Επισήμως ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει ότι ως κυβέρνηση είχε πετύχει τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και… απορεί γιατί ο πρωθυπουργός και η νέα κυβέρνηση δεν εφαρμόζει απλώς τις αποφάσεις της προηγούμενης κυβέρνησης.
«Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη. Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πέτυχε τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων από το 2020 με έναν δημοσιονομικό μηχανισμό που εγγυόταν τα χρήματα των εταίρων», δήλωσε και χθες ο εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Χαρίτσης. Ολοι πλέον γνωρίζουν ότι αναφέρεται σε εκείνο το προεκλογικό σόου στο Ζάππειο στις 7 Μαΐου με τον κ. Τσίπρα να έχει πλάι τους κ.κ. Τσακαλώτο, Αχτσιόγλου, Δραγασάκη και Τζανακόπουλο και να ανακοινώνει το άνοιγμα ενός καταπιστευτικού λογαριασμού που η κυβέρνηση θα έβαζε 5,5 δισ. ευρώ από το «μαξιλάρι» που από τα υπέρογκα φορολογικά έσοδα είχε ξεπεράσει τα 34 δισ. ευρώ – δηλαδή 1% του ΑΕΠ για κάθε χρονιά για να πληρωθούν οι εταίροι – και θα σχεδίαζε προϋπολογισμούς για το 2020, το 2021 και το 2022 με πλεόνασμα επί 2,5%, χωρίς όμως να αλλάξει ονομαστικά ο στόχος.
Στο ερώτημα που προέκυψε τότε, αν δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συμφωνήσει την αλλαγή χρήσης των χρημάτων του «μαξιλαριού» που ο ΣΥΡΙΖΑ είχε συμφωνήσει και υπογράψει να προορίζονται μόνο για την εξυπηρέτηση του χρέους, η προηγούμενη κυβέρνηση δεν έδωσε ποτέ απάντηση. Ούτε όμως απάντησε ποτέ και στο δεύτερο ερώτημα, αν είχε θέσει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με τους Θεσμούς αυτήν την πρόταση και αν οι Θεσμοί είχαν συμφωνήσει ποτέ.
Και δεν έδωσαν ποτέ απάντηση επειδή απάντηση δεν είχαν, καθώς η «φοβερή» αυτή λύση δεν τέθηκε ποτέ επισήμως από την προηγούμενη κυβέρνηση, που τη «πουλούσε» όμως προεκλογικά, όπως προσπαθεί να την «πουλήσει» και μετεκλογικά, για να μη φανεί η γύμνια της στο σενάριο που ο Μητσοτάκης πετύχει τον στόχο του.
«Βεβαίως είχαμε συμφωνήσει για τα πλεονάσματα με τη γνωστή ρύθμιση του 2,5% ενώ θα παρέμενε ο ονομαστικός στόχος του 3,5% αλλά αυτό θα μπορούσε να γίνει πραγματικότητα μέσα από την δημιουργία αυτού του καταπιστευτικού λογαριασμού, του ενδιάμεσου λογαριασμού ο οποίος δέσμευε ένα ποσό από το γνωστό μαξιλάρι που θα χρησιμοποιούσαμε για να καλύψουμε το 1% μέχρι το 2022», είπε χθες στον Σκάι ο γραμματέας του ΣΥΡΙΖΑ Πάνος Σκουρλέτης, ο οποίος εκείνη την περίοδο και να είχαν συμφωνήσει δεν θα το μάθαινε, αφού ήταν – και είναι – εκτός κέντρου λήψης αποφάσεων. Ούτε με ποιον, ούτε πότε, ούτε τίποτε. Για κακή του τύχη, ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε στη δημοσιότητα λίγο νωρίτερα από τη συνέντευξη του κ. Τσίπρα στον Σκάι τη συνέντευξη του κ. Τσίπρα στο CNBC. Τι λέει ο πρώην πρωθυπουργός στο διεθνές δίκτυο για το θέμα;
«Καταφέραμε να συγκεντρώσουμε σχεδόν 40 δισεκατομμύρια στα δημόσια ταμεία, τα οποία όταν αναλάβαμε την εξουσία ήταν απολύτως άδεια. Τότε είπαμε πως πλέον μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν καταπιστευτικό λογαριασμό (escrow account) με 5,5 δισ. από τα 40 ώστε να είναι απόλυτα βέβαιοι οι εταίροι μας ότι θα πάρουν τα χρήματά τους πίσω. Αλλά έχουμε την κυριαρχία και παίρνουμε την απόφαση να μειώσουμε τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 3,5% στο 2,5% το 2020. Δυστυχώς ο κ. Μητσοτάκης όταν ανέλαβε την εξουσία δεν αποδέχθηκε την πρόταση και θέλει να διαπραγματευθεί κάτι που εμείς είχαμε πετύχει χωρίς διαπραγματεύσεις».
ΑΟΖ Τουρκίας - Συρίας: Διπλωματικός συναγερμός σε Λευκωσία και Αθήνα - «Τα μαζεύει» ο Ουράλογλου
Που σημαίνει ότι τίποτε δεν είχαν συμφωνήσει, εφόσον δεν υπήρξε καμία διαπραγμάτευση επί του θέματος, απλώς προεκλογικά αποφάσισαν να ακολουθήσουν την ατζέντα του κ. Μητσοτάκη που είχε βάλει τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης, με άλλα λόγια «έσερνε» τον ΣΥΡΙΖΑ στο δικό του γήπεδο. Ιδού και η πρώτη φορά που ο κ. Τσίπρας δημοσίως αναφέρθηκε, ως πρωθυπουργός, στο θέμα: «Αφού η αντιπολίτευση θέλει, ας συμφωνήσουμε ότι θα διεκδικήσουμε μικρότερα πλεονάσματα, αρκεί να συμφωνήσουμε και τι θα τα κάνουμε», είχε πει στις 3 Μαρτίου του 2019 στην κεντρική επιτροπή του ΣΥΡΙΖΑ, ανάμεσα σε συντρόφους που κατάλαβαν εκείνη την ώρα ότι εφόσον ο Τσίπρας αναγκαζόταν να ακολουθήσει την ατζέντα Μητσοτάκη, τότε τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά για τον ΣΥΡΙΖΑ, όπως και τελικά δεν πήγαν.
Η αλήθεια είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έθεσε ποτέ το θέμα στους Θεσμούς επειδή δεν μπορούσε να το θέσει, καθώς η επικοινωνία είχε «παγώσει» λόγω του προεκλογικού πακέτου παροχών που πάση θυσία έπρεπε να παρουσιάσει εν όψει εκλογών. Δεν παρουσίασε ποτέ την πρόταση αυτή στους Θεσμούς επειδή ήξερε ότι δεν θα την εγκρίνουν. Οπως δεν παρουσίασε ποτέ την πρόταση για πλήρη άρση των capital controls επειδή ήξεραν ότι οι Θεσμοί – πολύ πριν φτάσει στην ΤτΕ – θα την απέρριπταν. Οπως απέρριψαν και διέκοψαν τις συζητήσεις με τον κ. Τσακαλώτο για την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ, που επίσης η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ήθελε να την πραγματοποιήσει προεκλογικά, ενώ δεν δέχθηκαν καν να ξεκινήσουν τη συζήτηση για την αλλαγή της χρήσης των ANFAs και των SMPs.
Αυτή είναι η σκληρή αλήθεια για τον ΣΥΡΙΖΑ που εγκατέλειψαν οι «φίλοι» του – όπως έλεγαν οι επιτελείς του κ. Τσίπρα – στις Βρυξέλλες – και κυρίως η Ευρωπαϊκή Επιτροπή – από τον περασμένο Απρίλιο και μετά. Η πρόταση που παρουσιάστηκε εν χορδαίς και οργάνοις προεκλογικά από τον κ. Τσίπρα και σήμερα τεχνηέντως επιχειρηθεί να παρουσιαστεί ως λύση, ποτέ δεν είχε συμφωνηθεί, ούτε καν συζητηθεί οργανωμένα με τους Θεσμούς.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο ο πρώην υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος έγραψε χθες ένα άρθρο στην εφημερίδα «Ναυτεμπορική» και έκανε και μία δήλωση στην ΕφΣυΝ αλλά δεν βρήκε ούτε μία λέξη να πει για τη «φοβερή» πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και αν είχε συζητηθεί με τους Θεσμούς. Οι πληροφορίες μάλιστα επιμένουν ότι ατύπως ο κ. Τσακαλώτος – ο οποίος στις 7 Μαΐου στο Ζάππειο επιχείρησε να εμφανιστεί ως ένας από τους πατέρες της πρότασης, αν και ήξερε ότι εντός της κυβέρνησης υπήρξαν ενστάσεις, όπως του κ. Χουλιαράκη – προσπάθησε τότε κάτι να πει στον Πιερ Μοσκοβισί, αλλά η συζήτηση δεν προχώρησε ποτέ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Στην ερώτηση αν η προηγούμενη κυβέρνηση απέσπασε ποτέ τη σύμφωνη γνώμη των Θεσμών όπως ισχυρίστηκε χθες ο κ. Σκουρλέτης, απέφυγε επιμελώς να απαντήσει και η κ. Αχτσιόγλου, η οποία ήταν τότε στο Ζάππειο μαζί με τον κ. Τσίπρα. «Το θέμα είναι αν ο κ. Μητσοτάκης συμφωνεί με αυτήν την πρόταση ή όχι», έλεγε και ξαναέλεγε, προσπαθώντας να ξεφύγει. Και σε αυτήν την ερώτηση δεν έχουν απαντήσει ούτε ο τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ Νίκος Παππάς που έχει αναφερθεί πολλές φορές στο θέμα, ούτε ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης, ούτε ο Σωκράτης Φάμελλος, ο τομεάρχης Ενέργειας που είναι λαλίστατος για άλλα θέματα.
Την Κυριακή ο κ. Τσίπρας θα κληθεί να απαντήσει στη συνέντευξη Τύπου στο πλαίσιο της 84ης ΔΕΘ αν στηρίζει την προσπάθεια του κ. Μητσοτάκη να μειώσει τα πρωτογενή πλεονάσματα για το 2021 και το 2022. Στις 17 Ιουλίου, μετά τη συνάντησή του με τον επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, είχε δηλώσει: «Ως επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα στηρίξω οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων».
Το κλίμα από τότε ωστόσο μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ έχει αλλάξει. Μετά τη δήλωση Λαγκάρντ και την επικρότηση της γραμμής Μητσοτάκη από τον διεθνή Τύπο, η προοπτική να πετύχει η κυβέρνηση και προσωπικά ο πρωθυπουργός τον στόχο του – σ.σ. κάτι δύσκολο και με λίγες πιθανότητες – έχει σκορπίσει πανικό στην Κουμουνδούρου. Η νέα γραμμή στον ΣΥΡΙΖΑ είναι να καταγγέλλει τον κ. Μητσοτάκη ότι επιδιώκει μείωση πρωτογενών πλεονασμάτων για να υλοποιήσει νεοφιλελεύθερα σχέδια, στα οποία ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να συμφωνήσει…
Από την έντυπη έκδοση