Γράφει η Νιόβη Ηλιάδη
«Η “La Petite Cantine” είναι ένας αρκετά εναλλακτικός πολυχώρος εστίασης. Κι αυτό γιατί εδώ εργάζονται αποκλειστικά άτομα με αναπηρίες, ή άτομα που ανήκουν σε κοινωνικά ευπαθείς ομάδες. Η πρόκληση είναι να προωθήσουμε την ένταξή τους στην κοινωνία και να διευκολύνουμε την προσβασιμότητά τους. Παράλληλα όμως, δε θέλαμε να δημιουργήσουμε έναν επιτηδευμένα διαφορετικό χώρο που να είναι κραυγαλέος για ανθρώπους με αναπηρία. Προσπαθούμε να περάσουμε το μήνυμά μας όσο πιο διακριτικά γίνεται: Η αναπηρία είναι ένα μόνο από τα χαρακτηριστικά ενός ατόμου. Ο μπαρίστα για παράδειγμα που είναι κωφός, είναι επίσης πανέξυπνος κι ένας πολύ καλός επαγγελματίας που κάθε μέρα εξελίσσεται. Απλά, τυγχάνει να είναι και κωφός· γιατί είναι θέμα τύχης», δηλώνει η Φαίδρα Παπαναστασίου, ψυχοθεραπεύτρια και αντιπρόεδρος της Κοιν.Σ.Επ.
Εμπνευστής αυτού του εγχειρήματος και πρόεδρος της Κοιν.Σ.Επ., ο Διονύσης Δαλούκας. Ορμώμενος από κάποια προσωπικά βιώματα, θέλησε να αποδείξει πως άτομα με αναπηρίες μπορούν να είναι εξίσου παραγωγικά. Και τα κατάφερε. « Σ’ ένα ταξίδι μου στο εξωτερικό, είδα ανθρώπους του Δήμου με αμαξίδια να καθαρίζουν τους δρόμους, κωφάλαλους να συνυπάρχουν σε χώρους εστίασης με άτομα χωρίς αναπηρίες και όλο αυτό με εντυπωσίασε. Ξέρεις, όμως; Δεν θα ʹπρεπε. Κάτι τέτοιο θα έπρεπε να είναι αυτονόητο σε κάθε κοινωνία. Για ʹμένα όμως τότε, ήταν κάτι ασύλληπτο για τα ελληνικά δεδομένα και σκέφτηκα πως όλο αυτό, κάποια στιγμή, πρέπει ν’ αλλάξει. Και κάπως έτσι, άρχισα να οραματίζομαι την ιδέα και κατέληξα στη δημιουργία μιας Κοιν.Σ.Επ. Δεν ήθελα απλά να στήσω μια επιχείρηση, αλλά να μπορώ να έχω στο πλευρό μου μια ομάδα για να λαμβάνουμε όλοι μαζί συλλογικά τις αποφάσεις και παράλληλα να παρέχουμε το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων σε κοινωφελείς δράσεις».
Δρώμενα και υλικοτεχνικές υποδομές.
Παράλληλα με την κανονική λειτουργία του χώρου, επομένως, υπάρχει μια καθημερινή διασύνδεση και αλληλεπίδραση με μια ευρύτερη βεντάλια κοινωνικών θεσμών και φορέων της πόλης, όπως το γηροκομείο, η μονάδα αντιμετώπισης νόσου Alzheimer, το σωματείο κινητικά αναπήρων. Γίνεται προσπάθεια συνεργασίας ακόμη και με το Υπουργείο Δικαιοσύνης, ώστε άτομα που έχουν καταδικαστεί να ανταλλάσσουν την ποινή τους με κοινωνική εργασία, ενώ ήδη στο μαγαζί δουλεύουν άτομα που προέρχονται από το πρόγραμμα στέγασης-επανένταξης του Δήμου.
Η διαμόρφωση και λειτουργία του χώρου στηρίζεται στην ακόλουθη φιλοσοφία: «Κάθε φορά, για κάθε απόφαση που καλούμασταν να λάβουμε, αυτό που μας ένοιαζε ήταν: Θα μπορούν εδώ να έρχονται με αμαξίδιο, με οδηγό, με σκυλί; Αν αυτό μπορούσαμε να το υλοποιήσουμε σωστά, με σεβασμό κι αξιοπρέπεια το κάναμε. Επειδή αρχή μας είναι η προσαρμογή σε οποιεσδήποτε ανάγκες προκύπτουν, είμαστε ευέλικτοι κι έτσι ο χώρος εξελίσσεται κάθε μέρα. Κι αυτό γιατί θέλουμε να μπορεί να έρθει εδώ ο οποιοσδήποτε χωρίς να του δημιουργούμε κανένα απολύτως εμπόδιο. Να μπορεί να πιει έναν καφέ, που είναι κάτι απλό, αυτονόητο για τους περισσότερους-όχι για όλους όμως-αλλά και να παρακολουθήσει διάφορες εκθέσεις, πολιτιστικά και ψυχοθεραπευτικά δρώμενα. Τίποτα βέβαια δεν έγινε τυχαία. Χρειάστηκε αρκετή μελέτη, αγάπη και προσωπική εργασία. Η ουσία ήταν να δείξουμε ότι δε χρειάζεται να ξοδέψεις αμύθητα ποσά για να δημιουργήσεις έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο, ώστε να είναι λειτουργικός και προσβάσιμος προς όλους», δηλώνει η Άρτεμις Κεχαγιά ψυχοθεραπεύτρια και γραμματέας του Δ.Σ.
Το μπαρ και τα τραπέζια επομένως, βρίσκονται σε τέτοιο ύψος ώστε να εξυπηρετούνται άτομα με αμαξίδιο.
Υπάρχουν ράμπες εξωτερικά και ειδικό πάτωμα εσωτερικά για να διευκολύνονται άτομα με κινητικά προβλήματα. Οι τουαλέτες είναι διαμορφωμένες ειδικά για Α.Μ.Ε.Α και οι κατάλογοι διατίθενται και σε μορφή μπράιγ για άτομα με προβλήματα όρασης, ενώ υπάρχει επίσης η δυνατότητα για παραγγελίες μέσα από τάμπλετς με οθόνες αφής για κωφάλαλους.
Από την πρώτη στιγμή που μπαίνεις στο χώρο, εντυπωσιάζεσαι. Όχι μόνο από το πόσο καλόγουστος είναι, αλλά κυρίως γιατί υπάρχει κάτι απροσδιόριστο και διάχυτο στην ατμόσφαιρα· κάτι που δε μπορείς να ερμηνεύσεις απόλυτα, αλλά για κάποιο ανεξήγητο λόγο σε συνεπαίρνει. Η La Petite Cantine, είναι ένας χώρος που αναβλύζει παιδεία. Θα τη δεις στο άτομο που κουτσαίνει, αλλά χαμογελαστό τρέχει να σου πάρει παραγγελία, στα άτομα με αμαξίδια που (τί περίεργο!), τα πίνουν στο μπαρ, γιατί σε ποιον δεν αρέσει εξάλλου να τα πίνει; Θα τη δεις ακόμη στην παρέα με τους κωφάλαλους που επικοινωνούν μεταξύ τους και θα εντυπωσιαστείς που κάτι τέτοιο συμβαίνει δίπλα σου. Σου φαίνεται περίεργο, γιατί η μόνη φορά που είχες δει αυτήν την αλλιώτικη γλώσσα ήταν στην τηλεόραση· στο δελτίο της νοηματικής. Ναι. Υπάρχουν και αυτά τα άτομα. Αναρωτιέσαι που βρίσκονταν όλον αυτόν τον καιρό. Κλεισμένα στα σπίτια τους! Όχι γιατί δεν έχουν κοινωνικές ανάγκες. Μάλλον επειδή η πόλη δεν είναι φιλική προς αυτά και ουσιαστικά τα παραγκωνίζει.
Jo Nesbo στον Ε.Τ.: Δούλεψα σε ταξί, σε εργοστάσιο και σε ψαρότρατα πριν γίνω συγγραφέας
Μαρτυρίες ατόμων
Ο Ούγγρος Μάτε Βάργκα, ή αλλιώς Ματθαίος Τσαγκάρης, όπως έχει ζητήσει να τον αποκαλούν εδώ στην Ελλάδα, εργάζεται ως μπαρίστα στη La Petite Cantine.
Είναι κωφός εκ γενετής, όπως και όλη του η οικογένεια. Αυτό όμως δεν αποτέλεσε ποτέ εμπόδιο για το Ματθαίο, ένα άτομο που σε κερδίζει αμέσως με το χαμόγελο και το δυναμισμό που εκπέμπει˙ με το σπιρτόζο βλέμμα και το πρόσωπο που φωνάζει «μπορώ να κάνω τα πάντα», εκφράζοντας τα συναισθήματα που η γλώσσα δε μπορεί. Με τη βοήθεια της Φαίδρας σε ρόλο διερμηνέα στη νοηματική, ο Ματθαίος μας εξομολογείται: «Γεννήθηκα κωφός. Κι έμαθα να ζω απολύτως φυσιολογικά με αυτό. Ποτέ δεν το είδα ως πρόβλημα ή ως δικαιολογία για να μην τολμήσω όσα είχα φανταστεί για τον εαυτό μου. Έχω ασχοληθεί με διάφορα, όπως φωτογραφία, ηλεκτρονικούς υπολογιστές, έχω εργαστεί σε ίδρυμα για παιδιά ασκώντας διοικητικά καθήκοντα και τώρα να ‘μαι κι εδώ. Και σκοπεύω να μείνω! Το 2012 μ’ έφερε στην Ελλάδα όπου γνώρισα την κοπέλα μου που είναι επίσης κωφή. Λίγο ο έρωτας, λίγο ο ήλιος της Ελλάδας… δε θέλει και πολύ. Αποφάσισα να μείνω μόνιμα εδώ. Στάθηκα βέβαια και τυχερός που γνώρισα το Διονύση και μου έδωσε την ευκαιρία να εργαστώ σ’ έναν χώρο που προάγει πως το “διαφορετικό” και το “φυσιολογικό” ίσως τελικά να μην απέχουν όσο νομίζουμε».
Ο Ματθαίος, με σκληρή δουλειά, έμαθε μέσα σε μόλις έξι μήνες να γράφει και να διαβάζει στα ελληνικά. Κι ακόμη μαθαίνει βέβαια. Τα άτομα της Cantine έχουν εκπλαγεί από την εξυπνάδα του, αφού τις περισσότερες φορές, όπως λένε, έχει ετοιμάσει τις παραγγελίες πριν καν του τις πάνε, διαβάζοντας τα χείλη των πελατών. Κι όλα αυτά σε μια γλώσσα που δεν είναι καν η μητρική του. «Πλέον έχει φύγει το άγχος του πρώτου καιρού, όπου η επικοινωνία ήταν δύσκολη για εμένα. Εδώ έχω κάνει φίλους, κωφούς και μη, με τους οποίους επικοινωνώ καθημερινά. Έχω βρει μια οικογένεια που με στηρίζει (γιατί έτσι τη νιώθω την Cantine) κι εργάζομαι σ’ έναν χώρο που με κάνει ευτυχισμένο και δικαίωσε την-για πολλούς τρελή-απόφασή μου να ξεκινήσω τη ζωή μου από την αρχή στην Ελλάδα».
Ο Φάνης Τσαπραΐλης, μπαρίστα και σερβιτόρος της La Petite Cantine, εξομολογείται: «Πριν πολλά χρόνια, είχα ένα πολύ σοβαρό τροχαίο, που μου άφησε κινητικά κυρίως προβλήματα, με αποτέλεσμα οι αντοχές μου να είναι μειωμένες και να μην μου επιτρέπουν να εργάζομαι εντατικά. Οπουδήποτε αλλού, οι απαιτήσεις θα ήταν ιδιαίτερα υψηλές. Κανείς δεν σου χαρίζεται ούτε θα μπει στη διαδικασία να σκεφτεί τις δικές σου ανάγκες. Θα σου πουν: “Δε μπορείς, δεν μας κάνεις, φύγε”. Εδώ, η La Petite Cantine, προσαρμόζεται στις δικές σου ανάγκες και όχι τόσο οι εργαζόμενοι στις ανάγκες της· κι αυτό κάνει τη διαφορά. Η ζωή μου θα ήταν εντελώς διαφορετική αν δε δούλευα εδώ. Το κράτος σε περιορίζει σ’ ένα μικρό επίδομα και θεωρεί ότι αυτό είναι αρκετό. Δεν εκμεταλλεύεται τις γνώσεις και τα προσόντα που μπορεί να έχεις. Πάνε ουσιαστικά χαμένοι οι κόποι μιας ολόκληρης ζωής. Εδώ έχω τη δυνατότητα να δουλεύω όσες ώρες μου το επιτρέπει το σώμα μου, χωρίς να στερούμαι παράλληλα το επίδομά μου».
Ο Στέργιος Τσιμβρακίδης, εργάζεται ως μπαρίστα στη La Petite Cantine. «Εγώ είμαι χρόνια επαγγελματίας του κλάδου εστίασης. Στα 43 μου όμως, έπαθα έμφραγμα. Έτσι μεταπήδησα από την αρτιότητα στην αναπηρία και βρέθηκα ξαφνικά σ’ έναν άλλον κόσμο, στον οποίο έπρεπε γρήγορα να προσαρμοστώ. Άρχισα να συναναστρέφομαι με γιατρούς, υπηρεσίες κι επιτροπές αξιολόγησης αναπηρίας. Βρέθηκα έτσι σε εργασιακή απομόνωση. Όλα αυτά ήταν πρωτόγνωρα για μένα, γιατί μέχρι τότε λειτουργούσα στην κανονική αγορά. Όμως αυτό που κατάλαβα στην πορεία είναι πως η διαφορετικότητα είναι πρόκληση. Σου δίνει την ευκαιρία να εξελιχτείς ως άνθρωπος, να δοκιμάσεις τα όριά σου και να τα ξεπεράσεις. Όταν ήρθα εδώ, ήμουν ράκος ψυχολογικά, αλλά η εργασιοθεραπεία και η συμπαράσταση όλης της ομάδας με βοήθησε. Δε θα μπορούσα στα 45 μου να είμαι συνταξιούχος. Νιώθω ακόμη δυνατός. Δε θα επέτρεπα στον εαυτό μου να κάθεται. Όταν κάτι σε παίρνει από κάτω, η απάντηση είναι η δράση. Βλέπεις, μπορεί να μην είμαστε άτομα πλήρως παραγωγικά, αλλά αν εργαστούμε μερικώς, όπως συμβαίνει εδώ, μπορούμε ν’ αποδώσουμε ισάξια με τα υγιή. Αυτό που μου κάνει εντύπωση, είναι πως καταφέραμε μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα να πετύχουμε στόχους που θεωρούσα δύσκολους ακόμη και για επαγγελματίες και να ξεπεράσουμε τις προσδοκίες ατόμων που ήρθαν εδώ απλώς από περιέργεια ή και ουσιαστικό ενδιαφέρον χωρίς όμως να έχουν υψηλά στάνταρς. Ο πελάτης παραμένει πελάτης κι έχει τις απαιτήσεις που θα είχε και σε οποιοδήποτε άλλο μαγαζί εστίασης. Θέλουμε σίγουρα να ενστερνιστεί τη φιλοσοφία μας, αλλά παράλληλα να έρχεται γιατί έχει μείνει ικανοποιημένος από την παροχή των υπηρεσιών μας.»
Οι αντιδράσεις του κόσμου
Αναρωτιέμαι ποιες είναι οι αντιδράσεις του κόσμου σε ένα τέτοιο εγχείρημα, που σίγουρα αποτελεί κάτι ασυνήθιστο, πόσο μάλλον για μια επαρχιακή πόλη.
«Σίγουρα, στην αρχή, για κάποιους, όλο αυτό ήταν περίεργο. Υπήρχαν, για παράδειγμα περιπτώσεις ατόμων που ρωτούσαν, εμφανώς αδιάκριτα: “Εσύ τι αναπηρία έχεις;” Ή, μια άλλη μέρα, είχε επισκεφτεί το μαγαζί μια παρέα κωφών και επικοινωνούσαν στη νοηματική. Μια φιλική μας παρέα, έχοντας εκπλαγεί βλέποντας για πρώτη φορά τόσους κωφούς ν’ αλληλεπιδρούν σ’ ένα χώρο εστίασης δίπλα σε μη κωφούς, με φωνάζει και μου λέει: “Δεν έχουμε ξαναδεί κάτι τέτοιο. Όλοι αυτοί είναι κωφοί; Οι καημένοι! Έχουν πρόβλημα…” Κι εγώ προσπαθούσα να τους εξηγήσω πως η αναπηρία δεν είναι πρόβλημα, αλλά αποτελεί ένα μόνο από τα στοιχεία του ποιος είσαι», τονίζει η Άρτεμις.
Πάντως, όπως μου εξομολογούνται οι δύο κυρίες της παρέας, σα μια γενικότερη αντίδραση, η κοινωνία του Βόλου έχει αγκαλιάσει αυτήν την προσπάθεια. «Από την πρώτη στιγμή που κυκλοφόρησε η ιδέα της Cantine, μέχρι να γίνει πράξη, η κινητοποίηση του κόσμου και η διάθεσή του να συνεισφέρει με οποιονδήποτε τρόπο μας εξέπληξε. Πολλά αντικείμενα μέσα στο χώρο είναι αποτέλεσμα αυτής της προσφοράς: τα μαξιλάρια και οι καρέκλες που κάθεσαι, τα λουλούδια που βλέπεις στα βάζα, ακόμη και τα σερβίτσια. Υπάρχουν επίσης άτομα που έρχονται συχνά και μας αφήνουν εφημερίδες, ένα κουτί γλυκά, που προσφέρονται να βάψουν, να καθαρίσουν να επισκευάσουν, να, να, να… Η εθελοντική προσφορά σε όλο της το μεγαλείο!»
Όραμα και όνειρα για το μέλλον
Όλη η ουσία αυτού του project μπορεί να συνοψιστεί στις ακόλουθες προτάσεις: «Αν έχεις μια ωραία ιδέα που επιφέρει και μια προστιθέμενη αξία στην κοινωνία και βρεις ανθρώπους να σε στηρίξουν και να μοιραστείς αυτό το όραμα, τίποτα δεν είναι αδύνατο. Εμάς θα ΄ταν χαρά μας τα επόμενα χρόνια να υπάρχουν κι άλλες μικρές καντίνες. Θέλουμε πρωτίστως το στοίχημα που βάλαμε για ένα χώρο ανοιχτό προς όλους να έχει διάρκεια στο χρόνο. Όραμά μας, είναι όλο αυτό να μεταλαμπαδευτεί ως γνώση και να γίνει πράξη και σε άλλες περιοχές. Να αποτελέσει ένα ορόσημο πολιτισμικής και πολιτιστικής κουλτούρας που μεταφέρει ένα μήνυμα ανθρωπισμού και αποδοχής της διαφορετικότητας».
Το La Petite Cantine Project, μόνο “petite” δεν είναι. Είναι κίνημα, ιδέα, μήνυμα αλλαγής κι επαναπροσδιορισμού στάσεων. Κι ως ιδέα δεν περιορίζεται, αλλά εξελίσσεται και δυναμώνει. Η La Petite Cantine λοιπόν, θα έπρεπε να βρίσκεται σε κάθε χώρα, σε κάθε πόλη, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σπίτι, αλλά και σε καθέναν από εμάς. Θα έπρεπε να την κουβαλάμε μέσα μας. Να γίνει βίωμά μας και τρόπος σκέψης μας!