Η χώρα μας, μάλιστα, φαίνεται να εμφανίζει από τα υψηλότερα ποσοστά επίπτωσης της δυσκοιλιότητας μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, κάτι που προφανώς έχει σχέση με τη διατροφή μας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των πρώτων επιδημιολογικών ερευνών για τη χρόνια δυσκοιλιότητα που έγιναν από το Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής, ποσοστό 16% των Ελλήνων εμφανίζουν δυσκοιλιότητα κατά τους τελευταίους 12 μήνες ενώ ένα ποσοστό 20% του πληθυσμού δήλωσε ότι έχει αντιμετωπίσει πρόβλημα δυσκοιλιότητας έστω και μια φορά κατά το παρελθόν.
Ένα γυναικείο πρόβλημα
Επτά στους δέκα πάσχοντες από δυσκοιλιότητα είναι γυναίκες και οι περισσότερες φαίνεται πως αρχίζουν να εμφανίζουν το πρόβλημα μετά τις πρώτες εγκυμοσύνες και τη συσσώρευση κάποιων περιττών κιλών, κάτι που επιβεβαιώνει τη θεωρία ότι κακή διατροφή και έλλειψη άσκησης επιτείνει το πρόβλημα.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι οι πάσχοντες θεωρούν τη δυσκοιλιότητα σαν ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας που υποβαθμίζει την ποιότητα της ζωής τους, που τους προκαλεί αίσθημα βάρους (73%) και νευρικότητα (39%) και την αξιολογούν σαν πιο σοβαρό πρόβλημα από την ημικρανία ( 81%) και το κρυολόγημα (73%).
Με πόσο τρέχει η σκέψη; - Επιστήμονες μέτρησαν την ακριβή ταχύτητα
Παρ΄ ‘όλα αυτά, μικρός αριθμός πασχόντων από δυσκοιλιότητα- συγκεκριμένα μόνο το 47% – θα συμβουλευτούν γιατρό, ενώ οι υπόλοιποι είτε συμβιβάζονται με το πρόβλημά τους χωρίς να λάβουν κάποια θεραπεία ( 12%), είτε αντιμετωπίζουν από μόνοι τους εμπειρικά το πρόβλημα τους ( 25 %), είτε καταφεύγουν σε βοήθεια φίλων και πασχόντων.
Διάγνωση και θεραπεία
Υπάρχει μία τάση στον ελληνικό πληθυσμό να αποφεύγονται οι οποιεσδήποτε διαγνωστικές εξετάσεις και ιδιαίτερα η κολονοσκόπηση που πολλές φορές είναι απαραίτητες για τη διερεύνηση της αιτίας της δυσκοιλιότητας. Σε παγκόσμιο επίπεδο το 30% των πασχόντων υποφέρουν για περισσότερο από 10 χρόνια, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό- ιδίως στις μεγάλες πόλεις- ξεπερνά το 38%, ποσοστό που θα ήταν σαφώς μικρότερο εάν γίνονταν τακτικές ιατρικές εξετάσεις.
Ασφαλή τα υπακτικά φάρμακα
Πολλές παλαιότερες απόψεις που απέδιδαν σοβαρές παρενέργειες στα χορηγούμενα υπακτικά φάρμακα, όπως η πρόκληση εθισμού και αδράνειας του εντέρου καθώς και η πρόκληση καρκίνου, αποτρέπουν ακόμη και στις μέρες μας την χρήση των φαρμάκων αυτών. Ωστόσο, όπως έχει αναλυθεί
διεξοδικά τα τελευταία χρόνια και έπειτα από κλινική παρατήρηση τουλάχιστον μισού αιώνα, αυτά τα υπακτικά φάρμακα αποδεικνύονται- τελικά- ιδιαίτερα ασφαλή. Οι γαστρεντερολόγοι καταλήγουν, πλέον, με σιγουριά, ότι πέρα από τη βελτίωση των διατροφικών μας συνηθειών, η χορήγηση υπακτικών σκευασμάτων- κατόπιν συμβουλής γιατρού- μπορεί να βοηθήσει σημαντικά στην ανακούφιση των συμπτωμάτων της χρόνιας δυσκοιλιότητας.