Με τα λόγια αυτά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έδωσε το στίγμα της κρισιμότητας της επόμενης περιόδου μετά το καθολικό lockdown που ανακοίνωσε, εξηγώντας ότι η απόφαση αυτή ελήφθη λόγω «εκθετικής αύξησης των κρουσμάτων» τις τελευταίες πέντε μέρες.
«Επιλέγω για μία ακόμη φορά να πάρω δραστικά μέτρα νωρίτερα παρά αργότερα», διαμήνυσε, καθιστώντας σαφές ότι «δεν μπορώ να αναλάβω την ευθύνη να θέσω σε κίνδυνο τις ζωές συμπολιτών μας».
Ο κ. Μητσοτάκης τόνισε πως «εάν δεν παίρναμε τα μέτρα σήμερα, αν περιμέναμε μία-δύο εβδομάδες, θα είχαμε τέτοιες πιέσεις στο Σύστημα Υγείας που δεν θα μπορούσε να τις διαχειριστεί», ενώ εκτίμησε ότι «θα χρειαστούν 10-15 μέρες για να αποδώσουν τα μέτρα» και προειδοποίησε ότι «έχουμε 10 δύσκολες μέρες μπροστά μας», διαβεβαιώνοντας όμως ότι «είμαστε έτοιμοι γι’ αυτό και έχουμε ακόμα σημαντικές δυνατότητες στο Εθνικό Σύστημα Υγείας».
«Είμαι σίγουρος ότι εφόσον εφαρμοστούν θα μπορέσουμε να πνίξουμε και αυτό το δεύτερο κύμα, για να επιτρέψουμε στους εαυτούς μας έναν σχετικά πιο κανονικό Δεκέμβριο που θα μοιάζει με γιορτές άλλων ετών, προφανώς πάλι με αυξημένους περιορισμούς», πρόσθεσε, προειδοποιώντας -και με αυτοκριτική διάθεση- ότι «δεν πρόκειται να επανέλθουμε στη φάση γενικής ανεμελιάς στην οποία βρεθήκαμε ενδεχομένως τον Ιούνιο, τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο».
«Μετά το δεύτερο lockdown δεν υπάρχει περίπτωση να επιτρέψουμε αυτή ακριβώς την αντίδραση», επισήμανε, αναγνωρίζοντας ότι ένα λάθος μετά το πρώτο κύμα «ήταν ο συνολικός εφησυχασμός ότι αυτό πέρασε».
«Μέχρι να βρεθεί το εμβόλιο θα είναι μία συνεχής διαδικασία που θα πατάμε γκάζι-φρένο», σημείωσε ο κ. Μητσοτάκης, υπογραμμίζοντας ότι «όσο πιο υπεύθυνοι είμαστε στα βασικά μέτρα και όσο είμαστε και εμείς πειστικοί στο να εξηγούμε γιατί αυτά τα μέτρα είναι απαραίτητα, τόσο δεν θα χρειαζόμαστε ασφυκτικούς περιορισμούς όπως αυτούς που επιβάλαμε».
Απαντώντας στο ερώτημα γιατί τώρα lockdown ενώ πριν από μία εβδομάδα είχε αποφασιστεί πλαίσιο πιο ήπιων μέτρων, ο κ. Μητσοτάκης εξήγησε ότι υπήρξαν σχεδόν 10.000 κρούσματα μέσα σε πέντε μέρες -όταν από την αρχή της πανδημίας ήταν κάτι λιγότερο από 50.000-, σημαντική αύξηση στις νοσηλείες, στους διασωληνωμένους, στον αριθμό των ΜΕΘ που χρησιμοποιούμε, αλλά και «μια άσχημη αναλογία εισαγωγών και εξιτηρίων στα νοσοκομεία, όπου αν συνεχίζαμε με αυτό το ρυθμό θα έπρεπε να υποδεχθούμε μέσα στις επόμενες 10 ημέρες παραπάνω από 1.000 συμπολίτες μας και με βάση τα στατιστικά, οι 150 τουλάχιστον να οδηγηθούν σε ΜΕΘ».
«Είδαμε μία απότομη αλλαγή την τελευταία εβδομάδα και αυτό εξηγεί γιατί μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα επιλέξαμε διαφορετική στρατηγική», τόνισε, ενώ εξήγησε και γιατί η εκθετική αύξηση των κρουσμάτων αυτό το πενθήμερο τον υποχρεώνει να μην περιμένει 10-15 μέρες για να δει αν τα προηγούμενα μέτρα θα είχαν αποτέλεσμα:
«Ναι, θα υπήρχε μια περίπτωση τα μέτρα να δούλευαν, αλλά αν δεν δουλέψουν, τότε σε 15 μέρες η πίεση που θα ασκείτο στο Σύστημα Υγείας θα ήταν ανυπόφορη. Αυτό είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ σε καμία περίπτωση να το επιτρέψω», τόνισε
Σκέρτσος: Μέτρα προστασίας της ανηλικότητας από τον ψηφιακό εθισμό
«Προτίμησα να ακούσω τις εισηγήσεις των ειδικών και να πάρω τα μέτρα πριν “κοκκινίσει” τελείως η χώρα και διαπιστώσουμε ότι οι πιέσεις στο Σύστημα Υγείας είναι πια πολύ μεγάλες», πρόσθεσε, ενώ διαβεβαίωσε ότι «αυτό που συνέβη σε περιπτώσεις όπως στην Ιταλία ή σε άλλες χώρες όπου έφταναν περισσότεροι στα νοσοκομεία από όσους μπορούσαν να χειριστούν, δεν θα γίνει στην Ελλάδα».
«Θα αντέξει το Εθνικό Σύστημα Υγείας και έχουν γίνει αυτά τα οποία πρέπει να γίνουν», ανέφερε, ενώ προανήγγειλε ότι ο υπουργός Υγείας θα αναγγείλει πρόσθετα μέτρα και στον τομέα της ταχύτητας υλοποίησης των προσλήψεων, «διότι, δυστυχώς, μερικές φορές για το τακτικό προσωπικό είμαστε δέσμιοι πολύ χρονοβόρων διαδικασιών».
Ο πρωθυπουργός επέμεινε για μία ακόμη φορά και στην ανάγκη να εμπιστευόμαστε τους ειδικούς, ενώ τόνισε ότι ο διαφορετικός τρόπος επικοινωνίας, με την παρουσία και του Σωτήρη Τσιόδρα, αποσκοπεί στο να καταδείξει ότι οδηγός στις όποιες αποφάσεις μας είναι πάντα τα επιστημονικά δεδομένα που «δεν πρέπει να είναι αντικείμενο αντιπαράθεσης».
«Tις πολιτικές αποφάσεις τις παίρνει η κυβέρνηση και αναλαμβάνω την ευθύνη των αποφάσεων αυτών. Αλλά τα επιστημονικά δεδομένα πάνω στα οποία στηρίζονται οι αποφάσεις είναι αδιαπραγμάτευτα», ανέφερε, διαμηνύοντας ότι «σε αυτή τη συγκυρία δεν υπάρχουν περιθώρια για μικροπολιτικά πυροτεχνήματα».
Οσον αφορά τα σχολεία, εξήγησε ότι δέχθηκε την εισήγηση των ειδικών γιατί «τα μεγαλύτερα παιδιά, επειδή έχουν και τη δική τους κοινωνική ζωή, είναι πιθανόν αυτή τη στιγμή να ευνοούν τη μετάδοση του ιού πολύ περισσότερο από τα μικρότερα».
Αναφερόμενος στο εμβόλιο, εκτίμησε ότι «η ταχύτητα με την οποία θα έχουμε το εμβόλιο είναι μοναδική στην ιστορία της επιστήμης και είμαι σίγουρος ότι δεν θα έχουμε ένα εμβόλιο μόνο, θα έχουμε περισσότερα του ενός».
Επανέλαβε, εξάλλου, ότι η Ελλάδα θα έχει πρόσβαση σε όλα τα εμβόλια τα οποία αγοράζει η Ευρωπαϊκή Ενωση και υπογράμμισε ότι «εκπονούμε ένα σχέδιο εμβολιασμού ταχύτατου, με βάση τις ποσότητες που θα έχουμε στη διάθεσή μας». Τόνισε ότι θα υπάρχουν και κέντρα μαζικού εμβολιασμού, ενώ αναφέρθηκε και στην ανάγκη να πείσουμε και τους επιφυλακτικούς συμπολίτες μας ότι τα εμβόλια αυτά είναι ασφαλή, επαναλαμβάνοντας, όπως είπε και στη ΔΕΘ, ότι ο ίδιος «και φαντάζομαι και ο κύριος καθηγητής, πρώτοι να σπεύσουμε να κάνουμε εμείς οι ίδιοι και οι οικογένειές μας τα εμβόλια».
Εξέφρασε επίσης ικανοποίηση για το ρυθμό με τον οποίο προχωράει ο εμβολιασμός της γρίπης, με παραπάνω από 2.000.000 συνταγές να έχουν εκτελεστεί.
Ο πρωθυπουργός απάντησε όμως και στις διαφόρων ειδών αμφισβητήσεις. «Υπάρχουν οι ψεκασμένοι, αυτοί που λένε ότι δεν υπάρχει κορονοϊός. Μια βόλτα νομίζω στα νοσοκομεία είναι η καλύτερη απάντηση», τόνισε χαρακτηριστικά.
Ο κ. Μητσοτάκης χαρακτήρισε πάντως «ανυπόστατη» την κριτική που έχειlo ασκηθεί πολλές φορές από την αντιπολίτευση, φέρνοντας ως παράδειγμα το ζήτημα των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς, σημειώνοντας ότι «κάναμε το καλύτερο το οποίο μπορούσαμε» αυξάνοντας τον αριθμό των λεωφορείων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Επισήμανε ότι ο ΕΟΔΥ σήμερα δεν έχει καμία σχέση με το παλιό ΚΕΕΛΠΝΟ, καθώς είναι πολύ πιο αποτελεσματικός και η Γενική Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας έχει κάνει άλματα σε ζητήματα που αφορούν τον τρόπο με τον οποίο χειριζόμαστε αυτή την κρίση.
«Αλλά θα εξακολουθώ να πιέζω να γινόμαστε συνέχεια καλύτεροι. Οσο καλύτεροι γινόμαστε τόσο περισσότερες ζωές θα σώσουμε. Και όπου έχει γίνει κάποιο λάθος, με θάρρος, πρώτος εγώ, θα βγω και θα αναλάβω την ευθύνη», πρόσθεσε.
Οσον αφορά τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας, ο κ. Μητσοτάκης επισήμανε ότι «είναι σημαντικές» και ότι «ανά πάσα στιγμή η χώρα έχει πυρομαχικά». Υπογράμμισε ότι σήμερα η χώρα έχει παραπάνω από 37 δισεκατομμύρια σε διαθέσιμα και τόνισε ότι «κανένας δεν πρέπει να μείνει πίσω», διαβεβαιώνοντας ότι «πρώτη μέριμνά μας είναι οι πιο αδύναμοι συμπολίτες μας, οι οποίοι θα χτυπηθούν περισσότερο από τα μέτρα που λαμβάνουμε».
Χαρακτήρισε σημαντικό το γεγονός ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα εξακολουθήσει να στηρίζει τις ευρωπαϊκές οικονομίες, τόνισε ότι η χώρα έχει δανειστεί 16 δισεκατομμύρια ευρώ με ιστορικά χαμηλά επιτόκια, τα οποία μας επιτρέπουν αυτή τη στιγμή να κάνουμε αυτή την πολιτική στήριξη της κοινωνίας, την οποία «θα συνεχίσουμε».
Εκτίμησε, εξάλλου, πως εάν χρειαστεί να κινητοποιηθούν και περισσότερα ευρωπαϊκά κεφάλαια, διότι τα πράγματα σε όλη την Ευρώπη είναι χειρότερα, όχι μόνο στην Ελλάδα, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί θα το κάνουν.
Ερωτηθείς, τέλος, εάν θεωρεί πιθανό όλη αυτή η κατάσταση και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις στην οικονομία να πυροδοτήσουν πολιτικές εξελίξεις, σχολίασε: «Εχω πει πολλές φορές ότι αυτή τη στιγμή έχουμε ένα πόλεμο μπροστά μας.
Ο στρατός είναι σε πλήρη ανάπτυξη. Αυτός είναι ο στρατός μας, με αυτόν θα πολεμήσουμε. Δεν βλέπω κανένα λόγο γιατί όλη αυτή η περιπέτεια μπορεί ή πρέπει να δρομολογήσει πολιτικές εξελίξεις».
Οπως έγινε γνωστό, ο πρωθυπουργός θα ενημερώσει την προσεχή Τρίτη τη Βουλή για την επιδημιολογική κατάσταση στη χώρα και τα μέτρα αντιμετώπισης της πανδημίας του κορονοϊού, σε συζήτηση σύμφωνα με το άρθρο 142Α του Κανονισμού της Βουλής, όπου όλοι οι αρχηγοί των κομμάτων της αντιπολίτευσης θα έχουν την ευκαιρία και το χρόνο να τοποθετηθούν.
Στην κυβέρνηση θεωρούν ότι η επίκαιρη ερώτηση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, στην οποία είχε ανακοινωθεί από την περασμένη Δευτέρα ότι θα απαντούσε σήμερα ο κ. Μητσοτάκης, κατέστη εκ των πραγμάτων ανεπίκαιρη, καθώς ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε σημαντικές πρωτοβουλίες για την αντιμετώπιση της πανδημίας, που υπερβαίνουν το περιεχόμενο της ερώτησης του κ. Τσίπρα.
Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τόνισε ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αποδείξει ότι σέβεται απόλυτα το Κοινοβούλιο, υπενθυμίζοντας μάλιστα για «όσους όσοι όψιμα κόπτονται για την ενημέρωση της Βουλής» ότι ο κ. Τσίπρας επί 4 χρόνια απάντησε συνολικά σε 10 επίκαιρες ερωτήσεις, ενώ ο Κυριάκος Μητσοτάκης, σε μόλις 15 μήνες, απάντησε στο πλαίσιο της «Ωρας του Πρωθυπουργού» σε 6 επίκαιρες ερωτήσεις (2 ΣΥΡΙΖΑ, 3 Κίνημα Αλλαγής, 1 ΜέΡΑ25), ενώ στις 7 Σεπτεμβρίου 2020 πραγματοποιήθηκε προ ημερησίας διατάξεως συζήτηση κατόπιν αιτήματος της προέδρου του ΚΙΝ.ΑΛ., καθώς και δύο συνεδριάσεις σύμφωνα με την ειδική διαδικασία του άρθρου 142Α, της ενημέρωσης δηλαδή της Βουλής από τον πρωθυπουργό σε σχέση με θέματα επικαιρότητας.
Από την έντυπη έκδοση