Γράφει ο ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
Η πρόταση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη για ευρωπαϊκό πλαφόν στις τιμές του φυσικού αερίου μπορεί να είναι η λύση στο πρόβλημα των ανατιμήσεων του συγκεκριμένου καυσίμου που επηρεάζει άμεσα και τις τιμές του ηλεκτρικού ρεύματος. Ωστόσο, η εφαρμογή της απαιτεί ομόφωνη συμφωνία από τα κράτη-μέλη και ταχεία εφαρμογή. Βρίσκει, όμως, αντιστάσεις ανάμεσα σε μέλη τα οποία έχουν διαφορετικές συμφωνίες με τους προμηθευτές.
Στο δεύτερο σημαντικό θέμα, την αναπλήρωση της απώλειας εισοδήματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις εντός της Ε.Ε., λύση δίνει η γαλλική πρόταση για τη δημιουργία κοινού Ταμείου Ενέργειας και Αμυνας, το οποίο εκτός από την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, ανοίγει τον δρόμο και για την κοινή αμυντική πολιτική. Και αυτή η πρόταση, όμως, συναντά δυσκολίες από τον ευρωπαϊκό Βορρά ο οποίος δεν θέλει την έκτακτη αμοιβαιοποίηση δημοσίου χρέους που συμφωνήθηκε με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας να μονιμοποιηθεί με το Ταμείο Ενέργειας και Αμυνας. Σύμφωνα με τη γαλλική πρόταση το αρχικό κεφάλαιο του νέου Ταμείου θα χρηματοδοτηθεί από ευρωομόλογα που θα εκδώσει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή (πληροφορίες θέλουν να συγκεντρώνονται αρχικά κεφάλαια περίπου 500 εκατ. ευρώ).
Μάλιστα, Γερμανία και Ολλανδία, οι οποίες πρωτοστάτησαν ξανά στις αντιδράσεις για το νέο ευρωομόλογο, «έδειξαν» την αλλαγή χρήσης των περίπου 720 δισ. ευρώ του Ταμείου Ανάκαμψης ως πιθανή πηγή χρηματοδότησης των επιδοτήσεων για την αντιμετώπιση των αυξήσεων στα ενεργειακά προϊόντα. Ωστόσο, η Κομισιόν αντιτίθεται σε αυτό καθώς το πακέτο είχε επενδυτικό χαρακτήρα με στόχο την ανάκαμψη της οικονομίας και όχι ένα χρηματοδοτικό μέσο έκτακτων αναγκών.
Οι αποφάσεις μεταφέρθηκαν από τις Βερσαλλίες στις Βρυξέλλες στην τακτική Σύνοδο Κορυφής στο τέλος του μήνα με άλλα δεδομένα για τις τιμές στα ενεργειακά προϊόντα, αλλά και για την έκβαση του πολέμου στην Ουκρανία. Προς το παρόν, η Ε.Ε. έχει αποδεχθεί το γεγονός ότι το 2022 -και ίσως και το 2023- θα είναι χρόνια υψηλού πληθωρισμού. Μάλιστα, για φέτος έχει ήδη αλλάξει την πρόβλεψη και από 3,2% στην αρχή του χρόνου πλέον η νέα εκτίμηση θέλει τον ευρωπληθωρισμό σε ετήσια βάση να σκαρφαλώνει στο 5%.
Αναθεώρηση προϋπολογισμού
Σε περίπου ίδια κατάσταση βρίσκεται και η Ελλάδα η οποία έχει μια σχετικά υψηλότερη εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα σε σχέση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Κατά συνέπεια, η οικονομία της αναμένεται να πληγεί περισσότερο από τον εισαγόμενο πληθωρισμό καυσίμων.
Το ακριβές πλήγμα δεν μπορούμε να το γνωρίζουμε πριν από το τέλος του χρόνου, όταν θα έχει αποτυπωθεί η συνολική αξία από τις εισαγωγές ορυκτών καυσίμων. Ενδεικτικά, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε ότι το 2021 με βάση τα στοιχεία της ΤτΕ, οι εισαγωγές καυσίμων αυξήθηκαν σε αξία σε σχέση με το 2020 κατά 6,9 δισ. ευρώ και το έλλειμμα στο ισοζύγιο καυσίμων αυξήθηκε κατά περίπου 2,6 δισ. ευρώ, ενώ οι τιμές των καυσίμων άρχισαν τις αυξήσεις από την αρχή του δεύτερου εξαμήνου του χρόνου μαζί με την άρση των περιοριστικών μέτρων λόγω κορονοϊού και το άνοιγμα της ελληνικής οικονομίας.
H αύξηση της αξίας για τις εισαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου είναι ένα στοιχείο που θα επηρεάσει αρνητικά το ΑΕΠ. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε την Πέμπτη αναθεώρηση του ρυθμού ανάπτυξης στην ευρωζώνη κατά 0,5% από το 4,2% στο 3,7% και αύξηση του πληθωρισμού από το 3,1% στο 5,1%. Στην ευρωζώνη υπάρχει και ένα πιο δυσμενές σενάριο που θέλει την ανάπτυξη να επιβραδύνεται κατά 1%, από το 4,2% στο 3,2%.
Στην αναθεώρηση του προϋπολογισμού του 2022 που θα γίνει με την ευκαιρία της κατάθεσης του Προγράμματος Σταθερότητας και Ανάπτυξης τον επόμενο μήνα, το πρώτο μέγεθος που θα αναθεωρηθεί είναι αυτό του πληθωρισμού σε όρους εναρμονισμένους δείκτη τιμών καταναλωτή. Εδώ προβλέπεται ότι από 0,8% που είχε πρόβλεψη ο προϋπολογισμός του 2022 αναμένεται να γίνει νέα εκτίμηση στο 3,5% ή το 4%, ανάλογα με τις εξελίξεις του πολέμου και τη διακύμανση των τιμών σε καύσιμα και τρόφιμα.
Στο επίσης κρίσιμο μέγεθος της ανάπτυξης για φέτος η αναθεώρηση από την αύξηση κατά 4,5% που προβλέπει ο προϋπολογισμός δεν αναμένεται να είναι μεγαλύτερη από 0,5%. Τούτο διότι -όπως εξηγούν αρμόδιοι παράγοντες του υπ. Οικονομικών- η αρχική πρόβλεψη ήταν αρκετά συντηρητική και οι διεθνείς οργανισμοί που παρακολουθούν από κοντά την πορεία της ελληνικής οικονομίας (Ε.Ε., ΔΝΤ) προέβλεπαν στην αρχή του χρόνου ανάπτυξη πάνω από 5%.
Με δεδομένο ότι το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων ύψους 12 δισ. ευρώ θα εφαρμοστεί στο ακέραιο, στο υπ. Οικονομικών θεωρούν ότι εκτός από τις εισαγωγές καυσίμων οι παράγοντες που θα κρίνουν το ύψος της ανάπτυξης για φέτος θα είναι οι εξαγωγές και οι ιδιωτικές επενδύσεις και φυσικά ο τουρισμός. Για τον λόγο αυτό μετά το «πράσινο» φως που πήρε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ενέργειας με τη νέα εργαλειοθήκη κατά της ακρίβειας θα επιδοτήσει περισσότερο από τον Μάρτιο τις περισσότερο ενεργοβόρες επιχειρήσεις ώστε να μην αναγκαστούν να μειώσουν την παραγωγή τους. Στον τουρισμό υπάρχει η πρόβλεψη ότι θα υπάρξουν οι απώλειες από τα 344 εκατ. ευρώ που έφερναν στην Ελλάδα οι Ρώσοι τουρίστες αλλά υπάρχει η αισιοδοξία ότι μεγάλο μέρος από τις απώλειες θα αναπληρωθεί από τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες.
Δημοσιονομικά
Η πιο δύσκολη συγκυρία θα υπάρχει στο δημοσιονομικό πεδίο. Αν η Ε.Ε. απορρίψει οριστικά τη γαλλική πρόταση και δεν δώσει παράταση και για το 2023 στη ρήτρα συνολικής διαφυγής, τα περιθώρια θα είναι στενά.
Τις επόμενες μέρες θα ανακοινωθούν οι αυξημένες επιδοτήσεις για τον Μάρτιο και η «επιταγή ακρίβειας» που ανακοίνωσε ο πρωθυπουργός για οικονομικά ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Το επίδομα αυτό θα έχει δικαιούχους χαμηλοσυνταξιούχους, ανέργους, μακροχρόνια ανέργους και ΑΜΕΑ.
Χωρίς όμως κεντρική πρωτοβουλία από την Ε.Ε. ο λογαριασμός ρύπων, ο οποίος καλύπτει σήμερα τις επιδοτήσεις φυσικού αερίου και ηλεκτρικού ρεύματος για νοικοκυριά και επιχειρήσεις, θα εξαντληθεί από το τέλος του μήνα και πλέον οι επιδοτήσεις θα καλύπτονται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Αν φτάσουμε σε αυτό το σημείο, όμως, θα πρέπει να περιμένουμε αύξηση των ελλειμμάτων και του χρέους ευθέως ή διά της πλαγίου μέσω της οικονομικής επιβράδυνσης που θα φέρουν οι χαμηλότερες επιδοτήσεις ενεργειακών προϊόντων. Στη δε επιλογή να αυξηθούν χρέος και έλλειμμα θα πρέπει να συνυπολογιστεί και η αύξηση του κόστους δανεισμού τους Δημοσίου λόγω των υψηλότερων επιτοκίων που έχουν σήμερα τα ελληνικά ομόλογα. Το ίδιο πρόβλημα θα αντιμετωπίσουν εκτός από την Ελλάδα και άλλες χώρες της Ε.Ε. Εξ αυτού η Ελλάδα αναμένει ότι με κάποιον τρόπο θα υπάρξει κοινή ευρωπαϊκή δράση.
Ακολούθησε το eleftherostypos.gr στο Google News και μάθε πρώτος όλες τις ειδήσεις
Ειδήσεις σήμερα
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr