Ο λόγος για τον οποίο εξετάζεται να δοθεί προτεραιότητα στη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών είναι ότι το μέτρο αυτό θα ωφελήσει όλες ανεξαιρέτως τις επιχειρήσεις, δηλαδή και τις κερδοφόρες και τις ζημιογόνες, ενώ η μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος θα βοηθήσει μόνο όσες δηλώνουν κέρδη.
Το δημοσιονομικό κόστος που συνεπάγεται μια περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιριών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% υπολογίζεται στα 540 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό του υπουργείου Οικονομικών, η νέα αυτή μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος θα εφαρμοζόταν το 2021 για τη χρήση του 2020, δηλαδή θα επιβάρυνε με μείωση εσόδων κατά 540 εκατ. ευρώ τον κρατικό προϋπολογισμό του 2021.
Από την άλλη πλευρά, το σχέδιο που ήδη έχει επεξεργαστεί το υπουργείο Εργασίας προβλέπει σταδιακή μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένων και εργοδοτών κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες την τετραετία 2020-2023, αρχής γενομένης με μια πρώτη μείωση της τάξεως των 9/10 της ποσοστιαίας μονάδας από την 1η Ιουλίου 2020 με δημοσιονομικό κόστος 123 εκατ. ευρώ. Για το 2021 προβλέπεται περαιτέρω μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά 1,09 ποσοστιαία μονάδα με σωρευτικό δημοσιονομικό κόστος 565 εκατ. ευρώ, το 2022 επιπλέον μείωση κατά 1,61 ποσοστιαία μονάδα με επιπλέον δημοσιονομικό κόστος 413 εκατ. ευρώ και το 2023 άλλο 1,3% με επιπλέον δημοσιονομικό κόστος 374 εκατ. ευρώ.
Συνεπώς, σε περίπτωση κατά την οποία αποφασιστεί να μην εφαρμοστεί το 2021 η περαιτέρω μείωση του συντελεστή φορολογίας εισοδήματος των εταιριών και των λοιπών νομικών προσώπων από το 24% στο 20% θα εξοικονομηθούν 540 εκατ. ευρώ τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να «χρηματοδοτήσουν» μια μεγαλύτερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών εντός του 2021, π.χ. κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες, αντί 1,09 που προβλέπει το ήδη καταρτισθέν σχέδιο του υπουργείου Εργασίας. Δηλαδή, η μη εφαρμογή της περαιτέρω μείωσης του εταιρικού φόρου μπορεί να αξιοποιηθεί δημοσιονομικά για μια ταχύτερη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών, ώστε η σωρευτική μείωσή τους να φθάσει το 3,9% ήδη από το 2021 και ο τελικός στόχος για σωρευτική μείωσή τους κατά 5% να επιτευχθεί το 2022, αντί το 2023.
Εν τω μεταξύ, όπως ήδη έχει αποκαλύψει ο «Ε.Τ.», το υπουργείο Οικονομικών επεξεργάζεται ήδη σενάρια για τη μείωση της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης εντός του 2020 και μάλιστα με αυξημένη πιθανότητα αναδρομικής ισχύος από την 1η-1-2020. Τα βασικά εναλλακτικά σενάρια είναι δύο και προβλέπουν:
1ο σενάριο:
ΣΥΡΙΖΑ: Μικρή συμμετοχή, μεγαλύτερη φθορά
α) Αύξηση του αφορολόγητου ορίου της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης από τα 12.000 ευρώ που είναι σήμερα στα 25.000-30.000 ευρώ, για τα εισοδήματα του 2020.
β) Μείωση των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του έτους 2020 που θα βρίσκονται πάνω από το αυξημένο αφορολόγητο όριο των 25.000-30.000 ευρώ. Οι συντελεστές εξετάζεται να μειωθούν κατά ποσοστά έως και 50%.
2ο σενάριο:
α) Διατήρηση του αφορολόγητου ορίου της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης στα 12.000 ευρώ ή αύξησή του στα 20.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020.
β) Μείωση των συντελεστών της ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης για τα εισοδήματα του έτους 2020 που θα βρίσκονται πάνω από το αφορολόγητο όριο (των 12.000 ή των 20.000 ευρώ) κατά 50%.
Σε περίπτωση κατά την οποία το αφορολόγητο όριο της ειδικής εισφοράς θα αυξηθεί στα 25.000 ευρώ για τα εισοδήματα του 2020 (όπως προβλέπει το 1ο εναλλακτικό σενάριο που περιγράψαμε παραπάνω) τότε όλοι οι φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ και μέχρι 25.000 ευρώ θα γλιτώσουν από την πληρωμή ποσών που θα φθάνουν μέχρι και τα 426 ευρώ ετησίως. Αν η αύξηση του αφορολογήτου φθάσει στο επίπεδο των 30.000 ευρώ, τότε όσοι φορολογούμενοι έχουν ετήσια εισοδήματα πάνω από 12.000 ευρώ και μέχρι 30.000 ευρώ θα γλιτώσουν από την πληρωμή ποσών που θα φθάνουν ετησίως έως και τα 676 ευρώ.
Οι φορολογούμενοι με ετήσια εισοδήματα πάνω από το νέο αυξημένο αφορολόγητο θα έχουν ακόμη μεγαλύτερα οφέλη, δηλαδή θα γλιτώσουν πολύ περισσότερα από 427 ή 676 ευρώ ετησίως, επειδή γι’ αυτούς θα ισχύσουν επιπλέον και μειωμένοι έως 50% συντελεστές για τα κλιμάκια των εισοδημάτων τους πάνω από το αφορολόγητο των 25.000 ή 30.000 ευρώ.
Ειδικά δε όσοι εκ των φορολογουμένων με ετήσια εισοδήματα άνω των 12.000 ευρώ είναι μισθωτοί και συνταξιούχοι θα δουν τις μηνιαίες καθαρές αποδοχές του έτους 2020 να αυξάνονται εκ νέου και κατά σημαντικά ποσά λόγω υπολογισμού της μηνιαίας παρακράτησης ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης με τη νέα ευνοϊκότερη κλίμακα, στην οποία το αφορολόγητο όριο θα είναι αυξημένο στα 25.000-30.000 ευρώ και οι συντελεστές πάνω από το όριο αυτό θα είναι μειωμένοι.
Από την έντυπη έκδοση