Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, αν και η συνείδησή τους δοκιμάστηκε πολλάκις, δεν είχαν πρόβλημα να υπερψηφίσουν μέτρα-φωτιά και, μάλιστα, με αποφασιστικότητα και χωρίς διαρροές. Το περιλάλητο αριστερό πρόσημο ενός κόμματος που ξεκίνησε από το όριο του 3% και υποσχόμενο στους πάντες τα πάντα ανέβηκε στην εξουσία, έχει τοποθετηθεί για τα καλά στο χρονοντούλαπο καιρό τώρα.
Τι μένει, λοιπόν, για ένα οικοδόμημα που σωματοποίησε πολιτικές που κατήγγειλε και έφερε νέες και συνάμα δυσβάσταχτες ανατροπές στη ζωή εκατομμυρίων πολιτών; Να φέρνει και να κρατάει με νύχια και με δόντια στο προσκήνιο το αφήγημα μίας αριστερής ατζέντας σε ζητήματα πέραν της οικονομίας και των μέτρων-μέγγενη.
Τα παραδείγματα στο πρόσφατο παρελθόν ήταν πολλά και, ταυτόχρονα, άκρως ενδεικτικά. Από την «αριστεία που είναι ρετσινιά», κατά τον πρώην υπουργό, Αριστείδη Μπαλτά, μέχρι το «η καριέρα είναι χολέρα» του νυν συμβούλου του πρωθυπουργού, Νίκου Καρανίκα και από τις αλλαγές για το πανεπιστημιακό άσυλο, μέχρι τη νεολαία του ΣΥΡΙΖΑ, που ζητούσε σχολείο χωρίς παρελάσεις και προσευχή, οι ιδεοληψίες της Κουμουνδούρου μετατρέπονται σε… modus vivendi.
ΣΥΡΙΖΑ: «Ο Κασσελάκης ανακυκλώνει τα σκουπίδια για το δημοψήφισμα και τα capital controls»
Και τα τελευταία παραδείγματα, για την αριστεία και τη σημαία ήρθαν, για να καταδείξουν πως η κυβέρνηση αντί να ενισχύσει την κουλτούρα της προσπάθειας και της συνεχούς αναβάθμισης, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι της, προκειμένου να φέρει τη μετριότητα και την ισοπέδωση των πάντων. Μόνο που καθημερινά γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι η ατζέντα που προσπαθεί με τον έναν ή τον άλλον τρόπο να επιβάλει η κυβερνητική παράταξη, προσκρούει στη μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών.
Το μείζον ζήτημα που προέκυψε με την πρωτοφανή απόφαση για την κλήρωση των σημαιοφόρων του Δημοτικού προστέθηκε σε μία σειρά κινήσεων ή και δηλώσεων που στέλνουν το όλο σκηνικό δεκαετίες πίσω. Σε μία χώρα που πρέπει να παράξει Παιδεία και να επενδύσει στους άριστους μαθητές ως ένα από τα μέσα εξόδου από την κρίση, οι τελευταίες κινήσεις του Κώστα Γαβρόγλου έρχονται και προστίθενται σε μία αλυσίδα αντίστοιχων αποφάσεων του υπουργείου Παιδείας από τον Ιανουάριο του 2015 μέχρι και σήμερα. Ο πρώην υπουργός, Νίκος Φίλης, για παράδειγμα, είχε διαμηνύσει τον Αύγουστο του 2016 ότι η επίκληση της αριστείας οξύνει τις εκπαιδευτικές ανισότητες.
Σε ανάλογο πλαίσιο κινήθηκε και πρόσφατα, προκειμένου να επαναφέρει στο προσκήνιο τις εκπεφρασμένες θέσεις του. «Χέρι-χέρι ο ακροδεξιός λαϊκισμός, ο βαθύς συντηρητισμός και οι δήθεν εκσυγχρονιστικές εμμονές περί αριστείας, βάλλουν εναντίον της πρόβλεψης του νέου Προεδρικού Διατάγματος για την επιλογή σημαιοφόρου χωρίς αποκλεισμούς. Συναντιούνται έτσι και σε αυτό το ζήτημα ρεύματα και τάσεις της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής που συγκροτούν σε όλα σχεδόν τα πεδία την “ιερή συμμαχία” που μάχεται τα δικαιώματα και τις ανάγκες των πολλών για να εξυπηρετηθούν τα προνόμια των λίγων. Για να γίνει το καθεστώς των ποικίλων διακρίσεων και ανισοτήτων βίωμα και “κανονικότητα” από την τρυφερή ηλικία του Δημοτικού», σχολίασε σε δήλωσή του. Η υποστολή της αριστείας και η… λοταρία για τους σημαιοφόρους υποστηρίχθηκαν μέχρις εσχάτων από τον νυν υπουργό Παιδείας, Κώστα Γαβρόγλου. Και μάλιστα μέσα από απανωτές παρεμβάσεις, προκειμένου να μην αφήσει καμία αμφιβολία για την οπτική της… πρώτης φοράς Αριστερά. «Δεν πρέπει να υπάρχουν διακρίσεις, ούτε ανταγωνισμοί με φόντο τη σημαία μας. Αυτό δεν είναι μόνο αντιπαιδαγωγικό, είναι και βαθιά αντιδημοκρατικό… Η σημαία δε μπορεί να αποτελεί έπαθλο και η αριστεία – που ορισμένοι την έχουν κάνει “σημαία” τους – είναι κάτι που αποτιμάται και καταγράφεται μέσα στο σχολείο για κάθε μαθητή με τη βαθμολόγηση», υποστήριξε.
Αλλά και στο θέμα των παρελάσεων, η ιδεοληψία του ΣΥΡΙΖΑ… χτύπησε κόκκινο, με τον κ. Φίλη να επιθυμεί να φέρει στο προσκήνιο ακόμα ένα… εκσυγχρονιστικό παράσημο. «Θα περίμενε κανείς ότι το βασικό αντικείμενο κριτικής θα ήταν αυτός καθαυτός ο μεταξικής εμπνεύσεως θεσμός των παρελάσεων, που η κυβέρνηση καλώς ή κακώς έκρινε ότι δεν είναι ώριμες οι συνθήκες να καταργηθεί», ανέφερε.
Στο δια ταύτα, τώρα. Πριν και μετά την άνοδό του στην εξουσία, ο ΣΥΡΙΖΑ είχε και, προφανώς, θα συνεχίσει να έχει εκείνου του τύπου την… πολιτική αλλεργία σε κάθε τι που έχει να κάνει όχι μόνο με τις παραδόσεις μίας ολόκληρης χώρας, αλλά και με την αξιοκρατία και τον θεσμό της αριστείας. Οι αγκυλώσεις που κουβαλά στην πλάτη του από τα χρόνια της αντιπολίτευσης τον οδηγούν σαφέστατα στο να λαμβάνει αποφάσεις και να φέρνει στο προσκήνιο ζητήματα, τα οποία προκρίνουν τον όρο της ισοπέδωσης και τη λογική της ήσσονος προσπάθειας και του μετρίου. Με τις επιλογές του μπορεί να… χαϊδεύει τα αυτιά του στενού εσωκομματικού του ακροατηρίου, με αριστερό βλέμμα, ωστόσο η τακτική της αποδόμησης των πάντων φέρνει όλο και πιο κοντά τον χρόνο της περαιτέρω συρρίκνωσής του. Γιατί μπορεί κάθε φορά που το οικοσύστημα του Αλ. Τσίπρα βρίσκεται εγκλωβισμένο στα καυτά θέματα της πολιτικής και της εφαρμογής των μνημονιακών του δεσμεύσεων να επιχειρεί να στρέψει αλλού του ενδιαφέρον της κοινής γνώμης, ωστόσο είναι αυτά καθαυτά τα θέματα της καθημερινότητας που στο τέλος θα φέρουν εμφατικά στην επιφάνεια πως η Κουμουνδούρου δεν έχασε μόνο το… παιχνίδι της οικονομίας. Αλλά τελικά διέλυσε κρίσιμους τομείς, όπως η Παιδεία, η Υγεία και η δημόσια ασφάλεια.