Λίγες μέρες μετά το Brussels Group ΙΙ εκπρόσωποι των δανειστών επιβεβαιώνουν ότι τις τέσσερις και κάτι ημέρες των συναντήσεων «έγινε πολλή δουλειά». Ο σκληρός του ΔΝΤ Πόουλ Τόμσεν μιλώντας σε κολέγιο του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης πολύ περισσότερο για την Ελλάδα και πολύ λιγότερο για την ευρωζώνη έκανε εκτενή αναφορά στις διαπραγματεύσεις που συνεχίζονταν την ίδια ώρα στις Βρυξέλλες.
«Με την Ελλάδα συζητάμε αλλαγές στο φορολογικό, στο ασφαλιστικό και τη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου ώστε να ληφθούν μέτρα ενίσχυσης της ανάπτυξης», είπε για να προσθέσει: «Σε αυτά τα θέματα είχαμε αξιοσημείωτη αλλαγή της στάσης των ελληνικών αρχών. Γι’ αυτό και θα επιστρέψω άμεσα στις Βρυξέλλες για τη συνέχιση των διαπραγματεύσεων».
Σε ό,τι αφορά το αφορολόγητο, συμφωνήθηκε η μείωση στις 5.900 ευρώ σε μέσα επίπεδα, λαμβάνοντας μέριμνα για λίγο μεγαλύτερο για οικογένειες με παιδιά. Με πρόταση της ελληνικής πλευράς η οποία έχει γίνει αποδεκτή, τα εισοδήματα από τις 5.901 έως και τις 8.636 ευρώ (από εκεί και πέρα θα συνεχιστεί να ισχύει ο συντελεστής του 22%) θα φορολογούνται με συντελεστή 20%. Αυτό σημαίνει ότι το 2019 θα πληρώσουν για πρώτη φορά φόρο οι συντάξεις από τα 490 ευρώ και πάνω και οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα από τα 421 ευρώ. Η μείωση του αφορολογήτου θα πρέπει να οδηγήσει σε μια καθαρή δημοσιονομική απόδοση της τάξης του 1% του ΑΕΠ από το 2019 και τα επόμενα χρόνια.
Στο ασφαλιστικό, απέναντι στην αντίσταση του συνόλου των δανειστών η ελληνική αποστολή φαίνεται ότι υποχώρησε επίσης οι μειώσεις να γίνουν σε μία δόση από το 2020. Εκείνο που δεν καθορίστηκε είναι το ύψος στις περικοπές, αφού η ελληνική πλευρά διαπραγματεύεται ακόμη το ύψος του πακέτου των μέτρων για τη διετία, καθώς υπάρχουν ακόμη ελπίδες το ύψος να είναι – λίγο- μικρότερο από 2% του ΑΕΠ (1,8 – 1,9%). Πάντως οι δανειστές ζητούν τη μείωση κατά τουλάχιστον 50% της προσωπικής διαφοράς στις παλιές συντάξεις, που θα σημάνει σημαντικό κούρεμα μέχρι και 30% στις μικτές συντάξεις από τα 800 ευρώ και πάνω. Η ελληνική πλευρά ελπίζει ότι θα πείσει ότι μέρος του εικονικού κενού που καλείται να καλύψει θα έρθει από επιπλέον έσοδα που θα φέρει η ανάπτυξη της οικονομίας το 2020.
Τα αντισταθμιστικά μέτρα απασχόλησαν αναλογικά τις λιγότερες ώρες των συναντήσεων στις Βρυξέλλες. Πάντως σε όσες συζητήσεις έγιναν οι δανειστές επέμεναν στη μείωση των φορολογικών συντελεστών και μόνο (ξεχνώντας τα μέτρα αύξησης κοινωνικών δαπανών), επικεντρώνοντας σε επιχειρήσεις και μεσαία και υψηλά εισοδήματα που είχαν και τη μεγαλύτερη επιβάρυνση από τον περασμένο χρόνο.
Ειδικά για τη μείωση του ΕΝΦΙΑ και τους δικαιούχους μιας τέτοιας μείωσης, η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα και οι θεσμοί συνεχίζουν να διαφωνούν, με τους δανειστές να επιμένουν ότι τη μείωση δικαιούνται μόνο αυτοί που πληρώνουν σήμερα συμπληρωματικό φόρο. Δηλαδή αυτοί που έχουν ακίνητη περιουσία με αντικειμενική αξία πάνω από 200.000 ευρώ.
Το θέμα της αγοράς ενέργειας δεν βρίσκεται στην ατζέντα του ΔΝΤ, αλλά κυρίως των Ευρωπαίων δανειστών, αφού ο κ. Τόμσεν δεν το ανέφερε καν ως ένα από τα θέματα της συζήτησης με την ελληνική πλευρά.
Πάντως και σε αυτό το θέμα υπήρξε σημαντική σύγκλιση, αφού η ελληνική πλευρά, την οποία εκπροσώπησε αυτοπροσώπως ο αρμόδιος υπουργός Περιβάλλοντος Γιώργος Σταθάκης, δέχθηκε να συζητήσει και την πώληση μονάδων της ΔΕΗ σε ιδιώτες μαζί με την πώληση του 17% της ΔΕΗ. Ζήτησε όμως αυτό να γίνει σταδιακά και να αποκλειστούν οι υδροηλεκτρικές μονάδες, τη στιγμή που οι θεσμοί ζητούν την πώληση της «μικρής ΔΕΗ» μέχρι και το φθινόπωρο.
Το εργασιακό
Εκεί όμως που η ελληνική αποστολή βρήκε τοίχο στις Βρυξέλλες είναι το θέμα με τις αλλαγές που θα γίνουν στην αγορά εργασίας, παρότι πρότεινε να αποσύρει το αίτημα της επαναφοράς των συλλογικών διαπραγματεύσεων αν οι θεσμοί δεχθούν να συζητηθεί μετά το τέλος του προγράμματος και διατηρηθεί το σημερινό καθεστώς για τις ομαδικές απολύσεις.
Το πρόβλημα προέκυψε όταν το ΔΝΤ προέβαλε στις διαπραγματεύσεις την «ιδεολογική» του αντίθεση στην αναβολή της συζήτησης όλων των θεμάτων για τα εργασιακά. Το ΔΝΤ επέμεινε να ζητά: απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, άρση της υποχρέωσης της έγκρισής τους από τον εκάστοτε υπουργό και διατήρηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Στο πακέτο των αλλαγών όμως οι άνθρωποι του Ταμείου επανήλθαν και στα θέματα που μένουν σε εκκρεμότητα από το δεύτερο Μνημόνιο: αλλαγή του συνδικαλιστικού νόμου ώστε να είναι πιο δύσκολη η κήρυξη της απεργίας, κατάργηση μεγάλου μέρους των συνδικαλιστικών προνομίων και επαναφορά του θεσμού της ανταπεργίας.
Οι απαιτήσεις είχαν ως αποτέλεσμα το διάβημα του πρωθυπουργού στη Ρώμη, που είχε και το γνωστό αποτέλεσμα.
Τώρα πλέον οι δανειστές περιμένουν από την ελληνική πλευρά μια νέα πρόταση για το εργασιακό, αλλά και τις τελευταίες τεχνικές λεπτομέρειες ώστε να αποφασιστεί η επιστροφή των δανειστών στην Αθήνα για το κλείσιμο της αξιολόγησης.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
[email protected]
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου