Είναι αλήθεια ότι στην Ελλάδα, όπως και σε πολλές άλλες χώρες, ο προεκλογικός διάλογος επικεντρώθηκε σε ζητήματα της εσωτερικής πολιτικής ατζέντας, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα τις μεγάλες ευρωπαϊκές προκλήσεις. Σήμερα –εν όψει και των διαπραγματεύσεων για την ανάδειξη των ηγεσιών των ευρωπαϊκών οργάνων – δεν έχουμε την πολυτέλεια να αποφεύγουμε αυτή τη συζήτηση.
Τα τελευταία χρόνια, η Ευρώπη μένει σταθερά πίσω στη βιομηχανική παραγωγή, στην τεχνολογία, στις επενδύσεις σε ενεργειακά δίκτυα, στη δυνατότητα μετατροπής των ερευνητικών αποτελεσμάτων σε επιχειρηματικές δράσεις. Ενώ, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η Ευρωπαϊκή Ενωση αντιπροσώπευε το 29% της παγκόσμιας παραγωγής, το 2022 το μερίδιό της είχε μειωθεί στο 17%. Την ώρα που η Ευρώπη λειτουργούσε με προσήλωση στους κανόνες του διεθνούς ανταγωνισμού, δυνάμεις όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα στήριζαν τις δικές τους βιομηχανίες με ένα μίγμα επιδοτήσεων και δασμών. Είμαστε ουραγοί στην κούρσα της παραγωγής νέων τεχνολογιών, ενώ τα τρία τέταρτα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους με κατάλληλη εξειδίκευση.
Στην οικονομική οπισθοχώρηση της Ε.Ε. προστίθεται πλέον και η απώλεια γεωπολιτικής ισχύος. Σήμερα βρίσκεται σε εξέλιξη ένας πόλεμος σε ευρωπαϊκό έδαφος, μετά από πολλές δεκαετίες ειρήνης. Η Ευρώπη δεν έχει πλέον την επιλογή της εξάρτησης από τη Ρωσία για την προμήθεια ενέργειας – και είναι πολύ πιθανόν σύντομα να μην υπολογίζει πλέον και στη στήριξη των ΗΠΑ για την αμυντική της θωράκιση.
Η Ευρώπη οφείλει να συσπειρωθεί περισσότερο. Θα πρέπει να συμφωνήσουμε σε βαθιές αλλαγές και γενναίες αποφάσεις. Θα πρέπει να λειτουργήσουμε με περισσότερη ενότητα, συνοχή, συντονισμό. Να αξιοποιήσουμε το μέγεθος της Ενιαίας Αγοράς, για να κάνουμε την ήπειρό μας πιο ανταγωνιστική, να συνενώσουμε επιχειρηματικές δυνάμεις σε κρίσιμους κλάδους, να αναπτύξουμε κοινές πολιτικές πρόσβασης σε κρίσιμες πρώτες ύλες. Θα πρέπει να δημιουργήσουμε νέα χρηματοδοτικά εργαλεία για την υποστήριξη της ανάπτυξης, αλλά και να διαμορφώσουμε μια κοινή ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική και πολιτική άμυνας. Ο κίνδυνος, στην αντίθετη περίπτωση, δεν είναι η στασιμότητα. Είναι η οπισθοδρόμηση και ο μαρασμός για την Ευρωπαϊκή Ενωση συνολικά και για καθεμία από τις χώρες – μέλη της.
Σε αυτό το επίπεδο οφείλουν σήμερα οι φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους, να αναζητήσουν συγκλίσεις και να δημιουργήσουν ισχυρά αναχώματα ενάντια στις φωνές του απομονωτισμού. Οι ευρωεκλογές τελείωσαν. Η κρίσιμη μάχη τώρα – που πρέπει όλοι μαζί να δώσουμε – είναι η μάχη για μια Ευρώπη ανταγωνιστική, βιώσιμη, συμπεριληπτική, ικανή να εγγυηθεί την ασφάλεια και την ευημερία των πολιτών της.