Συγκεκριμένα, αναθεωρεί την πρόβλεψή του για το 2017 από το 2,8% του ΑΕΠ που προέβλεπε τον περασμένο Οκτώβριο (η οποία ήταν παραδόξως η καλύτερη πρόβλεψη για την Ελλάδα από όλους τους διεθνείς οργανισμούς) κατά 0,6% του ΑΕΠ στο 2,2% του ΑΕΠ και από 3,1% του ΑΕΠ που προέβλεπε για το 2018 τώρα προβλέπει ανάπτυξη κατά 0,4% μικρότερη, δηλαδή 2,7% του ΑΕΠ. Ολα αυτά έχοντας στοιχεία μόνο για το πρώτο τρίμηνο του έτους στο οποίο αναμένεται να καταγραφεί αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης λόγω της καθυστέρησης ολοκλήρωσης της δεύτερης αξιολόγησης.
Τονίζεται πάντως ότι αν η Ελλάδα υλοποιήσει στο σύνολό τους τα μέτρα που έχει αναλάβει μέσα από το πρόγραμμα σταθεροποίησης της οικονομίας που έχει υπογράψει με τον ESM είναι δυνατό να πετύχει στο τέταρτο τρίμηνο του 2017 ανάπτυξη που θα φτάνει το 4,2% έναντι ύφεσης 0,8% του ΑΕΠ το 2016 ενώ για το τέταρτο τρίμηνο του 2018 εκτιμά ότι ο ρυθμός ανάπτυξης δεν θα ξεπεράσει το 2% του ΑΕΠ.
Ωστόσο, ο διεθνής οργανισμός παραμένει εξαιρετικά απαισιόδοξος μεσοπρόθεσμα, αφού για το 2022 προβλέπει ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας δεν θα ξεπερνά το 1% του ΑΕΠ έναντι αντίστοιχης πρόβλεψης για ανάπτυξη 2,1% του ΑΕΠ που κάνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το ίδιο διάστημα. Σε ό,τι αφορά τις υπόλοιπες προβλέψεις που ανακοινώνονται μέσα από την έκθεση, το ΔΝΤ προβλέπει πληθωρισμό 1,3% σε μέση ετήσια βάση το 2017 και 1,4% το 2018 με προοπτική να φτάσει το 1,7% το 2022. Οι εκτιμήσεις του Ταμείου για την εξέλιξη στο ισοζύγιο των πληρωμών είναι μικρό έλλειμμα της τάξης του 0,3% του ΑΕΠ το 2017, ισοσκελισμό του ισοζυγίου το 2018 και μικρό πλεόνασμα της τάξης του 0,1% του ΑΕΠ το 2022.
Στο μέγεθος της ανεργίας το Ταμείο προβλέπει μικρή αλλά σταθερή μείωση μέχρι το 2018. Συγκεκριμένα, η έκθεση προβλέπει ότι το ποσοστό ανεργίας από το 23,8% το 2016 θα κυμανθεί στο 21,9% το 2017 και στο 21% το 2018. Σε πολλά σημεία της έκθεσης τονίζεται ότι οι προβλέψεις γίνονται με βάση τα στοιχεία που παρουσίασε το υπουργείο Οικονομικών μέχρι και τις 15 Φεβρουαρίου σε ό,τι αφορά τη δημοσιονομική θέση της Ελλάδας και άρα και την πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2016. Τονίζεται δε ότι νεότερα και πιο επίσημα στοιχεία θα δοθούν στη δημοσιότητα την ερχόμενη Παρασκευή 21 του μήνα (τότε θα ανακοινώσει το κλείσιμο του 2016 η ΕΛ.ΣΤΑΤ.). Μετά την ανακοίνωση των νέων στοιχείων σύμφωνα με την έκθεση οι προβλέψεις του Ταμείου θα επικαιροποιηθούν ανάλογα.
Συνέχεια του QE
Στην έκθεσή του το Ταμείο κάνει και μια ειδική αναφορά στη νομισματική πολιτική των ανεπτυγμένων οικονομιών καταλήγοντας στο συμπέρασμα της συνέχισης της ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ για τις χώρες της ευρωζώνης στην εξαμηνιαία αξιολόγηση των χωρών-μελών (World Economic Outlook 2017) αναθεωρώντας παράλληλα την πρόβλεψη για το ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας για τη διετία 2017 – 2018.
Στην έκθεση, που δημοσιοποιείται στο πλαίσιο της εαρινής συνόδου του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, το Ταμείο επισημαίνει τις μεγάλες διαφορές στο παραγωγικό κενό των οικονομιών της ευρωζώνης. Δηλαδή τη διαφορά μεταξύ δυνητικού και πραγματικού ΑΕΠ λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τον οικονομικό κύκλο της κάθε οικονομίας, δηλαδή το αν μια χώρα βρίσκεται σε ύφεση ή ανάπτυξη.
Στα συμπεράσματά του τονίζει ότι ενώ σε κάποιες ανεπτυγμένες οικονομίες (Γερμανία, ΗΠΑ) το κενό είναι κοντά στο μηδέν, υπάρχουν πολλές ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Ιταλία, η Πορτογαλία και ειδικά η Ελλάδα, όπου η διαφορά του πραγματικού από το δυνητικό ΑΕΠ είναι πολύ μεγάλη.
Κτηματολόγιο: Για ποιους λήγει η προθεσμία - Βήμα-βήμα η διαδικασία και το maps.ktimatologio.gr
Στις χώρες αυτές τονίζεται ότι οι πιέσεις των μισθών και η αύξηση του πληθωρισμό έχουν σταματήσει και κινδυνεύουν από συνέχιση μιας κατάστασης αποπληθωρισμού. Για τον λόγο αυτό, όπως τονίζεται, θα πρέπει να συνεχιστούν οι νομισματικές παρεμβάσεις βασισμένες σε αντισυμβατικές στρατηγικές με στόχο να αυξηθεί ο πληθωρισμός και να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού για επιχειρήσεις και νοικοκυριά.
Σε πτώση τα έσοδα, «παγωμένο» το πρόγραμμα επενδύσεων
Στο μεταξύ, εντός Ελλάδας τα έσοδα καταγράφουν σοβαρά σημάδια κόπωσης στο τέλος του πρώτου τριμήνου του χρόνου ενώ και το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων δείχνει ακόμη «παγωμένο». Με βάση τα προσωρινά στοιχεία εκτέλεσης του Προϋπολογισμού για το διάστημα Ιανουαρίου-Μαρτίου το πρωτογενές πλεόνασμα του Προϋπολογισμού περιορίστηκε στο 1 δισ. ευρώ από 2,1 δισ. ευρώ το διάστημα Ιανουαρίου-Φεβρουαρίου αφού παρά τη συνέχιση της εσωτερικής στάσης πληρωμών καταγράφεται για πρώτη φορά μετά από πολλούς μήνες και υστέρηση των εσόδων κατά 867 εκατ. ευρώ. Ειδικότερα το ύψος των καθαρών εσόδων του Κρατικού Προϋπολογισμού έφτασε στο τρίμηνο στα 11,41 δισ. ευρώ παρουσιάζοντας μείωση κατά 1.000 εκατ. ευρώ ή 8,1% έναντι του στόχου.
Σύμφωνα με το ΥΠΟΙΚ, η μείωση αυτή οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι δεν εισπράχθηκε τον Μάρτιο ποσό 1.234 εκατ. ευρώ, όπως είχε εκτιμηθεί στον Προϋπολογισμό 2017, από την παραχώρηση των περιφερειακών αεροδρομίων. Τούτο παρότι το ποσό αυτό καταγράφεται σε ειδικό λογαριασμό ως τίμημα αποκρατικοποίησης και δεν υπολογίζεται (παρά μόνο ταμειακά) στα δημόσια έσοδα.
Τα καθαρά έσοδα του Τακτικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε 10.76 δισ. ευρώ, μειωμένα κατά 865 εκατ. ευρώ ή 7,4% έναντι του στόχου του Προϋπολογισμού 2017.
Οι επιστροφές εσόδων (εξαιρουμένων των επιστροφών από το πρόγραμμα εκκαθάρισης ληξιπρόθεσμων οφειλών) έφτασαν το 1 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 251 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (762 εκατ. ευρώ). Τα έσοδα του ΠΔΕ ανήλθαν σε 650 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 136 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.
Οι δαπάνες του Τακτικού Προϋπολογισμού ανήλθαν σε 12,41 δισ. ευρώ και είναι μειωμένες κατά 756 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου. Μειωμένες έναντι του στόχου ήταν κυρίως οι επιχορηγήσεις νοσοκομείων, ΥΠΕ-ΠΕΔΥ κατά 75 εκατ. ευρώ, το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης κατά 147 εκατ. ευρώ, οι επιδοτήσεις γεωργίας κατά 171 εκατ. ευρώ (κυρίως για την κάλυψη ελλείμματος του ΕΛΕΓΕΠ), οι αποδοχές και συντάξεις κατά 99 εκατ. ευρώ και οι αποδόσεις στην Ευρωπαϊκή Ενωση κατά 315 εκατ. ευρώ. Οι δαπάνες του ΠΔΕ διαμορφώθηκαν σε 366 εκατ. ευρώ, μειωμένες κατά 285 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου.
Τάσος Δασόπουλος
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου