Μια νέα βαρυσήμαντη επιστημονική έκθεση, που παρουσιάσθηκε στο ιατρικό περιοδικό «The Lancet», τονίζει ότι ισχυρά οικονομικά συμφέροντα, η έλλειψη πολιτικής βούλησης και «οι ανεπαρκείς πρωτοβουλίες της κοινωνίας για αλλαγή στέκονται εμπόδιο στο να υπάρξει μια συντονισμένη διεθνής δράση απέναντι στην Παγκόσμια Συνδημία, με συνέπεια να μην έχουν σταματήσει την ανοδική πορεία τους τα ποσοστά παχυσαρκίας και υποσιτισμού, ούτε οι εκπομπές «αερίων του θερμοκηπίου».
Ενδεικτικά, όπως αναφέρεται, περίπου δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως έχουν παραπανίσια κιλά στο σώμα τους, κάτι που συνδέεται με τέσσερα εκατομμύρια θανάτους ετησίως και μια επιβάρυνση περίπου δύο δισεκατομμυρίων δολαρίων για την παγκόσμια οικονομία (το 2,8% του παγκόσμιου ΑΕΠ).
Ταυτόχρονα, 815 εκατομμύρια άνθρωποι υποφέρουν από χρόνιο υποσιτισμό. Επίσης, το μελλοντικό κόστος της κλιματικής αλλαγής εκτιμάται ότι θα φθάσει το 5% ως 10% του παγκόσμιου ΑΕΠ.
Οι 43 επιστήμονες από 14 χώρες απευθύνουν έκκληση για ένα νέο κοινωνικό κίνημα αλλαγής και ριζοσπαστικής αναθεώρησης των ακολουθούμενων πολιτικών, καθώς και για μια νέα διεθνή συμφωνία-πλαίσιο, που θα περιορίζει επιτέλους αποτελεσματικά την πολιτική επιρροή των μεγάλων βιομηχανιών τροφίμων, με τρόπο ανάλογο με αυτό που έχει ήδη γίνει για τις καπνοβιομηχανίες.
Ζητούν, επίσης, να σταματήσουν και να κατευθυνθούν αλλού οι κρατικές επιδοτήσεις συνολικού ύψους πέντε τρισεκατομμυρίων δολαρίων που ενισχύουν την παραγωγή και κατανάλωση προϊόντων επιζήμιων για τους ανθρώπους και τη Γη.
Οι ερευνητές επισημαίνουν ότι ο υποσιτισμός και η παχυσαρκία αποτελούν τις δύο όψεις του ίδιου «νομίσματος», καθώς αποτελούν από κοινού την κυριότερη αιτία για κακή υγεία και για πρόωρο θάνατο παγκοσμίως. Και οι δύο αναμένεται να επιδεινωθούν κατά πολύ εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής, η οποία θα αυξήσει τα ακραία καιρικά φαινόμενα και τις ξηρασίες, ενώ θα φέρει αλλαγές στις γεωργικές καλλιέργειες και στις τιμές των αγροτικών προϊόντων, καθώς και μεγαλύτερη διατροφική ανασφάλεια.
Η νέα έκθεση έρχεται λίγο μετά τη δημοσίευση στο ίδιο ιατρικό περιοδικό, στις 17 Ιανουαρίου, της «ιδανικής» διατροφής για την υγεία των ανθρώπων και του πλανήτη ταυτόχρονα.
Πέντε πολύτιμες διατροφικές συμβουλές για ασθενείς με οστεοαρθρίτιδα
Οι επιστήμονες τονίζουν ότι ο υποσιτισμός μειώνεται υπερβολικά αργά, η παχυσαρκία δεν έχει καταπολεμηθεί σε καμία χώρα, ενώ η κλιματική αλλαγή έρχεται να επιδεινώσει την κατάσταση.
Η μελέτη εκτιμά ότι τα σημερινά διατροφικά συστήματα όχι μόνο υποδαυλίζουν την παχυσαρκία και παράλληλα αδυνατούν να καταπολεμήσουν τον υποσιτισμό, αλλά επίσης δημιουργούν το 25% ως 30% των συνολικών εκπομπών «αερίων του θερμοκηπίου».
Η κτηνοτροφία από μόνη της ευθύνεται για τουλάχιστον τις μισές από αυτές τις εκπομπές που σχετίζονται με τη διατροφή.
Από την άλλη, τα συστήματα των μεταφορών με επίκεντρο το αυτοκίνητο όχι μόνο ευνοούν την ανθυγιεινή καθιστική ζωή, αλλά παράγουν επίσης το 14% ως 25% των «αερίων του θερμοκηπίου».
«Μέχρι σήμερα ο υποσιτισμός και η παχυσαρκία αντιμετωπίζονται ως οι αντίθετοι πόλοι των υπερβολικά λίγων και των υπερβολικά πολλών θερμίδων. Στην πραγματικότητα, και οι δύο επηρεάζονται καθοριστικά από τα ίδια ανθυγιεινά και άνισα συστήματα διατροφής, που υποστηρίζονται από την ίδια πολιτική οικονομία, η οποία εστιάζεται μονοδιάστατα στην οικονομική ανάπτυξη και αγνοεί τις αρνητικές επιπτώσεις για την υγεία και την ισότητα. Η κλιματική αλλαγή αφορά και αυτή τα κέρδη και την εξουσία που αγνοούν την περιβαλλοντική ζημιά, η οποία προκαλείται από τα συστήματα διατροφής, τις μεταφορές, το σχεδιασμό των πόλεων και τις χρήσεις γης.
Συνενώνοντας μαζί τις τρεις πανδημίες στην Παγκόσμια Συνδημία μας επιτρέπει να εντοπίσουμε τις κοινές αιτίες και τις κοινές λύσεις, σπάζοντας έτσι δεκαετίες αδράνειας», δήλωσε ο επικεφαλής της έκθεσης καθηγητής Μπόιντ Σουίνμπερν του Πανεπιστημίου του Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας.
Μεταξύ άλλων, οι επιστήμονες προτείνουν μεγαλύτερους φόρους στο κόκκινο κρέας και στο πετρέλαιο για να μειωθεί η κατανάλωσή τους, πιο εκτεταμένη σήμανση των προϊόντων για λόγους υγείας και προστασίας του περιβάλλοντος, προώθηση τόσο της υγιεινής διατροφής (π.χ. περιορισμός του αλατιού και της ζάχαρης στα τρόφιμα) όσο και της περιβαλλοντικά βιώσιμης γεωργίας κ.α.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]