Η διάγνωση του καρκίνου του προστάτη γίνεται με βιοψία του οργάνου καθοδηγούμενη με διορθικό υπερηχογράφημα. Λαμβάνονται κατευθυνόμενες βιοψίες από ύποπτες περιοχές, αλλά και τυχαίες από περιοχές που φαίνονται φυσιολογικές.
Μετά τη διάγνωση και τη σταδιοποίηση της νόσου και εφόσον ο καρκίνος περιορίζεται στον προστάτη, χωρίς μεταστάσεις, υπάρχουν οι εξής εναλλακτικές θεραπευτικές παρεμβάσεις:
- Προσεκτική παρακολούθηση.
2. Ακτινοθεραπεία.
– Εξωτερική ακτινοβολία.
– Ενδοϊστική ακτινοβολία (βραχυθεραπεία).
3. Ριζική προστατεκτομή. Ριζική προστατεκτομή-Εξαιρετικά ποσοστά επιβίωσης
Η ριζική προστατεκτομή περιλαμβάνει τη χειρουργική αφαίρεση ολόκληρου του οργάνου, καθώς και των σπερματοδόχων κύστεων, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις συνοδεύεται και από πυελική λεμφαδενεκτομή. Σκοπός της επέμβασης είναι η εκρίζωση της νόσου με ταυτόχρονη διατήρηση της εγκράτειας και, όπου ενδείκνυται, και της στυτικής λειτουργίας.
Σήμερα, η ριζική προστατεκτομή είναι η μόνη θεραπευτική παρέμβαση που εμφανίζει πλεονέκτημα έναντι της συντηρητικής προσέγγισης όσον αφορά στην επιβίωση.
Επιλέγοντας την επεμβατική μέθοδο
Η ριζική προστατεκτομή μπορεί να γίνει είτε με ανοικτή τομή είτε λαπαροσκοπικά.
«Tissue is the issue»: Ο δρόμος προς την εξατομίκευση της ογκολογικής θεραπείας
- Ανοικτή τομή: Στην περίπτωση αυτή επιλέγεται, συνήθως, η ανοικτή οπισθοηβική προσπέλαση και όχι η προσπέλαση από το περίνεο, καθώς επιτρέπει την ταυτόχρονη λεμφαδενεκτομή.
- Λαπαροσκοπικά: Την τελευταία δεκαετία σε αρκετά ευρωπαϊκά κέντρα, όπως και στην Ελλάδα, χρησιμοποιείται με αυξανόμενη συχνότητα η λαπαροσκοπική προσπέλαση και η ρομποτικά υποβοηθούμενη λαπαροσκοπική ριζική προστατεκτομή. Με τις λαπαροσκοπικές προσπελάσεις η απώλεια αίματος είναι, γενικά, μικρότερη, όπως και η ανάγκη για μεταγγίσεις. Ωστόσο, υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για επικουρικές θεραπείες (συμπληρωματική ακτινοθεραπεία ή ορμονοθεραπεία), ενώ παρουσιάζονται και περισσότερες λειτουργικές επιπλοκές (ακράτεια ούρων, στυτική δυσλειτουργία).
Τα αποτελέσματα της ριζικής προστατεκτομής σε κλινικά εντοπισμένη νόσο είναι εξαίρετα. Η συνολική 5ετής, 10ετής και 15ετής επιβίωση είναι 99%, 96% και 90% αντίστοιχα.
Οι πιθανές επιπλοκές
Καθώς, βέβαια, πρόκειται για μεγάλη χειρουργική επέμβαση, η ριζική προστατεκτομή πιθανόν να παρουσιάσει μια σειρά διεγχειρητικές, άμεσες μετεγχειρητικές και απώτερες επιπλοκές. Ευτυχώς, η συχνότητα εμφάνισης αυτών των επιπλοκών παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα, έτσι ώστε η επέμβαση να θεωρείται απόλυτα ασφαλής. Οι πιο σημαντικές επιπλοκές σχετίζονται με την ακράτεια των ούρων και τη στυτική δυσλειτουργία.
- Ακράτεια ούρων: Η ακράτεια των ούρων μετά τη ριζική προστατεκτομή, αποτελεί τη σημαντικότερη επιπλοκή όσον αφορά στην ποιότητα ζωής των ασθενών. Η επίπτωση της ακράτειας κυμαίνεται σε μεγάλο εύρος, ανάλογα με το πως ορίζεται η ακράτεια. Σε μεγάλα κέντρα η σημαντική ακράτεια που διαταράσσει την καθημερινότητα των ασθενών και τους αναγκάζει να αναζητήσουν αντιμετώπιση, φαίνεται πως δεν ξεπερνά το 5%. Η κύρια αιτία της ακράτειας είναι η σφιγκτηριακή ανεπάρκεια, ενώ η χειρουργική τεχνική παίζει σημαντικό ρόλο στην αποφυγή σφιγκτηριακής βλάβης και άρα στη διατήρηση της εγκράτειας των ούρων.
- Στυτική δυσλειτουργία: Πριν από την καθιέρωση της ανατομικής ριζικής προστατεκτομής, η επίπτωση της στυτικής δυσλειτουργίας έπειτα από ριζική προστατεκτομή ήταν σχεδόν 100%. Σήμερα, όμως, με τις εξελιγμένες τεχνικές, η διατήρηση της στυτικής λειτουργίας προσεγγίζει το 75%, ιδιαίτερα στους νεότερους ασθενείς.
Συμπερασματικά η ριζική προστατεκτομή είναι στις μέρες μας μια ασφαλής επέμβαση με αποδεκτές επιπλοκές από πλευράς τόσο συχνότητας όσο και βαρύτητας και προσφέρει εξαίρετα αποτελέσματα όσον αφορά στην επιβίωση. Απαιτεί χειρουργική επιδεξιότητα και πείρα γιατί συνδυάζει την ογκολογική χειρουργική με την ανατομική και τη λειτουργική αποκατάσταση της συνέχειας του κατώτερου ουροποιητικού.
Άλλες επεμβατικές μέθοδοι
- Διουρηθρικές επεμβάσεις: η διουρηθρική προστατεκτομή διενεργείται, ως επί το πλείστον, σε ασθενή με διαγνωσμένο καρκίνο του προστάτη, συνοδευόμενο από επίσχεση ούρων ή δυσκολία στην ούρηση, και μόνο στην περίπτωση που δεν μπορεί ή δεν πρέπει να υποβληθεί σε ριζική προστατεκτομή. Γενικά, όμως, δεν έχει θεραπευτικές εφαρμογές για τη νόσο αυτήν καθεαυτή, αλλά χρησιμοποιείται για την αντιμετώπιση δυσλειτουργιών που οφείλονται είτε στη νόσο είτε σε επιπλοκές από τις θεραπείες.
- Ορχεκτομή άμφω: Η αμφοτερόπλευρη ορχεκτομή, ολική ή υποκάψια (διατήρηση του ινώδους χιτώνα του όρχεως), είναι μια γρήγορη, χωρίς επιπλοκές επέμβαση, που επιτυγχάνει τα χαμηλότερα επίπεδα τεστοστερόνης μέσα σε λίγες ώρες.
Τα κύρια μειονεκτήματα της ορχεκτομής είναι η αρνητική ψυχική επίδραση στον ασθενή και το μη αναστρέψιμο της μεθόδου. Έτσι σήμερα τείνει να εγκαταλειφθεί και έχει σχεδόν ολοκληρωτικά αντικατασταθεί από την καλούμενη φαρμακευτική ορχεκτομή.