεται με έναν τραπεζικό λογαριασμό, όπου απλά βάζουμε χρήματα «όποτε έχουμε». Συνήθως δεν έχουμε και καταλήγουμε να μην μπορούμε να συγκεντρώσουμε όσα θα θέλαμε θεωρητικά. Τέλος, τα επιτόκια των αποταμιευτικών προγραμμάτων είναι πλέον πολλαπλάσια από αυτά των τραπεζικών λογαριασμών.
9. Είχα κάνει και παλαιότερα, αλλά όταν έληξε πήρα πολύ λίγα χρήματα. Γιατί;
Πολύ λιγότερα χρήματα σε σχέση με τι; Στη λήξη κάθε συμβόλαιο αναγράφει στις πρώτες σελίδες ποια είναι η εγγυημένη εξαγορά και αυτό δεν έχει ποτέ παραβιαστεί από τις εταιρίες. Το πρόβλημα είναι ότι πολλοί ασφαλισμένοι, ιδιαίτερα στη δεκαετία του ’90, ανέμεναν πολύ μεγάλες αποδόσεις λόγω των τότε τραπεζικών επιτοκίων της αγοράς, που, όμως, ήταν αποτέλεσμα του υψηλού πληθωρισμού. Οταν τα πράγματα ομαλοποιήθηκαν μετά το 2000, οι αποδόσεις των προγραμμάτων ήταν οι εγγυημένες, που ίσχυαν εξαρχής. Τότε μπορεί να ήταν και 4% με 5% ετησίως. Σε αυτό βέβαια συνετέλεσαν και διάφορου είδους «σύμβουλοι», οι οποίοι έκαναν την πώληση με βάση θεωρητικές αποδόσεις, καθιστώντας, φυσικά, πολύ ελκυστικότερη την αποταμίευση. Δυστυχώς, αυτές οι πρακτικές δεν λείπουν και σήμερα και πρέπει όλοι να είναι πολύ προσεκτικοί σε αυτά που ακούνε ή τους «υπόσχονται». Στην εποχή μας αποδόσεις 4%, 5% και 6% κάθε χρόνο, για 30 χρόνια, δεν μπορεί ούτε να προβλέψει ούτε να εγγυηθεί κανείς.
10. Μπορώ να «σπάσω» νωρίτερα το συμβόλαιο; Εάν ναι, έχω πέναλτι;
Η διαδικασία αυτή λέγεται «εξαγορά» και κάθε συμβόλαιο προβλέπει πότε μπορεί να γίνει και με τι ποσό – ποσοστό. Συνήθως μπορεί να γίνει 2 με 3 χρόνια από την έναρξη. Σχεδόν πάντα, μία πρόωρη εξαγορά δεν συμφέρει τον ασφαλισμένο, καθώς τα χρήματα που θα πάρει θα είναι, σχεδόν σίγουρα, λιγότερα από όσα έχει δώσει. Ειδικά εάν η εξαγορά γίνει πριν περάσουν 8 με 10 χρόνια. Από εκεί και μετά η εξαγορά είναι πιο συμφέρουσα με την πάροδο των ετών. Σαφώς και κάποιος μπορεί να προβεί σε μία εξαγορά εάν υπάρξει κάποια έκτακτη ανάγκη. Επειδή η λογική, όμως, αυτών των προγραμμάτων δεν είναι αυτή, εάν κάποιος πιστεύει ότι είναι πολύ πιθανό σε βάθος πενταετίας να χρειαστεί να σπάσει ένα πρόγραμμα, καλύτερα είναι να μην κάνει τίποτα εξαρχής.
11. Πώς πληρώνω; Με το μήνα ή ετήσια;
Αυτό έγκειται στην κρίση του ασφαλισμένου. Οι συχνότητες είναι μηνιαίες, τρίμηνες, εξάμηνες και ετήσιες και μπορούν να μεταβληθούν ανάλογα με τις συγκυρίες.
12. Ποια είναι η εγγυημένη απόδοση;
Πολλά προγράμματα δεν παρέχουν πλέον εγγυημένη απόδοση, παρά μόνο εγγύηση κεφαλαίου στη λήξη. Οσα προγράμματα έχουν εγγυημένη απόδοση, αυτή μπορεί να είναι το πολύ περίπου 2% – 2,5% ετησίως βάσει νομοθεσίας. Οσο βέβαια περνούν τα χρόνια η απόδοση, που μπορεί να κατοχυρώσει κάποιος, μειώνεται. Τώρα, για παράδειγμα, λήγουν προγράμματα 25ετίας, που είχαν εγγυημένη απόδοση 5%!
13. Ακουσα κάτι για «τεχνικό επιτόκιο». Τι σημαίνει;
Τεχνικό επιτόκιο είναι ένας όρος, ώστε να γίνει πιο εύληπτη η απόδοση του προγράμματος από τον κόσμο. Χρησιμοποιείται στην ασφαλιστική πρακτική και είναι παρόμοιο με το τραπεζικό επιτόκιο των καταθέσεων.
14. Πού επενδύουν οι ασφαλιστικές εταιρίες και τα προγράμματα;
Οι ασφαλιστικές εταιρίες είναι υποχρεωμένες από τη νομοθεσία να επενδύουν σε πολύ συντηρητικές και μακροχρόνιες επενδύσεις. Για παράδειγμα, ομόλογα, ακίνητα, προθεσμιακές καταθέσεις, συντηρητικά αμοιβαία κεφάλαια. Αυτές οι αποδόσεις είναι χαμηλού ρίσκου και, άρα, χαμηλής προσδοκώμενης απόδοσης. Αυτός είναι και ο ρόλος, άλλωστε, των ασφαλιστικών τοποθετήσεων. Τα αποταμιευτικά προγράμματα μπορεί να ακολουθούν απόλυτα τις επενδύσεις της εταιρίας (κλασικά προγράμματα) ή να επενδύουν σε ειδικά αμοιβαία κεφάλαια, που διαχειρίζεται η ασφαλιστική εταιρία για το λόγο αυτό (επενδυτικά προγράμματα). Τα δεύτερα έχουν και μεγαλύτερες πιθανότητες καλύτερων αποδόσεων, αλλά είναι πιο ευμετάβλητα σε περίπτωση πρόωρης εξαγοράς.
15. Εχουν φοροαπαλλαγή τα συνταξιοδοτικά ασφαλιστήρια συμβόλαια;
Παλιότερα είχαν, καθώς λογίζονταν σαν ασφαλιστήρια ζωής. Αυτή η φοροαπαλλαγή, ωστόσο, μαζί με πολλές άλλες, έχει καταργηθεί τα τελευταία χρόνια.
16. Πώς παίρνω τα χρήματά μου στη λήξη;
Στη λήξη ο ασφαλισμένος μπορεί να λάβει τα χρήματα εφάπαξ ή με τη μορφή μηνιαίων καταβολών (σύνταξη). Η σύνταξη αυτή μπορεί να είναι ισόβια (για όσο ζει ο ασφαλισμένος) ή για ένα συγκεκριμένο διάστημα (π.χ. 20 χρόνια). Κάποιος, επίσης, μπορεί να επιλέξει ένα δεδομένο ποσό, έστω 200 ευρώ/μήνα και να το λαμβάνει μέχρι να εξαντληθεί το κεφάλαιό του.
17. Εάν πεθάνω πριν από τη λήξη, τι γίνεται; Χάνονται τα χρήματα;
Φυσικά και δεν χάνονται. Σε περίπτωση θανάτου του ασφαλισμένου οι δικαιούχοι του λαμβάνουν το σύνολο των ασφαλίστρων, που είχε δώσει μέχρι τότε.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΒΕΛΕΣΙΩΤΗ
[email protected]
Από το ένθετο Ασφάλιση και Συντάξεις της έντυπης έκδοσης του Ελεύθερου Τύπου