Προηγούμενες έρευνες έχουν συσχετίσει τη φύση της δουλειάς με το χρόνο που χρειάζεται μια γυναίκα για να μείνει έγκυος. Όμως η νέα έρευνα δείχνει για πρώτη φορά ότι οι συνθήκες εργασίας μπορεί να επιδράσουν στην ίδια τη βιολογική ικανότητα μιας γυναίκας να αποκτήσει παιδί, λόγω της μειωμένης ποσότητας και ποιότητας των κατάλληλων ωαρίων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τη δρα Λίντια Μινγκουέζ-Αλανσόν του Τμήματος Περιβαλλοντικής Υγείας της Σχολής Δημόσιας Υγείας του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό “Occupational and Environmental Medicine”, ανέλυσαν στοιχεία για 473 γυναίκες με μέση ηλικία 35 ετών και με προβλήματα γονιμότητας, από τις οπoίες οι 313 είχαν ολοκληρώσει τουλάχιστον μια προσπάθεια εξωσωματικής.
Το 40% των γυναικών είχαν δηλώσει ότι η εργασία τους απαιτούσε να μεταφέρουν ή να σηκώνουν αντικείμενα και το 22% έκαναν μια μέτρια έως έντονα σωματική απαιτητική εργασία. Μία στις δέκα (9%) έπρεπε να δουλεύουν όχι στις συνηθισμένες ώρες γραφείων ή καταστημάτων, αλλά σε απογευματινές-νυχτερινές-εναλλασσόμενες βάρδιες.
Οι γυναίκες που «ζορίζονταν» στη δουλειά τους, είχαν 9% λιγότερα εναπομένοντα ωάρια στις ωοθήκες τους, καθώς και 14% λιγότερα ώριμα ωάρια. Οι μειώσεις ήσαν ακόμη μεγαλύτερες για όσες δούλευαν τα βράδια ή σε βάρδιες, πράγμα που πιθανώς οφείλεται στη διατάραξη της λειτουργίας του βιολογικού «ρολογιού» τους.
Ακόμη μεγαλύτερη ήταν η επίπτωση για τις γυναίκες που έκαναν σωματικά βαριές δουλειές και οι οποίες ήσαν υπέρβαρες (με δείκτη μάζας σώματος άνω του 25), καθώς επίσης για τις γυναίκες άνω των 37 ετών.
Οι γυναίκες με λιγότερα ώριμα ωάρια έχουν λιγότερες πιθανότητες να συλλάβουν και να αναπτύξουν ένα υγιές έμβρυο. Προς το παρόν, οι επιστήμονες δεν γνωρίζουν ποιoς είναι ο βιολογικός μηχανισμός, μέσω του οποίου η μεταφορά ή η ανύψωση βαριών αντικειμένων επιδρά αρνητικά στα ωάρια της γυναίκας.