Τη σωρεία των παραλογισμών, των στρεβλώσεων και των αδικιών που διέπουν το σύστημα τιμολόγησης και αποζημίωσης των φαρμάκων στη μνημονιακή Ελλάδα αναλύει ο καθηγητής Οικονομικών της Υγείας κ. Νίκος Μανιαδάκης, Αναπληρωτής Κοσμήτωρ της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, χαρακτηρίζοντας το εν λόγω σύστημα «τερατούργημα».
Ειδικότερα για τα δυσανάλογα βάρη τα οποία επωμίζονται οι ασφαλισμένοι σε καιρό κρίσης, με τη συμμετοχή στα φάρμακα να έχει εκτιναχθεί στο 33% και να είναι ίδια για όλους, ο κ. Μανιαδάκης σχολιάζει: «Είναι ηθικά απαράδεκτο και πολιτικά ανεπίτρεπτο να μην υπάρχει «κόφτης» στη συμμετοχή των ασφαλισμένων, ανάλογα με το εισόδημα τους, όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη, ώστε να μην επιβαρύνονται δυσανάλογα οι αδύναμοι. Στην Ελλάδα, ένας ηλικιωμένος με σύνταξη των 700 ευρώ που μπορεί να πάσχει από αρκετά χρόνια νοσήματα (υψηλή πίεση, υψηλή χοληστερόλη, καρδιακή αρρυθμία, υψηλό σάκχαρο, πρόβλημα στα μάτια και στα νεφρά) η συμμετοχή του στην φαρμακευτική αγωγή μπορεί να ξεπεράσει τα 150 ευρώ μηνιαίως (ποσό που αντιστοιχεί στο 21,4% του εισοδήματος του)».
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει ο καθηγητής, τα μέτρα που ελήφθησαν με την «πρώτη φορά αριστερά» καθιστούν την πατρίδα μας το μόνο κράτος στην Ευρώπη που όχι μόνο δεν προστατεύει τους αδύναμους, αλλά αντιθέτως τους τιμωρεί, ευνοώντας τους έχοντες! Ενδεικτικό του ελληνικού παραλογισμού είναι το ότι στη Γερμανία της Άνγκελα Μέρκελ οι ασφαλισμένοι δεν μπορούν να πληρώνουν για συμμετοχή στα φάρμακα άνω του 2% του εισοδήματος τους, ενώ στον πλούσιο Βορά, και εν προκειμένω στη Σουηδία, όταν η συμμετοχή του πολίτη φτάσει τα 1000 ευρώ ετησίως υπάρχει «κόφτης», που δεν επιτρέπει την αύξηση της ούτε κατά ένα σεντ, όσα επιπλέον φάρμακα κι αν αυτός χρειαστεί να λάβει! Πέρα από την κατάφορη αδικία στην τσέπη των χαμηλοσυνταξιούχων και των χαμηλόμισθων, το τερατώδες σύστημα τιμολόγησης και αποζημίωσης των φαρμάκων είναι τόσο περίπλοκο που καθίσταται χαοτικό, ενώ οι άτσαλες παρεμβάσεις (με υπουργικές αποφάσεις) των εκάστοτε υπουργών υγείας της 6ετίας των Μνημονίων προκαλούν σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά. Με συνέπεια, αφενός να απειλούν να εκτινάξουν στα ύψη τη φαρμακευτική δαπάνη στο εγγύς μέλλον, με την απόσυρση των πάμφθηνων φαρμάκων και την υποκατάστασή τους από πολύ ακριβότερα και αφετέρου κάνουν κακό στο επιχειρείν και αποθαρρύνουν τις επενδύσεις.
Παραθέτοντας συγκεκριμένο παράδειγμα, ο κ. Μανιαδάκης εξηγεί πως όταν η τιμή ενός παλιάς κοπής αντιπηκτικού έπεσε στο 1,5 ευρώ, το σκεύασμα αποσύρθηκε και αντικαταστάθηκε με τρία νεότερα που έχουν μέσο όρο τιμής τα 80 ευρώ, δηλαδή η τιμή τους είναι αυξημένη κατά 5233 %! «Η μείωση των τιμών είναι προς όφελος όλων γιατί όταν έχουμε φθηνά φάρμακα μειώνεται η δαπάνη και η συμμετοχή των ασθενών» λέει ο κ. Μανιαδάκης αναφερόμενος στα off patent και τα γενόσημα σκευάσματα. Και προσθέτει: «Όταν όμως η τιμή κατακρεουργείται στο 1 ευρώ όπως πρόκειται να γίνει για τα γενόσημα και off patent στο πλαίσιο του 3ου μνημονίου το 2017, τότε το φάρμακο αποσύρεται και τη θέση του παίρνει ένα νέο πανάκριβο που μετακυλύει μεγαλύτερα βάρη στις τσέπες των οικονομικά ασθενέστερων. Από μελέτη της ΕΣΔΥ προκύπτει αν στα εκτός προστασίας φάρμακα η τιμή τους συγκρατηθεί στα 7 ευρώ δεν υπάρχει λόγος να αποσυρθούν». Σχολιάζοντας το μνημονιακό «ταβάνι» της φαρμακευτικής δαπάνης για το 2016, ο κ. Μανιάδάκης τονίζει ότι τα 1,945 δισ. ευρώ δεν επαρκούν και θυμίζει πως στην Ελλάδα, μαζί με τα χρήματα που πληρώνουμε από την τσέπη μας, η υγειονομική δαπάνη ανέρχεται σε 4 δισ. ευρώ ετησίως. Και καταλήγει:
«Σε ό,τι αφορά την επιχειρηματικότητα-καταντήσαμε να είμαστε το τελευταίο Σταλινικό κράτος στην Ευρώπη. Πάρθηκαν τόσα μέτρα ελέγχου της αγοράς που καταλήξαμε στον υπερ-έλεγχο, ο οποίος πνίγει τον ανταγωνισμό και διώχνει τις επιχειρήσεις, με συνέπεια να απειλείται η εγχώρια φαρμακοβιομηχανία, η οποία αποτελεί έναν από τους ισχυρότερους πυλώνες ανάπτυξης της χώρας».
Αλεξία Σβώλου
[email protected]