Τόνισε ότι πρόκειται για ένα σχέδιο τριετίας από το οποίο θα επηρεαστούν τα παιδιά που σήμερα πάνε στην Γ Γυμνασίου: «Εμείς λέμε ότι θα επεξεργαστούμε ένα σχέδιο τουλάχιστον τριετίας και για να το ολοκληρώσουμε θα κάνουμε συντηρητικά βήματα. Δεν χρειάζονται μαγκιές. Αυτό που μπορούμε να υποσχεθούμε είναι ότι θα είναι σαφές το σχέδιο αλλά δεν μπορούμε να είμαστε δογματικοί. Αν δούμε του χρόνου ότι ορισμένα πράγματα δεν λειτουργούν θα πρέπει να τα αλλάξουμε».
Συνεχίζοντας τις δηλώσεις του στον ΣΚΑΙ μιλώντας για τα φροντιστήρια είπε ότι ιστορικά μαζί με την παραπαιδεία έχουν παίξει θετικό ρόλο «σε έναν ιδιομόρφο χαρακτήρα που είχε ταξική κινητικότητα. Ήσουν σε ένα χωριό και πήγαινες τελευταία χρονιά στο φροντιστήριο και το φροντιστήριο έπαιζε ένα εξισωτικό ρόλο ανάμεσα στο κακό σχολείο και την είσοδο στα ΑΕΙ αλλά αυτό έχει αλλάξει πλέον.
Μιλώντας για τις αποσπάσεις είπε ότι στόχος φέτος είναι να μειωθούν κατά 20% ενώ για τους αδιόριστους εκπαιδευτικούς αρκέστηκε μόνο στην απάντηση ότι «μελετάμε τι θα κάνουμε με αυτό το θέμα, ελπίζουμε μέχρι το τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς να έχουμε σαφείς απαντήσεις».
Τί είπε στην χθεσινή του ομιλία
«Η δημοκρατία απελευθερώνει αλλά εξαντλεί», παρατήρησε στο τέλος της ομιλίας του στη χθεσινή μαραθώνια συζήτηση στη Βουλή για τις αλλαγές στο Λύκειο και τις Πανελλαδικές ο υπουργός Παιδείας Κώστας Γαβρόγλου.
Κι όντως η χθεσινή συνεδρίαση ήταν εξαντλητική με γενικές προτάσεις αλλά και την αγωνία των εκπαιδευτικών -ειδικά των φιλολόγων- για την υποβάθμιση των αντικειμένων τους.
Ο δημόσιος διάλογος δεν βγάζει ακόμα συμπεράσματα, όμως ο κ. Γαβρόγλου έχει προτάσεις τις οποίες δεν έχει δημοσιοποιήσει. Μία από αυτές είναι η αύξηση των υποχρεωτικών μαθημάτων στην Γ’ Λυκείου, καθώς βάσει του τελευταίου πορίσματος, το ΙΕΠ είχε προτείνει μόλις ένα μάθημα, τη Νεοελληνική Γλώσσα. Αντίθετα, ο υπουργός συζητάει την αύξηση των μαθημάτων κορμού σε τρία.
Επιστημονικές ενώσεις εκπαιδευτικών κλήθηκαν να παρουσιάσουν τις θέσεις τους, όμως, όπως παρατήρησαν οι περισσότεροι, το κείμενο που είχαν στα χέρια τους (σ.σ.: η πρόταση του ΙΕΠ) ήταν αρκετά γενικόλογο, όπως το χαρακτήρισαν, ώστε να προχωρήσουν σε πρακτικές παρατηρήσεις.
Η Ενωση Ελλήνων Φιλολόγων όμως εξέφρασε την ανησυχία της, μιας και τα δείγματα της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στις ανθρωπιστικές επιστήμες ήταν προς την υποβάθμιση και την απαξίωση. Επίθεση υπήρξε και από εκπροσώπους των Φυσικών Επιστημών σχετικά με την υποβάθμιση των αντικειμένων τους αλλά και τις πενιχρές ώρες διδασκαλίας τους στα σχολεία. Το μεγαλύτερο μέρος όμως των συζητήσεων, μιας και δεν υπήρχε κάποια συγκεκριμένη πρόταση από το υπουργείο Παιδείας, αναλώθηκε σε ενδεικτικές ώρες που πρότεινε η κάθε ειδικότητα κι όπως εύστοχα παρατήρησε ο κ. Γαβρόγλου: «Από 30-35 ώρες στο Λύκειο, βάσει των προτάσεών σας, οι διδακτικές ώρες σκαρφαλώνουν στις 46 και 48».
Ο ρόλος του ΙΕΠ
Η συζήτηση στη Βουλή με εβδομαδιαίες συνεδριάσεις βρίσκεται αυτή την περίοδο στη φάση που η θεωρία υπερτερεί της πράξης. Ομως, το Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδικασίας μελετάει όλες τις υποβαλλόμενες προτάσεις ώστε να καταλήξει στο αν εφαρμόζονται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα.
Σύμφωνα με το σχεδιασμό του υπουργείου Παιδείας, μετά τη λήξη των συνεδριάσεων (υπολογίζεται στα μέσα Μαρτίου), το ΙΕΠ θα έχει κάποιες μέρες στη διάθεσή του -γύρω στις δύο εβδομάδες- ώστε να αναλύσει και να προσαρμόσει, αν κριθεί απαραίτητο, κάποιες από τις προτάσεις που έχουν κατατεθεί.