Μετά τις επιθετικές δηλώσεις του Μαξίμου για μονομερή κατάθεση του νομοσχέδιου την προπερασμένη Πέμπτη μετά την εσπευσμένη κατάθεσή του την Τρίτη, χθες το κείμενο άρχισε να αναθεωρείται στο τμήμα που υπήρχαν από την αρχή διαφωνίες: αυτό της ένταξης των επιχειρηματικών δανείων.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος στην εισήγησή του χθες το απόγευμα έκανε εμμέσως την προαναγγελία της πρώτης σημαντικής αλλαγής της τροπολογίας-νόμου, αναφέροντας πιέσεις που δέχθηκε η κυβέρνηση. Οπως είπε ο κ. Τσακαλώτος, τόσο η ΕΚΤ όσο και ο ενιαίος ευρωπαϊκός εποπτικός μηχανισμός των τραπεζών (SSM) εξέφρασαν ανησυχίες σχετικά με την επιβάρυνση που θα είχαν στην κεφαλαιακή τους επάρκεια οι τράπεζες εντάσσοντας και τα επιχειρηματικά δάνεια σε μια ρύθμιση δανείων. Μάλιστα είπε ότι οι ανησυχίες των εποπτικών αρχών οφείλονται σε μελλοντικές εξελίξεις που μπορεί να δημιουργούσαν ανάγκες για πρόσθετες προβλέψεις επισφαλών δανείων αφού σήμερα οι τράπεζες είναι ασφαλείς και επαρκώς κεφαλαιοποιημένες.
Καταλήγοντας ομολόγησε εμμέσως ότι ενώ ο νόμος έχει κατατεθεί στη Βουλή, η διαπραγμάτευση για τα κριτήρια ειδικά για τα επιχειρηματικά δάνεια (που δεν ήθελαν στο νέο καθεστώς ούτε οι ελληνικές τράπεζες αλλά ούτε και η ΕΚΤ) συνεχίζεται, αφού ανήγγειλε στην ουσία αλλαγή των κριτηρίων, η οποία θα μειώσει λίγο την περίμετρο για τα επιχειρηματικά δάνεια με υποθήκη πρώτης κατοικίας.
Κούρεμα στο πλαφόν της οφειλής
Η αναγγελία λίγο αργότερα από τον υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης Γιάννη Δραγασάκη ήταν η μείωση του κριτηρίου της ανώτερης οφειλής. «Κάνουμε τις αλλαγές για να πάρουμε το πράσινο φως, να προχωρήσουμε μπροστά, από ανάγκη και όχι κατά επιθυμία», ξεκίνησε να λέει ο υπουργός για να καταλήξει λέγοντας ότι για τα επιχειρηματικά δάνεια που συνδέονται με πρώτη κατοικία το ανώτατο όριο οφειλής μειώνεται από τις 130.000 ευρώ στις 100.000 (το όριο των 130.000 ευρώ παραμένει για τα αμιγώς στεγαστικά δάνεια). Ο υπουργός Ανάπτυξης διευκρίνισε ότι το όριο των 100.000 ευρώ ισχύει τη στιγμή της ρύθμισης λέγοντας χαρακτηριστικά ότι αν κάποιος δανειολήπτης έχει υπόλοιπο οφειλής 120.000 μπορεί να πληρώσει τις 20.000 (αν διαθέτει βέβαια χρήματα), να μειώσει την οφειλή του στις 100.000 και να κριθεί ως επιλέξιμος για ένταξη στη ρύθμιση.
Ωστόσο τόσο ο υπουργός Οικονομικών όσο και ο κ. Δραγασάκης επιχείρησαν να διασκεδάσουν τις εντυπώσεις μιλώντας για πολύ μικρό περιορισμό του αριθμού των δικαιούχων, χωρίς να γίνουν όμως περισσότερο συγκεκριμένοι. Ειδικά ο κ. Δραγασάκης τόνισε ότι η περίμετρος κάλυψης του συνολικού ύψους των δανείων παραμένει στα όρια που είχε θέσει η ελληνική πλευρά. Νωρίτερα είχε επισημάνει πως ακούστηκαν τρεις αριθμοί από τη γενική γραμματέα της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, Χαρίκλεια Απαλαγάκη, «που δεν αμφισβητήθηκαν, ότι η ρύθμιση που εξετάζουμε καλύπτει περίπου 150.000 δικαιούχους. Αυτός ο αριθμός αντιστοιχεί περίπου στο 70% των δανειοληπτών και είναι ένα ποσό της τάξης των 11 δισ. ευρώ, κατά την Τράπεζα της Ελλάδος λίγο λιγότερο».
Η αξία του ακινήτου θα ορίζεται από τις τράπεζες
Μια δεύτερη εξίσου σημαντική και οριζόντια αλλαγή είναι η κοστολόγηση της αξίας του ακινήτου, η οποία στην αρχή υπήρχε πρόβλεψη να γίνει από ανεξάρτητο εκτιμητή. Ωστόσο σε μια σειρά νομοτεχνικών βελτιώσεων που πέρασε αμέσως μετά διευκρινίστηκε ότι ως αξία του ακινήτου που θα κρίνεται σε ρύθμιση θα ορίζεται αυτή η οποία είναι εγγεγραμμένη στα «βιβλία» της τράπεζας. Αν ο δανειολήπτης θεωρεί ότι η αξία του ακινήτου είναι χαμηλότερη θα πρέπει να το αποδείξει.
Συνεδριάζει σήμερα το υπουργικό Συμβούλιο - Τι περιλαμβάνει η ατζέντα
Στο κείμενο του νόμου δεν διευκρινιζόταν ποιος θα κάνει την εκτίμηση της αξίας του ακινήτου, π.χ. ανεξάρτητος εκτιμητής, συνεργαζόμενος με την τράπεζα κ.λπ. Πλέον, με ακόμη μία νομοτεχνική παρέμβαση που κατέθεσε χθες ο κ. Δραγασάκης ξεκαθαρίζεται ότι η εμπορική αξία θα είναι αυτή που είχε καταχωρισθεί στα βιβλία του πιστωτικού ιδρύματος κατά την 31η Δεκεμβρίου του τελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης στην πλατφόρμα που θα «στηθεί» στην ιστοσελίδα της Ειδικής Γραμματείας Διαχείρισης Ιδιωτικού Χρέους (http://www.keyd.gov.gr/). Υπενθυμίζεται πως εάν η αίτηση υποβληθεί μέχρι την 30ή Απριλίου λαμβάνεται υπόψη η αξία της 31ης Δεκεμβρίου του προτελευταίου έτους πριν από την υποβολή της αίτησης.
Πρόσθετα, σημειώνεται πως ο αιτών μπορεί να αποδείξει ότι η εμπορική αξία της κύριας κατοικίας του είναι διαφορετική από την καταχωρισμένη στα βιβλία των πιστωτών. Οπότε το ποσό που καταβάλλει ο οφειλέτης για την προστασία της πρώτης κατοικίας του καθορίζεται με βάση την αποδεικνυόμενη εμπορική αξία. Επισημαίνεται πως, σύμφωνα με την τροπολογία, για την προστασία της πρώτης κατοικίας του ο δανειολήπτης καταβάλλει το 120% της αξίας αυτής σε μηνιαίες ισόποσες τοκοχρεολυτικές δόσεις, με επιτόκιο ίσο με το Euribor τριμήνου προσαυξημένο κατά 2%. Αν το 120% της αξίας της κατοικίας υπερβαίνει το σύνολο των χρεών που περιλαμβάνονται στην αίτηση, τότε καταβάλλεται το σύνολο των οφειλών σε αντίστοιχες τοκοχρεολυτικές δόσεις.
Είναι σαφές ότι η διευκρίνιση στοχεύει στη μείωση της «περιμέτρου» των δανείων που θα κουρεύονται από τις τράπεζες. Τούτο διότι με βάση το κείμενο του νόμου η τράπεζα μέσα από τη ρύθμιση θα εξοφλείται για το υπόλοιπο δανείου σε ύψος έως και 120% της εμπορικής αξίας του ακινήτου. To ποσό που υπερβαίνει το 120% θα πρέπει να κουρεύεται στο τέλος του δανείου. Αν όμως η αξία του ορίζεται από την τράπεζα, είναι φυσικό ότι τα δάνεια που τελικά θα κουρεύονται θα είναι σαφώς λιγότερα του αναμενομένου.
Κίνδυνος και για τις 175.000 ευρώ
Αργά χθες το βράδυ τραπεζικοί κύκλοι διακινούσαν την πληροφορία ότι το ξήλωμα του νόμου ειδικά στο κομμάτι για τα επιχειρηματικά δάνεια δεν τελείωσε με τη μείωση της ανώτερης οφειλής.
Οι ίδιες πηγές τόνιζαν έλεγαν ότι είναι πιθανό μια αναθεώρηση προς τα κάτω και του ορίου κάλυψης πρώτης κατοικίας για τα επιχειρηματικά δάνεια από τις 175.000 που ανέφερε το νομοσχέδιο σε χαμηλότερα επίπεδα. Η φήμη αυτή διαψευδόταν από εκπροσώπους των υπουργείων Οικονομικών και ανάπτυξης, οι οποίοι πάντως παραδέχονταν ότι ασκούνται σημαντικές πιέσεις για νέους περιορισμούς στα επιχειρηματικά δάνεια.
Τούτο τη στιγμή που μετά τις συνεχιζόμενες πιέσεις των θεσμών το «πλαφόν» για την αξία της προστατευόμενης πρώτης κατοικίας είχε ήδη κουρευτεί στις 175.000 ευρώ, από 250.000 ευρώ που είχαν διαρρεύσει αρχικά μετά τη συμφωνία μεταξύ κυβέρνησης και τραπεζών.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου