Ο πρωθυπουργός, μάλιστα, συναντήθηκε χθες με τον υπουργό Εσωτερικών Τάκη Θεοδωρικάκο και αποφάσισαν την άμεση δρομολόγηση της κατάθεσης του νομοσχεδίου στη Βουλή. Σε συνομιλία του με δημοσιογράφους ο κ. Μητσοτάκης κατέστησε σαφές ότι η πρόταση που ετοιμάζει η κυβέρνηση «είναι πολύ κοντά σε αυτό που έχει ακούσει από το ΚΙΝ.ΑΛ.». Η κυβερνητική πρόταση θα κινείται στη λογική κλιμακωτού μπόνους, συνδεδεμένου με το ποσοστό του πρώτου κόμματος και το οποίο θα δίνει καθαρή πλειοψηφία όταν το ποσοστό κινείται κοντά στα επίπεδα που έλαβε το πρώτο κόμμα στις πρόσφατες εκλογές.
Οπως έχει δηλώσει άλλωστε ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, «δεν γίνεται αν το πρώτο κόμμα παίρνει 18% να έχει το ίδιο μπόνους με αυτό που θα λάμβανε αν έπαιρνε 38%». Σύμφωνα με πληροφορίες, το μπόνους θα ξεκινάει από τις 20-25 έδρες και θα μπορεί να φθάνει έως και τις 50 έδρες, σε περίπτωση πολύ υψηλού ποσοστού του πρώτου κόμματος.
Ακόμη και αν συμφωνήσουν η Ν.Δ. και το ΚΙΝ.ΑΛ., το άθροισμα των ψήφων δεν επαρκεί για να ισχύσει το νέο σύστημα από τις αμέσως επόμενες εκλογές και στο Μέγαρο Μαξίμου δεν είναι αισιόδοξοι ότι θα διαφοροποιήσει τελικά τη στάση του ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος παραμένει προσκολλημένος στην απλή αναλογική. Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός δεν διαπραγματεύεται το ζήτημα της κυβερνητικής σταθερότητας και η προσπάθεια της Ν.Δ. θα είναι να ασκήσει πολιτική πίεση προς τον ΣΥΡΙΖΑ να συναινέσει σε αλλαγή, συμπεριφερόμενος ως κόμμα εξουσίας, που φιλοδοξεί να βρεθεί εκ νέου στη διακυβέρνηση της χώρας.
Η κυβέρνηση προσανατολίζεται και σε διεξαγωγή πολιτικού διαλόγου με τα κόμματα, αλλά ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι δεν θα αναλάβει στο ζήτημα αυτό πρωτοβουλία για συζητήσεις με τους πολιτικούς αρχηγούς, καθώς το θεωρεί διαφορετικό από εκείνο της ψήφου των αποδήμων, ενώ διαμηνύει ότι ο νέος εκλογικός νόμος «εάν χρειαστεί θα ψηφιστεί και με 158». Σε κάθε περίπτωση εξάλλου «οι εκλογές θα γίνουν το 2023», όπως επανέλαβε χθες ο πρωθυπουργός.
Την ίδια ώρα, ο κ. Μητσοτάκης φαίνεται ότι επέστρεψε από τις ολιγοήμερες διακοπές των Χριστουγέννων χωρίς να έχει καταλήξει σε οριστική απόφαση για το πρόσωπο που θα προτείνει για το κορυφαίο πολιτειακό αξίωμα και η απάντησή του στις αλλεπάλληλες ερωτήσεις που του έγιναν στη διάρκεια της εθιμοτυπικής εορταστικής συνάντησης που είχε χθες με πολιτικούς συντάκτες ήταν «χρόνος υπάρχει ακόμα».
«Είμαι πιο κοντά σε απόφαση χωρίς ωστόσο να έχω αποφασίσει ακόμα», ανέφερε αφήνοντας να εννοηθεί ότι τα βουνά του Μετσόβου μπορεί να αποτέλεσαν ιδανικό περιβάλλον για σκέψη, αλλά δεν οδήγησαν και σε ανακοινώσιμες αποφάσεις, καθώς οι τελικές αποφάσεις φαίνεται ότι θα ληφθούν μετά την επιστροφή του κ. Μητσοτάκη από τις ΗΠΑ.
Για την ώρα, το μόνο στίγμα που έχει δοθεί από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, στη συνέντευξή του στο «Βήμα», είναι ότι θα πρόκειται για μία εισήγηση που «θα είναι τέτοια που θα πρέπει τα άλλα κόμματα να κληθούν να αιτιολογήσουν γιατί δεν θα την ψηφίσουν».
Ο ΣΥΡΙΖΑ πάντως επέμεινε στη λογική της κομματικής αντιπαράθεσης καταλογίζοντας στον πρωθυπουργό ότι «επιμένει να ευτελίζει το κύρος του θεσμού» και ότι «οφείλει άμεσα να σταθεί στο ύψος των περιστάσεων και να πει ξεκάθαρα ποιον προτείνει για τον ανώτατο πολιτειακό θώκο». Σημείωσε μάλιστα ότι «δεν μπορούν να περιλαμβάνονται πρόσωπα που δεν γνωρίζουν καν ποια είναι τα κυριαρχικά μας δικαιώματα και τι είναι η υφαλοκρηπίδα».
«Είναι ατόπημα του ΣΥΡΙΖΑ να υποβιβάζει το θέμα της εκλογής ΠτΔ σε αντικείμενο κομματικών αψιμαχιών», σχολίασαν κυβερνητικές πηγές και απαντώντας στην ανακοίνωση της αξιωματικής αντιπολίτευσης πρόσθεσαν: «Πρώτον, ασφαλώς ο Πρόεδρος, όπως και ο εκάστοτε πρωθυπουργός, οφείλει να γνωρίζει ότι η θάλασσα έχει σύνορα. Και δεύτερον, ότι εκείνοι που χρησιμοποίησαν προσχηματικά την εκλογή Προέδρου για να ανατρέψουν μία κυβέρνηση και να οδηγήσουν τη χώρα σε εκλογές, δεν μπορούν να μιλούν για υπευθυνότητα».
Από την έντυπη έκδοση