Ναι μεν ταλαιπωρεί συχνότερα δρομείς, άλτες, χορευτές και ποδοσφαιριστές, εντούτοις μπορεί να συμβεί στον καθένα μας, ιδίως μετά από μια επιπόλαιη κίνηση στη βάδιση και, αρκετά συχνά, σε ηλικιωμένα άτομα. Σε κάθε περίπτωση, χρειάζεται αντιμετώπιση με την εμφάνιση του πρώτου κιόλας συμπτώματος.
Δύο ειδών τενοντίτιδες Αχιλλείου
Η τενοντίτιδα, όπως και κάθε άλλη ιατρική πάθηση με την κατάληξη “…ίτιδα”, σημαίνει φλεγμονή. Στην προκειμένη περίπτωση αναφερόμαστε στη φλεγμονή του Αχιλλείου τένοντα, η οποία χωρίζεται σε δύο κατηγορίες.
- Η πρώτη είναι η οξεία τενοντίτιδα, η οποία εφόσον αντιμετωπισθεί έγκαιρα θεραπεύεται σε μικρό χρονικό διάστημα (1-2 εβδομάδες).
- Η δεύτερη είναι η χρόνια τενοντίτιδα, η οποία είναι επακόλουθο της μη έγκαιρης ή της λανθασμένης ή της πλημμελούς αντιμετώπισης της οξείας τενοντίτιδας.
Μηχανικές καταπονήσεις και… λάθος παπούτσια
Η οξεία Αχίλλεια τενοντίτιδα έχει συνήθως ως αιτία τις επαναλαμβανόμενες μηχανικές καταπονήσεις και αφορά συχνότερα στους δρομείς, τους άλτες, τους χορευτές, τους αρσιβαρίστες, τους ποδοσφαιριστές, αλλά και τους αγύμναστους ερασιτέχνες αθλητές, ακόμη και των μικρών αποστάσεων.
Άλλοι σημαντικοί παράγοντες κινδύνου είναι η χρήση λανθασμένων υποδημάτων (πρέπει να απορροφούν τους κραδασμούς), η απουσία προθέρμανσης, καθώς και οι κακές καιρικές συνθήκες (έχει παρατηρηθεί ότι τον χειμώνα, λόγω χαμηλής θερμοκρασίας και κρύου περιβάλλοντος, είναι πιθανότερο να εκδηλωθεί).
Κίνδυνος για πλήρη ρήξη τένοντα
Συνήθως στην Αχίλλειο τενοντίτιδα παρατηρούνται μικρορήξεις του κολλαγόνου ιστού οι οποίες, αν δεν επουλωθούν έγκαιρα, μπορεί να καταλήξουν σε πλήρη ρήξη του τένοντα. Ιδιαίτερα επικίνδυνοι προδιαθεσικοί παράγοντες είναι οι διάφορες ανατομικές δυσμορφίες και ιδιομορφίες λόγω κατασκευής του ποδιού, όπως κοιλοπόδια, δύσκαμπτοι και σκληροί γαστροκνήμιοι ή καμπτήρες μύες κτλ.
Οξύς πόνος, ιδίως τις πρωινές ώρες
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
Η Αχίλλεια τενοντίτιδα εκδηλώνεται με οξύ και έντονο πόνο, που επιδεινώνεται με τις κινήσεις του ποδιού, τοπικό και μικρό οίδημα (πρήξιμο), τριγμό, ευαίσθητη διόγκωση (πιθανό οζίδιο) και πόνο στην ψηλάφηση και στη διάταση του μυ.
Ιδιαίτερο και ξεχωριστό χαρακτηριστικό της τενοντίτιδας είναι ότι ο πόνος είναι πιο έντονος το πρωί, όταν ξυπνά ο ασθενής, και μειώνεται ή εξαφανίζεται στη συνέχεια.
Η θεραπεία της οξείας Αχίλλειας τενοντίτιδας
Θεραπευτικά, συνιστάται η αποφυγή όλων των δραστηριοτήτων που επιτείνουν τον πόνο, καθώς και η χρήση κατάλληλων αντικραδασμικών υποδημάτων (αερόσολες), η αύξηση του ύψους του τακουνιού (για να μειωθεί η τάση του τένοντα) και η χρήση άλλων ορθοτικών μέσων.
Συνιστάται, επίσης, εφαρμογή φυσικοθεραπευτικών μεθόδων, όπως παγοθεραπεία, ψυχρά επιθέματα, υδροθεραπεία, υπέρηχοι, ρεύματα αναλγησίας (σταματάνε τον πόνο), laser, μαγνητικά πεδία (θεραπευτική συσκευή) κτλ, που ασκούν επουλωτική και αναλγητική δράση.
Ιδιαίτερα ωφελούν οι ήπιες διατατικές ασκήσεις πριν και μετά την άθληση. Επίσης, ο συνδυασμός αντιφλεγμονώδους – αναλγητικής φυσικοθεραπευτικής αγωγής και η σχετική ανάπαυση – αποφόρτιση, αυξάνουν τον δείκτη επιτυχίας και μειώνουν τον χρόνο αποκατάστασης.
Συνήθως αποφεύγεται η τοπική έγχυση κορτικοστεροειδών, διότι χαλαρώνουν και εξασθενούν τον τένοντα, με πιθανό επακόλουθο την πλήρη ρήξη του.
Χρόνια Αχίλλεια τενοντίτιδα. Πιο συχνή στους ηλικιωμένους
Ο τρόπος εμφάνισης της χρόνιας τενοντίτιδας είναι κοινός με την οξεία τενοντίτιδα. Πιο ευάλωτα σε αυτήν είναι τα άτομα μέσης και τρίτης ηλικίας, ενώ η κλινική εικόνα συμπεριλαμβάνει οίδημα, πάχυνση του τένοντα και πόνο κατά την ψηλάφηση. Χαρακτηριστικό είναι το περπάτημα στις μύτες των ποδιών για τη μείωση του πόνου.
Η αγωγή περιλαμβάνει το ίδιο σχήμα τόσο φαρμακευτικά όσο και φυσικοθεραπευτικά, αλλά για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Οι διατάσεις, και το λίγο ψηλό τακούνι αποτελούν μέρος της θεραπείας. Αν όλα αυτά αποτύχουν, τοποθετείται ειδικός νάρθηκας για τρεις έως έξι εβδομάδες.
Στον μακροχρόνιο πόνο πρέπει να διερευνηθεί η πιθανή μερική ρήξη του τένοντα και εφόσον οι συντηρητικές μέθοδοι έχουν εξαντληθεί χωρίς αποτέλεσμα, τότε γίνεται χειρουργική επέμβαση, με στόχο τη λύση των συμφύσεων και του ουλώδους ιστού.