Παρακολουθήσαμε το κύκνειο άσμα του Σοφοκλή, «Οιδίπους επί Κολωνώ», σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου την Παρασκευή 7 Ιουλίου. Σημειώνουμε ότι την πρώτη βραδιά 4.500 θεατές χειροκρότησαν το θίασο στο αρχαίο αργολικό θέατρο και τη δεύτερη βραδιά 6.500 θεατές απόλαυσαν τον «Οιδίποδα επί Κολωνώ».
Η νέα μετάφραση από τον Δημήτρη Δημητριάδη με ένα γεμάτο και πλούσιο λόγο καταπιάνεται με υπαρξιακές αγωνίες, με τη ζωή και το θάνατο. Αρκετές επεμβάσεις εντοπίζονται στο κείμενο, αλλά όλες συμβατές με τις διαρκείς αναζητήσεις του έργου του Σοφόκλη. Το κείμενο, λοιπόν, λυρικό και συνάμα σύγχρονο, εμπεριείχε πολλές φράσεις που εξέπληξαν αρκετές φορές το κοινό με τη συμπυκνωμένη σοφία τους. Ο Σταύρος Τσακίρης σκηνοθετικά φαίνεται να έσκυψε με περίσσιο σεβασμό στο κείμενο υιοθετώντας τη φόρμα του αφηγηματικού θεάτρου. Είχε βέβαια στη διάθεσή του μερικούς από τους πιο σημαντικούς ηθοποιούς του θεάτρου και με ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα επιχείρησε να συνδέσει το νήμα της ζωής και του θανάτου.
Δέκα κουτιά σαν κάσες κείτονται στην ορχήστρα του Θεάτρου. Σε ένα από αυτά υπάρχει νερό. Και όπου υπάρχει νερό, υπάρχει και ζωή. Το σύμβολο της κάθαρσης εξ αρχαιοτάτων χρόνων χρησιμοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της παράστασης. Το έργο στο σύνολό του παρέπεμπε σε «παραβολή» της ζωής και του θανάτου.
Υστερα από δέκα χρόνια περιπλάνησης, ο Οιδίπους, ξένος, τυφλός και ρακένδυτος, φτάνει στο άλσος του Κολωνού, στις παρυφές της πόλεως των Αθηνών, ζητώντας φιλοξενία. «Φιλοξενία για να αναπαυθεί, με μόνο συμπαραστάτη του την κόρη του, την αδερφή του, την Αντιγόνη», αναφέρει ο Δημήτρης Λιγνάδης, εκ των πρωταγωνιστών που ανοίγει την παράσταση ως Ξένος, ως ο αφηγητής που μας προετοιμάζει για την άφιξη του γιου του Λάιου στην πόλη των Αθηνών.
Οταν πια ο Θησέας επιτρέπει την παραμονή του Οιδίποδα στην Αθήνα, ξεκινά μια ανασκόπηση της «κατεστραμμένης ζωής» του. Κοιτάζοντας πίσω, στα χρόνια που πέρασαν, ο Οιδίπους, όπως ο ίδιος αναφέρει, «καθαρός απέναντι στο νόμο, δεν έπραξα κανένα κακό», «ρημαγμένος από τον πόνο», γίνεται άξιος να φωτίσει το αίνιγμα της ζωής και του θανάτου. Η τραγική μοίρα του γιου του Λάιου αποτυπώθηκε εύστοχα στο πρόσωπο του σπουδαίου ηθοποιού Κώστα Καζάκου. Εμπειρος και γενναιόδωρος ο Καζάκος σε έναν εύθραυστο ρόλο, δίνει ρεαλισμό, βάθος και συναίσθημα σε έναν Οιδίποδα «ξένο στο θάνατο και ξένο στον τόπο του».
Η σκηνοθεσία εμπλουτίζεται με πρωτότυπη μουσική του Μίνου Μάτσα, η οποία εκτελείται ζωντανά κατά τη διάρκεια της παράστασης, από τις φωνές τεσσάρων ιεροψαλτών και πέντε ηθοποιών, ως ένα παράλληλο κείμενο χορού. Ωστόσο αυτή η πρωτοτυπία δεν κατάφερε να συνδέσει το σκοπό της με συνέπεια κατά τη δίωρη παράσταση. Ο Χορός ως δομικό στοιχείο της αρχαίας δραματουργίας διακρίνεται με μια ποικιλία λόγων και κινήσεων. Στοιχεία που απουσίαζαν έντονα από τον στατικό Χορό της παράστασης με αποτέλεσμα πολλά από τα χορικά να μη φτάνουν στον κοίλον.
Ερμηνείες
Όσον αφορά τις ερμηνείες των υπόλοιπων ηθοποιών κάποιες βάδιζαν στέρεα στην επιδαύρια γη, ενώ κάποιες άλλες όχι. Ο Δημήτρης Λιγνάδης, εξοικειωμένος με την Επίδαυρο πια, ήταν επαρκής στο ρόλο του. Εξίσου ικανοποιητική ήταν η ερμηνεία της Κόρας Καρβούνη ως Αντιγόνης. Ικανότατος ο Αρης Τρουπάκης έχτισε ένα χαρακτήρα αντιπροσωπευτικό του Θησέα. Συμπαθητικές, χωρίς όμως να χρωματίζουν τους ήρωές τους, οι ερμηνείες των Τζένης Κόλλια (Ισμήνη), Δημήτρη Ημελλου (Πολυνείκης) και Δημήτρη Λάλου (Κρέων).
Ολη η παράσταση έδινε την εντύπωση μιας γενναιόδωρης παραγωγής καμωμένης με σεβασμό και μεράκι. Εν πολλοίς, ο «Οιδίπους επί Κολωνώ» σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη κατάφερε να αγγίξει -όχι στον απόλυτο βαθμό- το θυμικό και το σκεπτικό του θεατή παίρνοντας τελικά την έγκριση του κοινού της Επιδαύρου ως αφετηρία της περιοδείας του με ένα ζεστό χειροκρότημα προς τον μεγάλο πρωταγωνιστή, Κώστα Καζάκο.
ΞΕΝΙΑ ΣΤΟΥΚΑ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου