Ανοίγει έτσι ο δρόμος για τη δημιουργία εργαστηριακών ανθρωπίνων κυττάρων, που θα μπορούν να αξιοποιηθούν κλινικά. Κάτι τέτοιο θα έχει σημαντικές επιπτώσεις, μεταξύ άλλων, στη θεραπεία γενετικών ασθενειών και καρκίνων του αίματος, ιδίως της λευχαιμίας.
Τα κύτταρα του αίματος δημιουργούνται από αιμοποιητικά βλαστικά κύτταρα που βρίσκονται στο μυελό των οστών και αρχικά εμφανίζονται κατά την ανάπτυξη του εμβρύου, προερχόμενα από επιθηλιακά κύτταρα στο εσωτερικό των τοιχωμάτων των αιμοφόρων αγγείων του εμβρύου. Όλο το σύστημα του αίματος ενός ανθρώπου θα μπορούσε να αναπαραχθεί από ένα και μόνο αιμοποιητικό βλαστικό κύτταρο, γι’ αυτό οι κυτταρικοί βιολόγοι εδώ και χρόνια προσπαθούσαν να δημιουργήσουν τέτοια κύτταρα στο εργαστήριο.
Η πρώτη ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον Τζορτζ Ντέιλι, κοσμήτορα της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, του Νοσοκομείου Παίδων της Βοστώνης και του Αντικαρκινικού Ινστιτούτου Dana-Farber, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό “Nature”, χρησιμοποίησαν χημικά σήματα για να μετατρέψουν ανθρώπινα πολυδύναμα βλαστικά κύτταρα σε ενδοθηλιακά κύτταρα.
Στη συνέχεια, μέσω γενετικής επέμβασης, μετέτρεψαν τα τελευταία σε ανώριμα αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα, τα οποία μεταμόσχευσαν στον μυελό των οστών ενηλίκων ποντικών, όπου και μετά από μερικές εβδομάδες παρήγαγαν διάφορα είδη κυττάρων του ανθρωπίνου αίματος.
Η δεύτερη ερευνητική ομάδα, με επικεφαλής τον Σαχίν Ράφιι της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κορνέλ της Νέας Υόρκης, που έκανε δημοσίευση στο ίδιο περιοδικό, χρησιμοποίησε εξ αρχής ενδοθηλιακά κύτταρα ενηλίκων ποντικών, τα οποία μετέτρεψε απευθείας σε αιμοποιητικά βλαστικά κύτταρα, ικανά να παράγουν κάθε είδους κύτταρα του αίματος.
Ο Ντέιλι δήλωσε ότι στο μέλλον θα είναι δυνατό να λαμβάνονται ενδοθηλιακά κύτταρα από υγιείς ανθρώπους δότες, να αναπρογραμματίζονται στο εργαστήριο ώστε να γίνονται αιμοποιητικά βλαστοκύτταρα και μετά θα εισάγονται σε ασθενείς. Σε επόμενο στάδιο, θα μπορούσε η διαδικασία να γίνεται με κύτταρα του ίδιου του ασθενούς, με στόχο την εξατομικευμένη πλέον θεραπεία της λευχαιμίας.
Παρά τον ενθουσιασμό πάντως που προκάλεσαν οι δύο νέες μελέτες, μένει να απαντηθούν ορισμένα κρίσιμα ερωτήματα, όπως κατά πόσο μια τέτοια διαδικασία μπορεί να αποβεί καρκινογόνος.
Πηγή:ΑΠΕ-ΜΠΕ