Ο επικεφαλής του Γραφείου κ. Φραγκίσκος Κουτεντάκης εμφανίστηκε θετικός για τη νέα αύξηση του κατώτατου μισθού, με τις σχετικές διαπραγματεύσεις να ξεκινούν από τις αρχές του 2023, αλλά τόνισε ότι θα πρέπει να υπάρξουν ισορροπίες σε μια γενική αύξηση των μισθών. Τόνισε πάντως ότι οι γενικότερες αυξήσεις θα είναι προϊόν συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Οι δύο όψεις
Στην έκθεση η αναπλήρωση εισοδήματος αναφέρεται ως ένα δίλημμα πολιτικής. Από τη μια πλευρά, η γενικευμένη αύξηση των μισθών (πέρα από την άνοδο του κατώτατου μισθού) θα ανατροφοδοτούσε τις πληθωριστικές πιέσεις, ενώ από την άλλη πλευρά η μη αύξησή τους περιορίζει σημαντικά την αγοραστική δύναμη των μισθωτών. Θα πρέπει, επομένως, να σταθμιστούν οι συνέπειες και να ληφθεί μέριμνα ώστε να αποτραπούν οι εισοδηματικές απώλειες, ιδίως στους χαμηλόμισθους, διασφαλίζοντας παράλληλα ότι δεν θα υπάρξει πληθωριστική ανατροφοδότηση και απώλεια ανταγωνιστικότητας.
Κίνδυνοι
Η έκθεση επισημαίνει ακόμη τρεις κινδύνους για την πορεία από τη σημερινή συγκυρία:
1 Ο πρώτος είναι μια μεταστροφή της νομισματικής πολιτικής, που μετά από μια μακρά περίοδο χαμηλών επιτοκίων αναμένεται να επιδράσει αρνητικά στο σύνολο των οικονομιών της ευρωζώνης και να επιβραδύνει τους ρυθμούς μεγέθυνσης. Ιδιαίτερα αρνητική θα είναι η επίπτωση σε χώρες με υψηλό δημόσιο και ιδιωτικό χρέος, όπως η Ελλάδα, που μέχρι πρότινος ήταν σχετικά ευνοημένες από τον υψηλό πληθωρισμό, παρά την πρωτοβουλία της ΕΚΤ μέσω του Μηχανισμού Προστασίας Μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής (Transmission Protection Instrument – TPI). Η κύρια ανησυχία αφορά την επίδραση των αυξημένων επιτοκίων στη δυναμική του δημόσιου χρέους και στο ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων που διασφαλίζουν τη βιωσιμότητά του. Οπως τονίζεται, αν οι παραδοχές στις αναλύσεις βιωσιμότητας χρέους (DSA) είναι τέτοιες που απαιτούν υψηλότερα μακροχρόνια πρωτογενή πλεονάσματα, η χώρα μας θα πρέπει να αναπροσαρμόσει τη δημοσιονομική της στρατηγική.
2 Ο δεύτερος είναι μια ενδεχόμενη πολιτική αστάθεια η οποία θα ακολουθήσει την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης μετά τις εκλογές, θα εντείνει την αβεβαιότητα σχετικά με την κατεύθυνση της οικονομικής πολιτικής και πιθανότατα θα αποθαρρύνει την επίδειξη δημοσιονομικής υπευθυνότητας από κάθε πλευρά. Είναι, συνεπώς, απαραίτητο να επιτευχθεί ένας ελάχιστος βαθμός συναίνεσης στους βασικούς άξονες της δημοσιονομικής πολιτικής ώστε να μην εγείρονται αμφιβολίες για τη διατήρηση της δημοσιονομικής ισορροπίας κατά την προεκλογική και μετεκλογική περίοδο.
3 Επίσης οι αβεβαιότητες για την πορεία της οικονομίας εξαιτίας των επιπτώσεων του πολέμου στην Ουκρανία και της εντεινόμενης ενεργειακής κρίσης, που ενδεχομένως να αποθαρρύνουν καταναλωτικές αλλά και επενδυτικές αποφάσεις από το εσωτερικό και το εξωτερικό και να επιβραδύνουν την ανοδική πορεία της οικονομίας τα επόμενα τρίμηνα. Στο ίδιο πλαίσιο μια ενδεχόμενη ταχύτερη επιβράδυνση των οικονομιών των κύριων εμπορικών εταίρων αναμφίβολα θα επιδρούσε αρνητικά στις εμπορικές και ταξιδιωτικές εισπράξεις.
Εφικτός ο δημοσιονομικός στόχος
Παρ’ όλα αυτά, η αποτίμηση της έως τώρα πορείας της οικονομίας είναι θετική. Μάλιστα ο κ. Κουτεντάκης τόνισε ότι με τα έως τώρα δημοσιονομικά δεδομένα είναι εφικτός ο στόχος για πρωτογενές έλλειμμα 2% το 2022, φτάνει τα μέτρα στήριξης να μην ξεφύγουν από συγκεκριμένα πλαίσια. Οπως τονίζεται στην έκθεση, η ελληνική οικονομία επέδειξε ανθεκτικότητα στις διαταραχές του ενεργειακού κόστους και του πολέμου στην Ουκρανία και όλα δείχνουν πως ο ρυθμός μεγέθυνσης του 2022 θα ξεπεράσει τις συγκρατημένες προβλέψεις των αρχών του έτους, συμπεριλαμβανομένης και εκείνης του Γραφείου Προϋπολογισμού. Ταυτόχρονα, το ποσοστό ανεργίας εμφανίζεται μειωμένο (12,6% τον Ιούλιο) σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό, ενώ η απασχόληση αυξήθηκε κατά 3,3% στο ίδιο διάστημα.
Ειδήσεις σήμερα
Ιράν: Η επαναστάτη του χιτζάμπ – Σύμβολο του αγώνα των γυναικών η 22χρονη Αμινί